Με αφορμή τη μελέτη του ΟΟΣΑ για την ανταγωνιστικότητα
Οταν η «Καθημερινή της Κυριακής» 17/11/2013 παρουσίαζε - το είχε μάλιστα πρώτο θέμα - τη μελέτη του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης), με τις 555 στρεβλώσεις της ελληνικής οικονομίας και τις νομοθετικές ρυθμίσεις που κάνουν απαγορευτική τη μείωση τιμών σε καταναλωτικά εμπορεύματα, δεν έλεγε το ποια ήταν η πραγματική στόχευση των αστών με αυτή την έκθεση. Θυμίζουμε ότι η έκθεση έγινε κατά παραγγελία της κυβέρνησης πληρωμένη με 900.000 ευρώ. Τότε ο «Ριζοσπάστης» σε άρθρο και σχόλιο είχε εκτιμήσει ότι το κύριο στην έκθεση δεν ήταν το θέμα των τιμών, αλλά η προτροπή στην κυβέρνηση να επιταχύνει μέτρα που θα διευκολύνουν την απελευθέρωση των αγορών σε μια σειρά τομείς.
Πριν 2 ημέρες η ίδια έκθεση παρουσιάστηκε στην Αθήνα από τον γγ του ΟΟΣΑ Ανχέλ Γκουρία, τότε η εφημερίδα «Καθημερινή» στον τίτλο του πρώτου θέματος στις οικονομικές της σελίδες έγραφε: «Οφελος 5 δισ. από το άνοιγμα των αγορών» αποκαλύπτοντας την πραγματική στόχευση, την απελευθέρωση της αγοράς, ως ένα μοχλό συμβολής στις επενδύσεις. Στο ρεπορτάζ σημείωνε την ανάγκη υιοθέτησης όλων των προτάσεων του ΟΟΣΑ «για την άρση των κανονιστικών εμποδίων στους τομείς των τροφίμων, του λιανεμπορίου, του τουρισμού και των δομικών υλικών».
Μετά την παρουσίαση της μελέτης του ΟΟΣΑ ξεκίνησε έντονη και λυσσώδης προπαγάνδα από αστικά ΜΜΕ, στηριγμένη πάνω στη μελέτη του ΟΟΣΑ, ενάντια στα «συμφέροντα» που εμποδίζουν την «ελεύθερη αγορά», επομένως εμποδίζουν την ανταγωνιστικότητα, άρα εμποδίζουν τη δυνατότητα ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας. Με πρόσχημα πάντα τις τιμές που δε μειώνονται, ενώ αν ενισχυθεί ο ανταγωνισμός οι τιμές θα μειωθούν και θα ωφεληθεί ο λαός. Εντονη προπαγάνδα για την ύπαρξη καρτέλ που διαμορφώνουν τις τιμές γι' αυτό είναι υψηλές και με ειδική αναφορά μάλιστα σε καταναλωτικά εμπορεύματα, όπως το γάλα. Πρέπει να πούμε ότι για το γάλα δεν είναι η πρώτη φορά που η ίδια η αστική προπαγάνδα προβάλλει την ύπαρξη καρτέλ, έγινε ξανά πριν μερικά χρόνια, με δεδομένο ότι η ελληνική καπιταλιστική αγορά μονοπωλείται από 4 ομίλους στα γαλακτοκομικά εμπορεύματα, ιδιαίτερα στο παστεριωμένο γάλα.
Η προβολή της αναγκαιότητας λήψης μέτρων ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας ενάντια στα «ολιγοπώλια» και τα «καρτέλ» χτυπά θετικά στ' αυτιά των εργαζομένων, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, που προσδοκούν, λόγω δεινής εισοδηματικής θέσης, ανεργίας, φτώχειας και εξαθλίωσης, όπως τους λέει η αστική προπαγάνδα (κάλπικα βεβαίως), σε μείωση τιμών, άρα σε αύξηση δυνατοτήτων κάλυψης περισσότερων στοιχειωδών αναγκών τους. Είναι προπαγάνδα χειραγώγησης στις επιδιώξεις του κεφαλαίου, ευκολόπιστη σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, ως μια διέξοδος έστω και ελάχιστης ανακούφισης από τη δυστυχία.
Δόλωμα η μείωση των τιμών
Γιατί όμως είναι κάλπικη προπαγάνδα; Γιατί είναι μύθος του λεγόμενου «καταναλωτικού κινήματος» ότι μέσω του «ελεύθερου ανταγωνισμού» μπορεί να επιβληθεί διαρκής μείωση των τιμών.
Οι τιμές διαμορφώνονται όμως αντικειμενικά, καθορίζονται από την παραγωγικότητα της εργασίας, τις τιμές στις πρώτες ύλες, στις μεταφορές, το λεγόμενο «μισθολογικό κόστος», τα μερίδια στην αγορά, την προσφορά και τη ζήτηση, τη σταθερή επιδίωξη της αύξησης του ποσοστού κέρδους. Μέσω της πώλησης των εμπορευμάτων επιτυγχάνεται η κερδοφορία του κάθε καπιταλιστή. Αν λοιπόν με τον ανταγωνισμό οι τιμές μειώνονταν, τότε θα υπήρχε ο κίνδυνος ο κάθε καπιταλιστής να χάσει σε ποσοστό κέρδους και βεβαίως να ενισχυθεί ο ανταγωνιστής του, δηλαδή θα έχαναν το κίνητρο για την παραγωγή. Ενα λοιπόν το κρατούμενο είναι ότι οι τιμές «παίζουν» σε ένα συγκεκριμένο εύρος μέσα σε αντικειμενικά καθορισμένα πλαίσια. Βεβαίως ο ανταγωνισμός, προσωρινά μπορεί να συμβάλλει σε κάποια μείωση, όμως η προς τα κάτω διακύμανση των τιμών έχει και όρια, που καθορίζονται από τις ανάγκες συσσώρευσης κεφαλαίου και της διευρυμένης αναπαραγωγής. Η μείωση των τιμών μπορεί μόνο προσωρινά να συμβάλει σε μεγάλη αύξηση μεριδίων στην αγορά και εκτοπισμό των ανταγωνιστών.
Διαφορές στις τιμές που υπάρχουν ανάμεσα σε ίδια προϊόντα που παράγονται σε διαφορετικά όμως κράτη εκφράζουν διαφορές στο σύνολο αυτών των παραγόντων που συμβάλλουν στη διαμόρφωση των τιμών (π.χ. διαφορετική παραγωγικότητα της εργασίας).
Πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι χωρίς να αποκλείουμε τη μείωση, έστω σε μερικά καταναλωτικά εμπορεύματα, με κρατική παρέμβαση και νομοθετικές ρυθμίσεις άρσης των «εκτιμούμενων στρεβλώσεων» στην αγορά, στο σύνολο των καταναλωτικών εμπορευμάτων, οι τιμές δε θα μειωθούν. Θα μειωθούν σε ένα, θα αυξηθούν σε άλλα. Αρα αυτό που ο λαός μπορεί να προσδοκά, ότι θα μειωθούν οι τιμές σε όλα τα καταναλωτικά εμπορεύματα, είναι ψευδαίσθηση. Οποια «μέτρα» και αν παρθούν, τις τιμές τις καθορίζουν οι μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις, τα μονοπώλια, τα οποία πολλές φορές έρχονται και σε συμφωνίες καθορισμού των τιμών με απειροελάχιστες ίσως διαφορές στα πολλά εμπορεύματά τους, αυτά είναι τα περίφημα καρτέλ. Ακόμη όμως και αν δεν κάνουν καρτέλ για τις τιμές σε ένα εμπόρευμα, π.χ. γάλα, και τις διαφοροποιήσουν, θα συμφωνήσουν για τις τιμές σε άλλα προϊόντα. Για παράδειγμα διαφοροποιεί η «Βιβάρντια» με τη ΦΑΓΕ τις τιμές στο γάλα, μειώνει π.χ. η ΦΑΓΕ, αλλά συμφωνούν να μειώσει η «Βιβάρντια» σε ένα είδος γιαουρτιού. Τα μονοπώλια σκαρφίζονται διάφορες μεθόδους, για να πουλήσουν τα εμπορεύματά τους σε αυτές τις τιμές που θα εξασφαλίζουν το αναγκαίο γι' αυτούς κέρδος π.χ., παρουσιάζουν παλιά προϊόντα ως νέα αλλάζοντας τη συσκευασία, η προσθέτοντας κάτι λίγο διαφορετικό από τον ανταγωνιστή τους, (οι διαφημίσεις βρίθουν τέτοιων ευρεσιτεχνιών) κλπ.
Επιδίωξη η ενίσχυση του κεφαλαίου
Η αστική προπαγάνδα, προβάλλοντας τα παραπάνω επιχειρήματα, ουσιαστικά αναδεικνύει την όξυνση του ανταγωνισμού ανάμεσα στους μονοπωλιακούς ομίλους, που απαιτεί όντως μέτρα στην κατεύθυνση ενίσχυσης των προϋποθέσεων για επενδύσεις, αλλά και συγκέντρωσης του κεφαλαίου, τουλάχιστον στους τομείς τους οποίους αναφέρει η μελέτη του ΟΟΣΑ. Στα πλαίσια όχι μόνο της ελληνικής οικονομίας αλλά και της ευρωενωσιακής. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο το παράδειγμα της αντιπαράθεσης ελληνικού και αυστριακού γάλακτος που πρόβαλε ραδιοφωνικός σταθμός με έμφαση, λέγοντας: Γιατί το αυστριακό γάλα που παστεριώνεται για 15 μέρες είναι χειρότερο από το ελληνικό των 5 ημερών; Ουσιαστικά εδώ εκφράζονται οι ανταγωνισμοί των μονοπωλίων που παράγουν στην Ελλάδα, αλλά όχι μόνο για την Ελλάδα, με μονοπώλια άλλων κρατών. Πριν μερικά χρόνια υπήρξε αντίστοιχη κόντρα της ολλανδικής ΝΟΥΝΟΥ με τα ελληνικής ιδιοκτησίας μονοπώλια στο γάλα, για την αγορά της Ελλάδας. Η ΝΟΥΝΟΥ μάλιστα έστησε διαφήμιση, ότι παράγει γάλα αγοράζοντας από Ελληνες κτηνοτρόφους. Αυτοί οι ανταγωνισμοί έχουν επίσης σχέση με τις εξαγωγές. Ανταγωνισμοί μεταξύ ελληνικών επιχειρηματικών ομίλων, αλλά και μεταξύ ελληνικών και ξένων. Εδώ θα υπάρξουν αντιστάσεις από ελληνικούς επιχειρηματικούς ομίλους, αλλά θα γίνουν και συμβιβασμοί με όρους ανισομετρίας.
Ουσιαστικά η απελευθέρωση σε όλα τα εμπορεύματα, που θίγει η μελέτη του ΟΟΣΑ, θα ωθήσει σε παραπέρα όξυνση του μονοπωλιακού ανταγωνισμού, με κάποιες επενδύσεις στην Ελλάδα, αλλά και με εξαγορές και συγχωνεύσεις ελληνικών και ξένων επιχειρηματικών ομίλων. Αντικειμενικά οι επιχειρηματικοί όμιλοι με μικρότερα κεφάλαια στην Ελλάδα θα κάνουν συμφωνίες για συγχωνεύεις ή για μοίρασμα με μικρότερα όμως μερίδια στην αγορά, αλλά δε θα «αυτοκτονήσουν». Υπάρχει το παράδειγμα της συμφωνίας των ΚΑΡΦΟΥΡ με την «Μαρινόπουλος», όπου υπήρξε εξαγορά μεγάλου μεριδίου της «Μαρινόπουλος» από την ΚΑΡΦΟΥΡ, και εφαρμόστηκε με τη μετατροπή των μεγάλων καταστημάτων της «Μαρινόπουλος» σε ΚΑΡΦΟΥΡ, ενώ τα μικρότερα έμειναν με τη φίρμα της «Μαρινόπουλος».
Η απελευθέρωση θα ωθήσει επίσης αναδιαρθρώσεις στην παραγωγή, άρα στη μείωση εργατικού δυναμικού, σε ξεκλήρισμα αυτοαπασχολουμένων (π.χ. οι αλυσίδες στο εμπόριο ώθησαν είτε σε κλείσιμο, είτε σε φρανσάιζινκ), σε πίεση των τιμών για τους μικροπαραγωγούς (ειδικά στο γάλα και σε άλλα τρόφιμα αυτό είναι νομοτέλεια), επομένως ανοίγει δρόμο συνολικά ενίσχυσης του μονοπωλιακού κεφαλαίου, ενίσχυση της τάσης συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης. Αυτό βεβαίως θα γίνει και στους άλλους τομείς, όπως π.χ. το φάρμακο, που θα μπει στα σούπερ μάρκετ, άλλωστε το επιδιώκουν και οι φαρμακοβιομήχανοι και τα σούπερ μάρκετ, αλλά και στον τουρισμό, στα τρόφιμα, στις κατασκευές κλπ.
Για την εργατική τάξη και τ' άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, αυτός ο δρόμος σημαίνει, το λιγότερο, συνθήκες δουλειάς και ζωής σαν τις σημερινές ή ακόμη μεγαλύτερη χειροτέρευσή τους. Πρέπει λοιπόν να μην «τσιμπήσουν» στις Σειρήνες της αστικής προπαγάνδας ότι αυτή η ιστορία της άρσης των στρεβλώσεων στην αγορά, όπως λέει η μελέτη του ΟΟΣΑ, τα λεγόμενα «αντιμονοπωλιακά μέτρα», θα μειώσουν τις τιμές, θα βελτιώσουν τη ζωή τους. Τον αντίπαλό τους θα ενισχύσουν, το κεφάλαιο. Ολ' αυτά θα γίνονται πάνω στα αποκαΐδια των εργασιακών τους δικαιωμάτων και της τραγικής εισοδηματικής τους θέσης.
Γι' αυτό είναι μονόδρομος η αντικαπιταλιστική, αντιμονοπωλιακή πάλη, για την κοινωνικοποίηση των μονοπωλιακών ομίλων, που με τον κεντρικό σχεδιασμό και τον εργατικό έλεγχο θα βάλουν την παραγωγή στην υπηρεσία της κάλυψης των ολοένα αυξανόμενων αναγκών της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Πράγμα που απαιτεί εργατική, λαϊκή εξουσία.