Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2013

ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΕΠΙΤΑΓΗ ΕΙΣΟΔΟΥ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ»
«Επιταγή» που εξαργυρώνουν οι επιχειρηματικοί όμιλοι
Δωρεάν και υποταγμένο εργατικό δυναμικό θέλουν τους άνεργους νέους
«Προσφέρω δουλειά και σεμινάρια - Δεν προσφέρω μισθό», γράφει η πικέτα που σχολιάζει το πρόγραμμα «Επιταγή Εισόδου»
Την επανάληψη του προγράμματος «Επιταγή Εισόδου στην αγορά εργασίας», που στοχεύει, υποτίθεται, στην καταπολέμηση της ανεργίας των νέων, προανήγγειλαν πρόσφατα η κυβέρνηση και το υπουργείο Εργασίας. Για το συγκεκριμένο πρόγραμμα, που βρίσκεται ήδη σε εφαρμογή, για το περιεχόμενο και τους στόχους του, αλλά και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η νεολαία που προσπαθεί να εξασφαλίσει μέσα από αυτό ένα μεροκάματο, μιλούν στο «Ριζοσπάστη» δυο νέες άνεργες. Η Ευδοκία και η Κατερίνα είναι δυο από τους 126.520 νέους άνεργους που έκαναν αίτηση αλλά και δύο από τους 35.000 «τυχερούς» που τελικά εντάχθηκαν στο πρόγραμμα.
Συνολικά 45.000 νέοι άνεργοι διοχετεύθηκαν μέσα από την «Επιταγή Εισόδου» ως δωρεάν εργατικό δυναμικό στις επιχειρήσεις, οι 10.000 από αυτούς στους επιχειρηματίες του τουρισμού. Η κυβέρνηση προσφέρει «δώρο» τους ανέργους κατά προτεραιότητα στους επιχειρηματικούς ομίλους που δραστηριοποιούνται σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας, ανάμεσα σε αυτούς ο Τουρισμός, η Ναυτιλία, η Ενέργεια, οι υπηρεσίες Υγείας, η Διατροφή, οι Τηλεπικοινωνίες και οι νέες τεχνολογίες.
Πρόκειται για τους τομείς στους οποίους το κεφάλαιο κατευθύνει κεφάλαια, καθώς υπόσχονται υψηλότερη και άμεση κερδοφορία. Αυτές τις επιχειρήσεις, η κυβέρνηση τις ενισχύει με προνόμια και τζάμπα εργασία, δίνοντας μια γεύση για το ποια «ανάπτυξη» προωθεί και πώς τη στηρίζει.
Το πρόγραμμα χρηματοδοτείται από το ΕΣΠΑ. Περιλαμβάνει 80 ώρες θεωρητικής κατάρτισης και στη συνέχεια 500 ώρες πρακτικής άσκησης σε επιχειρήσεις. Προέβλεπε πως στους άνεργους με τη συμπλήρωση του πρώτου μήνα της πρακτικής άσκησης θα καταβάλλονταν 400 ευρώ, τα οποία αντιστοιχούν στο «επίδομα κατάρτισης», ενώ το υπόλοιπο ποσό (2.300 ευρώ για τους απόφοιτους ΑΕΙ/ΤΕΙ και 2.000 ευρώ για τους υπόλοιπους) καταβάλλεται μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος.
Ομως, παρά το γεγονός ότι όχι μόνο ο πρώτος μήνας, αλλά και οι επόμενοι περνούν, οι άνεργοι δεν έχουν πάρει ακόμα χρήματα. Το πρόβλημα είναι πιεστικό, καθώς πρέπει να ανταποκριθούν στα καθημερινά έξοδα για την επιβίωσή τους, ενώ αν δεν καταφέρουν να φτάσουν στο τέρμα των πέντε περίπου μηνών της πρακτικής άσκησης, χάνουν το δικαίωμα να πληρωθούν. Η Ευδοκία τονίζει ότι ακόμα και τα έξοδα μετακίνησης είναι δυσβάσταχτα και εξηγεί πως το πρόβλημα γίνεται μεγαλύτερο για όσους αναγκάζονται να πηγαινοέρχονται σε περιοχές χωρίς συγκοινωνία, για παράδειγμα σε βιομηχανικές ζώνες.
Οι δυσάρεστες «εκπλήξεις» δεν άργησαν να εμφανιστούν. Οπως τους ενημέρωσε το ΚΕΚ, λέει η Κατερίνα, το τελικό ποσό δεν θα τους καταβληθεί στο σύνολό του αλλά μειωμένο κατά 600 ευρώ, καθώς αυτά θα παρακρατηθούν από την εφορία! Υπάρχουν περιπτώσεις ανέργων, σημειώνει η Ευδοκία, που τα παράτησαν καθώς στις επιχειρήσεις που τοποθετήθηκαν αντιμετώπισαν εντατικά ωράρια και συνθήκες εργασίας που υποτίθεται πως δεν επιτρέπονται από το πρόγραμμα, ενώ οι ίδιοι δεν ήταν προετοιμασμένοι και φοβήθηκαν να αντιδράσουν. Ακόμα φαίνεται πως υπάρχουν επιχειρήσεις που εφαρμόζουν την ακόλουθη πρακτική: Απασχολούσαν ανασφάλιστους νέους και με την έναρξη του προγράμματος, τους πρότειναν να ενταχθούν σε αυτό!
Μαθήματα υποταγής
Οσο για τις 80 ώρες θεωρητικής κατάρτισης, με τις οποίες ξεκινά το πρόγραμμα, το περιεχόμενό τους δε σχετίζεται με τις σπουδές των ανέργων, ούτε με τη θέση εργασίας στην οποία πρόκειται να τοποθετηθούν, αλλά περιλαμβάνει κάποιες γενικές ενότητες, όπως «οικονομία», «διοίκηση επιχειρήσεων» και «εργατικό δίκαιο». Στην πράξη, αποδεικνύεται ιδιαίτερα χρήσιμο για τους εργοδότες αφού, όπως περιγράφουν οι δύο άνεργες, μέσα από τα «μαθήματα» της κατάρτισης επιχειρούν να κόψουν και να ράψουν τη συνείδηση των νέων ανέργων στα μέτρα των επιχειρήσεων και των συμφερόντων τους.
«Καταρχάς, όλοι μας υποτίθεται ότι είμαστε τουλάχιστον διευθυντές πωλήσεων, ότι είμαστε αφεντικά»: Από αυτή τη βάση ξεκίναγε η συζήτηση στο «μάθημα» στο ΚΕΚ, στο οποίο παρακολούθησε τα σεμινάρια κατάρτισης η Ευδοκία. Οσο για τα προβλήματα που καλούνταν να συζητήσουν και να διαχειριστούν ως εργοδότες ή προϊστάμενοι, να ορισμένα παραδείγματα: «Μαθαίνετε πως ένας πωλητής κάνει παράπονα σε έναν άλλο ότι ο μισθός που παίρνει δεν είναι ανάλογος της δουλειάς του. Τι κάνετε;», «Κάποιος εργαζόμενος παραπονιέται ότι τον κλέψανε στο χώρο εργασίας. Πώς το χειρίζεστε;», «Εργάζεστε σε δημόσιο φορέα και κάποιος εργαζόμενος, επικαλούμενος οικογενειακό πρόβλημα, αργεί συνέχεια. Πώς θα λύσετε το πρόβλημα;».
Παρόμοια παραδείγματα αναφέρει και η Κατερίνα. «Μπορεί κάποιος δικαιολογημένα να αρνηθεί εκτέλεση μιας διαταγής από τον προϊστάμενό του; Πώς θα χειριζόσασταν την περίπτωση σαν επόπτες;». Η συγκεκριμένη «περίπτωση» ήταν ένας χειριστής μηχανημάτων που αρνείται να παρατείνει το ωράριό του για να συμβάλει στον καθαρισμό των μηχανών, όπως αξιώνει ο προϊστάμενός του.
Μέσα από το συγκεκριμένο παράδειγμα απαξιώνονται και τα ζητήματα που αφορούν την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία, αφού οι φόβοι του εργαζόμενου πως η συγκεκριμένη εργασία είναι ανθυγιεινή αποδίδονται σε φήμες που έφτασαν στα αυτιά του «μέσω του κουτσομπολιού». Ο επόπτης στη συνέχεια ανακοινώνει «πως πρέπει να εκτελέσει αυτά τα καθήκοντα, γιατί αλλιώς θα απολυθεί», ο εργαζόμενος όμως δεν ...έβαλε μυαλό και δήλωσε πως «θα καταφύγει στη συνδικαλιστική του οργάνωση».
Το συμπέρασμα στο οποίο πρέπει να καταλήξει η όλη συζήτηση είναι πως αν απολυθεί ο συγκεκριμένος εργαζόμενος δε θα φταίει κανείς εκτός από τον ίδιο. Και πρέπει να εμπεδωθεί από τους νέους που ψάχνουν μεροκάματο στα προγράμματα της υπερεκμετάλλευσης, που δουλεύουν τζάμπα για τις επιχειρήσεις και σε λίγους μόνο μήνες θα βρεθούν πάλι αντιμέτωποι με την ανεργία, ώστε να είναι έτοιμοι να αποδεχτούν κάθε απαίτηση του εργοδότη χωρίς αντίρρηση.
«Παρουσιάζουν τον εργαζόμενο, δηλαδή τον καθέναν από εμάς, σαν τεμπέλη, σαν κάποιον που ψάχνει συνεχώς δικαιολογία για να μη δουλέψει, ακόμα και σαν κλέφτη!», λέει η Ευδοκία. Προσθέτει πως ο εργοδότης, από την άλλη, είναι αυτός που έχει στο κεφάλι του όλες τις σκοτούρες που του δημιουργούν οι εργαζόμενοι. Ακόμα χειρότερα, βάζουν τον κάθε άνεργο νέο να παίξει το ρόλο του εργοδότη, να επιπλήξει ακόμα και να απολύσει τους «κακούς» του εργαζόμενους. Να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της εργοδοσίας, έτσι ώστε όταν έρθει αντιμέτωπος με τις συνέπειες που έχει η υπεράσπισή τους για τον ίδιο να τις δεχθεί χωρίς να αντιδράσει.
Να ποιο είναι το περιεχόμενο της «κατάρτισης» που παρέχουν τα ΚΕΚ, έναντι αμοιβής της τάξης των 1.000 ευρώ για κάθε άνεργο. Πρόκειται, άλλωστε, για τις δομές εκείνες που με την εκκίνηση του προγράμματος έσπευσαν να το διαφημίσουν στις επιχειρήσεις με διαβεβαιώσεις του τύπου: «προσωπικό για την εταιρεία σας χωρίς κόστος», «πλήρης απασχόληση καταρτισμένου προσωπικού, για διάστημα 5 μηνών χωρίς κανένα κόστος» και άλλα παρόμοια.
Αποθρασύνεται η εργοδοσία
Με δεδομένα τα παραπάνω, δικαιολογημένα η ανταπόκριση των επιχειρήσεων υπήρξε θερμή. Μια ματιά στις ιστοσελίδες των διάφορων ΚΕΚ στο διαδίκτυο φανερώνει πως μια σειρά επιχειρηματικοί όμιλοι (π.χ. ΜΕΒΓΑΛ, PRAKTIKER, WIND, EUROMEDICA, ΑΒ Βασιλόπουλος) έσπευσαν να αναλάβουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο σύγχρονο σκλαβοπάζαρο. Με την κυβέρνηση να τους εξασφαλίσει τζάμπα εργαζόμενους και να τους εκπαιδεύει κιόλας στην υποταγή στα συμφέροντά τους, οι εργοδότες αποθρασύνονται πλήρως.
Ετσι, μπροστά στην πανεργατική απεργία στις 6 Νοέμβρη, εμφανίστηκαν και τα πιο ωμά κρούσματα τρομοκράτησης προς τους νέους, τα οποία κατήγγειλε το ΚΚΕ με σχετική Ερώτηση που κατέθεσε στη Βουλή προς τον υπουργό Εργασίας. Οι επιχειρήσεις επιστράτευσαν απειλές πως όποιος πάρει μέρος στην απεργία, όχι μόνο θα δει την πόρτα της εξόδου, αλλά δε θα δικαιούται καμία αμοιβή ή άλλη αποζημίωση για το διάστημα που εργάστηκε, ενώ οι ίδιοι οι όροι της σύμβασης του προγράμματος διευκολύνουν τους εκβιασμούς αυτούς.
Οι χιλιάδες άνεργοι νέοι που αναγκάζονται να στραφούν στα προγράμματα της υπερεκμετάλλευσης μπορούν και πρέπει να σταθούν με το κεφάλι ψηλά, με εμπιστοσύνη στο δίκιο τους και τη δύναμη του συλλογικού αγώνα. Στην ανεργία, στην κακοπληρωμένη και χωρίς δικαιώματα δουλειά να απαντήσουν με οργάνωση και διεκδίκηση για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Με αιτήματα όπως αυτά που παραθέτει η Ευδοκία: «Να μας δώσουν τώρα τα χρήματα που μας χρωστάνε. Να πληρωνόμαστε για τη δουλειά μας κάθε μήνα. Να παρέχεται σε όλους μας πλήρης ιατροφαρμακευτική κάλυψη. Να μας βάλουν κανονικά συντάξιμα ένσημα. Να έχουμε δωρεάν πρόσβαση σε όλα τα μέσα μαζικής μεταφοράς για όσο καιρό είμαστε άνεργοι».