Για το φρέσκο - παστεριωμένο γάλα...
Μεγάλη συζήτηση προκάλεσε τις τελευταίες ημέρες η παρουσίαση της μελέτης του ΟΟΣΑ με τις 555 στρεβλώσεις της ελληνικής οικονομίας με ιδιαίτερο βάρος να πέφτει στην περίπτωση του «φρέσκου» παστεριωμένου γάλακτος.
Το γεγονός, ότι στην Ελλάδα το «φρέσκο» παστεριωμένο γάλα κυκλοφορεί με διάρκεια ζωής 5 ημερών αποτελεί «μια αυστηρή απόκλιση από τις συνήθεις πρακτικές της ΕΕ που προκύπτουν από τη σχετική ευρωπαϊκή νομοθεσία. Η απόκλιση αυτή ενδεχομένως να βλάπτει τον ανταγωνισμό στη σχετική αγορά σε σημαντικό βαθμό». Σημειώνει μάλιστα όλο νόημα η μελέτη ότι με βάση τον ευρωπαϊκό κανονισμό 852/2004 «εναπόκειται στον κατασκευαστή του προϊόντος να προσδιορίζει τη διάρκεια ζωής του».
Άρα, σύμφωνα με τη μελέτη, το γεγονός ότι η Ελλάδα προσδιορίζει με νόμο στις 5 ημέρες τη διάρκεια ζωής του «φρέσκου» παστεριωμένου γάλακτος αποτελεί μια ελληνική ιδιαιτερότητα η οποία πρέπει να αρθεί, γιατί ουσιαστικά παραβιάζει το ευρωπαϊκό νομοθετικό πλαίσιο.
Η πίεση για άρση αυτού του περιορισμού και για συμμόρφωση με την κοινοτική νομοθεσία δεν είναι κάτι το καινούργιο. Αυτή η πίεση σήμερα λόγω κρίσης πολλαπλασιάζεται. Γιατί; Γιατί πολύ απλά σήμερα, εν μέσω της καπιταλιστικής κρίσης, οι αστικές κυβερνήσεις και οι ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί λαμβάνουν μια σειρά από μέτρα με στόχο την αντιστάθμιση της τάσης πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους η οποία με την κρίση βγαίνει με έντονο τρόπο στην επιφάνεια. Μέτρα που βασικό στόχο έχουν να ρίξουν την τιμή της εργατικής δύναμης, η οποία είναι η βασική παραγωγική δύναμη. Αυτό εξυπηρετεί η εφαρμοζόμενη πολιτική διεθνώς.
Ο καπιταλιστής βέβαια, εκτός από φτηνή εργατική δύναμη χρειάζεται και φτηνές πρώτες ύλες. Στην περίπτωσή μας λοιπόν ο γαλακτοβιομήχανος χρειάζεται φτηνό γάλα και η ανάγκη του αυτή σύμφωνα με την μελέτη του ΟΑΣΑ θα εξυπηρετηθεί με την άρση του «εμποδίου» των 5 ημερών στη διάρκεια ζωής του «φρέσκου» παστεριωμένου γάλακτος καθώς «η κατάργηση του ορίου των πέντε ημερών θα δώσει επαρκή χρόνο στη βιομηχανία για την εισαγωγή γάλακτος από άλλες, φθηνότερες χώρες της ΕΕ, μειώνοντας έτσι το κόστος των πρώτων υλών».
Η μελέτη λοιπόν θεωρεί σίγουρο ότι με αυτόν τον τρόπο θα μειωθεί το κόστος των πρώτων υλών για τη βιομηχανία δηλαδή για το καπιταλιστικό μονοπώλιο.
Οι τιμές όμως με τις οποίες πουλάει το μονοπώλιο θα πέσουν; Σε αυτό το σημείο είναι χαρακτηριστικό ότι ο ΟΟΣΑ κρατά μικρό καλάθι: «υπάρχει μια ένδειξη ότι μακροπρόθεσμα η συνολική επίπτωση στις τιμές θα είναι πτωτική χωρίς όμως να μπορεί να προβλεφθεί με ακρίβεια κατά πόσο οι τιμές θα πέσουν».
Καμιά λοιπόν σχέση με την προπαγάνδα που γίνεται από την κυβέρνηση και τα αστικά ΜΜΕ, ότι δήθεν, αν καταργηθεί η διάρκεια των 5 ημερών στο παστεριωμένο, θα πίνουμε «τζάμπα» γάλα.
Ποιος θα είναι χαμένος από την εξέλιξη αυτή; Και εδώ η μελέτη είναι αποκαλυπτική: «Η εντατικοποίηση του ανταγωνισμού θα καταστήσει πολύ δύσκολο για τα τοπικά μικρά αγροκτήματα να λειτουργήσουν σύμφωνα με το ισχύον επιχειρηματικό τους μοντέλο και θα περίμενε κανείς ότι ορισμένα από αυτά θα αγοραστούν από τις μεγαλύτερες εκμεταλλεύσεις...» . Δηλαδή ένταση της συγκεντροποίησης και ξεκλήρισμα της μικρομεσαίας παραγωγής.
Όσο για τους γαλακτοβιομήχανους, αυτοί δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ αρχικά η μελέτη επισημαίνει τα σημερινά πολύ υψηλά περιθώρια κέρδους στη βιομηχανία γάλακτος στην Ελλάδα, στη συνέχεια αποφεύγει να κάνει οποιαδήποτε εκτίμηση για την εξέλιξη αυτών των περιθωρίων σε περίπτωση που καταργηθεί η υποχρεωτική διάρκεια των πέντε ημερών στο παστεριωμένο γάλα. Τι να πει άλλωστε αφού «βγάζει μάτι» ότι με το φτήνεμα της πρώτης ύλης και με δεδομένη τη συμπίεση της τιμής της εργατικής δύναμης τα περιθώρια κέρδους όχι μόνο δεν πέφτουν, αλλά εκτινάσσονται.
Οι εργαζόμενοι που καταναλώνουν «φρέσκο» παστεριωμένο γάλα θα ευεργετηθούν από την άρση του περιορισμού των πέντε ημερών, όπως ισχυρίζονται εκπρόσωποι της κυβέρνησης και αστικά ΜΜΕ; Σε ό,τι αφορά την τιμή, σύμφωνα με τη μελέτη του ΟΟΣΑ, είναι πιθανό να πέσει αλλά δεν αποκλείεται και να ανέβει. Σίγουρο όμως είναι το εξής: Μετά την κατάργηση του περιορισμού και την αύξηση ζωής του παστεριωμένου γάλακτος (μπορεί να φτάνει και τις 15 ημέρες) θα καταναλώνεται γάλα το οποίο μέχρι σήμερα θεωρείται «ληγμένο».
Μπορεί το γάλα να παραμένει ασφαλές, γιατί η πρόοδος στην τεχνολογία της παστερίωσης επιτρέπει την παράταση της διάρκειας του χρόνου ζωής του, αυτή όμως η παράταση αναμφισβήτητα υποβαθμίζει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του. Πρόκειται για άλλη μια χαρακτηριστική περίπτωση πώς η εξέλιξη της τεχνολογίας αξιοποιείται από τα μονοπώλια για αύξηση της κερδοφορίας τους, την οποία πληρώνουν τα λαϊκά στρώματα.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι στον κλάδο των τροφίμων ο ανταγωνισμός είναι ανελέητος στον τομέα της συντηρησιμότητας, με τα μονοπώλια να δίνουν μάχη μεταξύ τους για το ποιο θα πάρει το προβάδισμα στις μεθόδους παράτασης της διάρκειας ζωής των προϊόντων. Στον τομέα του γάλακτος η τάση αυτή εκφράζεται και στο εξής γεγονός: 7 στους 10 κατοίκους της ΕΕ καταναλώνουν κυρίως γάλα UHT.
Ένα γάλα δηλαδή που υφίσταται υπερπαστερίωση, μια μέθοδο εξυγίανσης που χρησιμοποιεί θερμοκρασίες πολύ υψηλότερες της παστερίωσης, με αποτέλεσμα να υποβαθμίζονται αρκετά θρεπτικά συστατικά.
Αυτή όμως η μέθοδος ανεβάζει τη διάρκεια ζωής του γάλακτος από 6 έως 9 μήνες. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη Γαλλία, στη δεύτερη σε παραγωγή αγελαδινού γάλακτος χώρα στην ΕΕ το 95,5% της συνολικής ζήτησης καλύπτεται από γάλα UHT.
Γάλα δηλαδή του οποίου το κόστος παραγωγής είναι κατά πολύ μικρότερο σε σχέση με το παστεριωμένο λόγω της παρατεταμένης διάρκειάς του. Τις τελευταίες ημέρες ακούστηκε και η άποψη ότι η άρση του «εμποδίου» των 5 ημερών θα συμβάλει, ώστε να στραφεί η βιομηχανία στην παραγωγή ποιοτικότερου γάλακτος π.χ. με τρεις ημέρες διάρκειας. Γίνεται σαφές ότι αν λάβει κανείς υπόψη τις παραπάνω τάσεις που δεν εκφράζουν τίποτε άλλο από την επιδίωξη των μονοπωλίων για μείωση του κόστους παραγωγής, ο κύριος προσανατολισμός είναι η αύξηση του χρόνου ζωής του γάλακτος.
Άλλωστε και σε αυτό το σημείο η μελέτη του ΟΟΣΑ ξεκαθαρίζει ότι με την κατάργηση της διάρκειας ζωής 5 ημερών «η διάρκεια ζωής του γάλακτος θα αυξηθεί».
Επίσης, πολλοί είναι και αυτοί που ξεσπάθωσαν ενάντια στην προώθηση του συγκεκριμένου μέτρου χύνοντας δάκρυα για την εγχώρια κτηνοτροφία η οποία, όπως είπαμε πιο πάνω, είναι σίγουρο ότι θα δεχτεί μεγάλο πλήγμα από την εξέλιξη. Κριτήριο ωστόσο, για το αν οι προθέσεις κάποιου είναι ειλικρινείς και τα δάκρυα αληθινά, αποτελεί η συνολική στάση του απέναντι στην πολιτική της ΕΕ στους τομείς της πρωτογενούς παραγωγής (ΚΑΠ) και των τροφίμων, η οποία με διάφορους τρόπους (ποσοστώσεις κλπ.) οδήγησε στο ξεκλήρισμα χιλιάδες μικρομεσαίους κτηνοτρόφους με αποτέλεσμα οι παραγωγοί αγελαδινού γάλακτος από 12.500 το 2000 σήμερα να μην ξεπερνούν τους 4.000.
Για την εφαρμογή της ευρωενωσιακής πολιτικής υπερθεματίζει άλλωστε και η μελέτη του ΟΟΣΑ υπογραμμίζοντας ότι «αν ληφθεί υπόψη όλη η συναφής νομοθεσία της ΕΕ, πρέπει να καταργηθεί η ρύθμιση που προσδιορίζει διάρκεια ζωής 5 ημερών για το φρέσκο - παστεριωμένο γάλα».
Κλείνοντας θέλουμε να συνοψίσουμε τα εξής:
1. Το γάλα αποτελεί αναγκαίο για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης τρόφιμο. Η μείωση της αξίας του (μέσω της υποβάθμισής του) συμβάλλει στη μείωση της αξίας της εργατικής δύναμης, απαραίτητη προϋπόθεση ώστε το κεφάλαιο να ξεπεράσει την κρίση του.
2. Οι εξελίξεις με το γάλα δείχνουν με ανάγλυφο τρόπο το εξής: Η ανάπτυξη στα πλαίσια του καπιταλισμού, για την οποία όλες οι πολιτικές δυνάμεις, πλην ΚΚΕ, είναι έτοιμες να κάνουν τα πάντα, προϋποθέτει μια εργατική τάξη από όλες τις απόψεις «στυμμένη λεμονόκουπα».
3. Όσο το πάνω χέρι θα το έχουν τα μονοπώλια κάθε τεχνολογική πρόοδος, η οποία αντικειμενικά μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση των όρων διαβίωσης των εργαζομένων, θα αξιοποιείται με μοναδικό κριτήριο την ανάπτυξη της κερδοφορίας.
Τα δεδομένα μιλούν από μόνα τους και σκιαγραφούν τη μοναδική διέξοδο προς όφελος του λαού: Αυτό που σήμερα χρειάζεται είναι το χτίσιμο της συμμαχίας όλων εκείνων των κοινωνικών δυνάμεων (εργατική τάξη, αυταποσχολούμενοι, φτωχοί αγρότες κλπ.) που θίγονται από τη σημερινή πορεία των πραγμάτων, στην κατεύθυνση της σύγκρουσης με τα μονοπώλια και τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, στην κατεύθυνση σχεδιασμένης ανάπτυξης της παραγωγής με κριτήριο την κάλυψη των ολοένα αυξανόμενων ανθρώπινων αναγκών.