Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2013

ΔΗΜΟΣΙΑ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑ
Για το χαράτσι των 25 ευρώ και την κυβερνητική προπαγάνδα
Η απόφαση για να πληρώνουν 25 ευρώ «διόδια» οι ασθενείς που εισάγονται για νοσηλεία στα δημόσια νοσοκομεία δεν είναι καινούρια. Προβλεπόταν στο προηγούμενο «μεσοπρόθεσμο», όπως επίσης και η καταβολή χαρατσιού ενός ευρώ για την εκτέλεση κάθε συνταγής στα φαρμακεία από τους ασφαλισμένους. Πρόκειται για αποφάσεις παλιές που μπαίνουν σε εφαρμογή τον ερχόμενο Γενάρη. Δεν είναι οι μοναδικές, αλλά αποτελούν μέρος ενός ατέλειωτου πακέτου αντιλαϊκών μέτρων στη δημόσια ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, εκ των οποίων άλλα ήδη έχουν εφαρμοστεί και άλλα πρόκειται να μπουν σε εφαρμογή το επόμενο διάστημα, ενώ είναι βέβαιο ότι θα ακολουθήσουν κι άλλα. Διότι αυτό απαιτεί η ανάγκη της εξόδου από την καπιταλιστική οικονομική κρίση και η ανάπτυξη προς όφελος των επιχειρηματικών ομίλων για τη στήριξη της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας.
Πρόκειται για μέτρα που ως σύνολο υπηρετούν τη στρατηγική της ΕΕ και του κεφαλαίου για εξασφάλιση ακόμα πιο φθηνής εργατικής δύναμης, με μισθούς «μπουρμπουάρ», πετσοκομμένες συντάξεις, φόρους, χαράτσια κ.λπ. Μαζί με αυτά συρρίκνωση των δημόσιων μονάδων Υγείας, ενίσχυση της λειτουργίας τους ως επιχειρήσεις, αύξηση των πληρωμών από τους ασθενείς και μείωση των δωρεάν παροχών, που ήδη ήταν ανεπαρκείς σε σχέση με τις ανάγκες την περίοδο πριν την κρίση.
Η κυβέρνηση, όπως και όλες οι προηγούμενες, προωθεί τα αντιλαϊκά μέτρα στην Υγεία, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι αυτά έπρεπε να έχουν παρθεί πριν χρόνια και μάλιστα εάν είχαν υλοποιηθεί δε θα υπήρχε η σημερινή κατάσταση. Ουσιαστικά επιδιώκει οι ίδιοι οι εργαζόμενοι να υιοθετήσουν την αντίληψη που ως αιτία των προβλημάτων ενοχοποιεί τις δήθεν υπερβολικές δημόσιες παροχές Υγείας, να παραιτηθούν οι εργαζόμενοι από αυτές και να αναλάβουν οι ίδιοι με ατομική τους ευθύνη να τα «φέρουν βόλτα» όσο και όπως μπορούν.
Πράγματι, εάν είχαν εφαρμοστεί τα σημερινά μέτρα για την Υγεία χρόνια πριν, ισοπεδώνοντας λαϊκές κατακτήσεις και δικαιώματα, το κεφάλαιο στην Ελλάδα θα έδινε με καλύτερους όρους τη «μάχη» στα πλαίσια του ανταγωνισμού, τόσο στη σημερινή φάση της κρίσης όσο και αργότερα με την όποια ανάκαμψη υπάρξει. Με τη διαφορά ότι από αυτή την επιδίωξη του κεφαλαίου, η οποία παρουσιάζεται με το περιτύλιγμα του «εθνικού στόχου» τα λαϊκά στρώματα και οι ασθενείς δεν έχουν να ελπίζουν τίποτα, θα είναι οι χαμένοι σε μόνιμη βάση. Αυτό έχει ως κριτήριο η κυβέρνηση και ο υπουργός Υγείας όταν λέει ότι «χάσαμε χρόνο στην εφαρμογή αυτών των μέτρων».
Αντίστοιχης κατεύθυνσης μέτρα εφαρμόστηκαν σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες πολύ πριν την κρίση και σήμερα επιταχύνονται ανεξάρτητα αν υπάρχει μνημόνιο, από το ύψος του δημόσιου χρέους κλπ., που αποδεικνύει ότι αποτελεί κοινό στρατηγικό στόχο του κεφαλαίου και της καπιταλιστικής ανάπτυξης με όποιες συνταγές κι αν αυτή πραγματοποιείται. Π.χ. στη Γερμανία τα νοσοκομεία δεν παίρνουν επιδότηση πλέον από τον κρατικό ή δημοτικό προϋπολογισμό που οδήγησε στην εξαγορά πανεπιστημιακών κλινικών και νοσοκομείων από μονοπωλιακούς ομίλους, ενώ όλα τα κρατικά νοσοκομεία λειτουργούν και αξιολογούνται μαζί και το προσωπικό τους με επιχειρηματικά κριτήρια. Αυτά τα κριτήρια καθορίζουν τη στελέχωση ή όχι των κλινικών, όπως και τα πρωτόκολλα νοσηλείας των ασθενών ώστε να επιτυγχάνεται το βέλτιστο κέρδος για την κλινική και το νοσοκομείο. Στην Αγγλία έχουν μειωθεί τα δημόσια κρεβάτια κατά 4.000, ενώ υπάρχει η πρώτη περίπτωση δημόσιου νοσοκομείου που παραχωρήθηκε μέσω ΣΔΙΤ στο κεφάλαιο για τη «διάσωσή του από τη χρεοκοπία». Στην Ισπανία ιδιωτικοποιήθηκαν 6 μεγάλα δημόσια νοσοκομεία, καθιερώθηκε συμμετοχή 10% στην αγορά φαρμάκων, η πληρωμή για μεταφορά των ασθενών με το ΕΚΑΒ για περιστατικά που δε θεωρούνται επείγοντα, ενώ απέσυραν την κάρτα υγείας από τους «παράνομους» μετανάστες. Στην Κύπρο, μεταξύ άλλων, καθιερώθηκε η πληρωμή στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία και στα επείγοντα, η πληρωμή «τέλους» για την αγορά κάθε φαρμάκου και για κάθε εργαστηριακή εξέταση, ενώ στη Σουηδία καταργήθηκε η διάταξη που έθετε απαγόρευση κερδών στον τομέα της Υγείας - Πρόνοιας.
Είναι γεγονός ότι οι δημόσιες δηλώσεις του υπουργού Υγείας με αφορμή το χαράτσι των 25 ευρώ για την εισαγωγή στα δημόσια νοσοκομεία, το χαράτσι του 1 ευρώ για κάθε φαρμακευτική συνταγή, τις συγχωνεύσεις δημόσιων νοσοκομείων, τις καταργήσεις δημόσιων κρεβατιών κλπ. είναι ένα μείγμα ωμότητας, επιθετικότητας και με εμφανή τα στοιχεία μιας επεξεργασμένης επιχειρηματολογίας προκειμένου να υιοθετηθούν τα μέτρα αυτά ως «αναγκαίο κακό» με δήθεν φιλολαϊκή προοπτική. Δεν είναι το κύριο ζήτημα ο «τρόπος» που επιλέγει ο υπουργός να υποστηρίξει αυτά τα μέτρα, αλλά ότι αυτά αποτελούν έκφραση ενός σάπιου κοινωνικοοικονομικού συστήματος που προκειμένου να ξεπεράσει τις αντιθέσεις του εντείνει την εκμετάλλευση, δημιουργεί φτώχεια, ανασφάλιστους, περικόπτει παροχές στις δημόσιες υπηρεσίες Υγείας - Πρόνοιας. Η αποτελεσματικότητα της πάλης του λαού για την ανατροπή αυτών των αντιλαϊκών μέτρων, συνδέεται με την προοπτική ανατροπής του εκμεταλλευτικού συστήματος που τα γεννά και όχι να περιπλανάται στο λαβύρινθο της διαχείρισής του.
Ο Υπουργός Υγείας παρουσίασε το χαράτσι των 25 ευρώ ως έκφραση «αλληλεγγύης» στους ανασφάλιστους αφού θα αποτελέσει ποσό που θα ενισχύσει τα δημόσια νοσοκομεία για τη νοσηλεία τους. Ταυτόχρονα, καθησυχάζει τους ασθενείς ότι θα αφορά λίγους ασθενείς και για ελάχιστες φορές που θα χρειαστεί να νοσηλευτούν, αφού θα εξαιρεθούν οι χρόνιοι πάσχοντες και όσοι έχουν ατομικό εισόδημα κάτω από 11.000 ευρώ.
Πάει πολύ ο υπουργός Υγείας να πουλάει μαθήματα αλληλεγγύης στους ασφαλισμένους υπέρ των ανασφάλιστων. Τώρα το παίζει «φίλος» των ανασφάλιστων, ενώ μόλις τις προηγούμενες μέρες δήλωνε μαζί με τον υφυπουργό Μπέζα ότι οι ανασφάλιστοι δε μπορεί να δικαιούνται ίδιες παροχές, αφού δεν πληρώνουν εισφορές. Στην ουσία προωθούν την αντίληψη ότι η ικανοποίηση των αναγκών των ανασφάλιστων, είναι σε βάρος των ασφαλισμένων. Οτι οι παροχές υγείας αποσυνδέονται όλο και περισσότερο από την ευθύνη του κράτους και συνδέονται όλο και περισσότερο με τη δυνατότητα πληρωμής τους από ασφαλισμένους και ανασφάλιστους. Ουσιαστικά ακόμα κι αν διατεθούν αυτά τα ποσά για τη νοσηλεία των ανασφάλιστων, είναι για παροχή με «ξένα κόλυβα», αφού πρόκειται για πολιτική παροχών του τύπου «τα παίρνω από τους φτωχούς για να δώσω ένα ξεροκόμματο στους φτωχότερους», πολιτική παροχών αρκεί να μην κοστίζει στο κεφάλαιο και στο κράτος του.
Φυσικά για το μόνο που δε μπορούμε να κατακρίνουμε τον υπουργό σε σχέση με το μέτρο αυτό είναι η συνέπειά του στην πολιτική «αλληλεγγύης» της ΕΕ και του κεφαλαίου, δηλαδή στο μοίρασμα της φτώχειας, στα «δίκτυα ασφαλείας», στον «εθελοντισμό» και στη «φιλανθρωπία», προκειμένου να μη διακινδυνεύσει η «κοινωνική συνοχή» από τη μαζική και γενικευμένη αμφισβήτηση του εκμεταλλευτικού συστήματος που και ο ίδιος υπηρετεί.
Την αλληλεγγύη τους οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα δεν τη μετράνε με τα 25ευρα του υπουργού Υγείας. Τη μετράνε με πολλά περισσότερα από τον ανεξάντλητο πλούτο της οργανωμένης ταξικής πάλης, της στήριξης των ανέργων και των ανασφάλιστων, όχι για να εκπαιδεύονται στη φτώχεια αλλά για να διεκδικήσουν τον πλούτο που παράγουν οι ίδιοι. Να μπορούν να αξιοποιούν καθολικά τα νοσοκομεία, τα ΚΥ, τα φάρμακα, την τεχνολογία, τους γιατρούς και άλλους επιστήμονες και όχι όπως σήμερα με τα όρια που θέτει η προϋπόθεση πληρωμής ακόμα μεγαλύτερου μέρους των υπηρεσιών Υγείας.
Οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα με την οργάνωση της πάλης και της κοινωνικής συμμαχίας μπορούν να κάνουν φύλλο και φτερό τα αντιλαϊκά μέτρα, μαζί και τις απειλές του υπουργού Υγείας εναντίον του λαϊκού κινήματος, αναγορεύοντας ως μη «νόμιμη» την πάλη για να έχουν όλοι ανεξαιρέτως πλήρη, δημόσια και δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
Ισχυρίστηκε ο κατά περίπτωση «φίλος» των χρονίως πασχόντων και των χαμηλόμισθων υπουργός Υγείας, ότι θα εξαιρεθούν από το χαράτσι των 25 ευρώ, ότι αυτό θα αφορά τους «άλλους» οι οποίοι κατά τον ίδιο «τι είναι να δώσουν για 2-3 εισαγωγές στα νοσοκομεία από 25 ευρώ». Λίγο πολύ και οι προηγούμενοι υπουργοί, οι προηγούμενες κυβερνήσεις τα ίδια έλεγαν και κυρίως τα ίδια έπρατταν. Το τελικό αποτέλεσμα όμως είναι ότι π.χ. οι χρόνιοι πάσχοντες που φιλοξενούνται στα ιδρύματα περίθαλψης να τους παρακρατούν τις συντάξεις για το «κόστος» της νοσηλείας, να πληρώνουν αυξημένη συμμετοχή για φάρμακα που δεν είναι της «κύριας νόσου», να πληρώνουν 5ευρα και 20ευρα για ιατρικές εξετάσεις, να πληρώνουν συμμετοχή 15% για εξετάσεις και έως 50% συμμετοχή στα νοσήλια στον ιδιωτικό τομέα που εξωθούνται να απευθύνονται επειδή επικρατεί η γνωστή κατάσταση στο δημόσιο. Τα ίδια ακριβώς υπόκεινται και όσοι έχουν εισόδημα κάτω των 11.000 ευρώ, αλλά και οι άλλοι -οι «πλούσιοι» κατά τον υπουργό- που ακόμα τολμούν και έχουν κάτι τις παραπάνω.
Η επίπτωση από την εφαρμογή αυτού του μέτρου, προσθετικά σε όλα τα άλλα, δε χωρά καμία αμφιβολία ότι επιδεινώνει ακόμα περισσότερο τους όρους παροχής των δημόσιων υπηρεσιών Υγείας στο λαό.
Το επικίνδυνο δεν είναι μόνο ότι η κυβέρνηση βάζει πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη των εργαζομένων για να εξυπηρετήσει το κεφάλαιο. Κυβέρνηση - ΕΕ και όλοι όσοι πίνουν νερό στο όνομα τής επιχειρηματικής δράσης θέλουν κυρίως να κερδίσουν τη λαϊκή συνείδηση, να καταστείλουν τη ριζοσπαστικοποίησή της, ώστε ο λαός να παλεύει για τους στόχους του κεφαλαίου και όχι για τους δικούς του.
Γι' αυτό τα λαϊκά στρώματα, πρέπει να επιταχύνουν και να ενισχύσουν την πορεία χειραφέτησης από τον εχθρικό γι' αυτά μονόδρομο της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Με εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους, με κριτήριο τις ανάγκες τους να ενισχύσουν και να μαζικοποιήσουν τη λαϊκή συμμαχία στους τόπους δουλειάς, μόρφωσης, κατοικίας, στα νοσοκομεία. Να εντάξουν την πάλη για να έχουν σήμερα όλοι, χωρίς περιορισμούς και περικοπές, πλήρη και δωρεάν δημόσια ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, στην προοπτική για την κατάκτηση του λαϊκού δρόμου ανάπτυξης που θα κάνουν οι ίδιοι κουμάντο και οι σύγχρονες παροχές του λαϊκού συστήματος Υγείας θα αποτελούν καθολικό κατοχυρωμένο δικαίωμα.
Σε αυτόν τον αγώνα, σε αυτήν την προοπτική πρέπει να ενταχθούν όλες οι καθημερινές μάχες για να μην περάσουν τα νέα χαράτσια, για την ανατροπή όλων των αντιλαϊκών μέτρων στην Υγεία.