Εταιρείες Προσωρινής Απασχόλησης, Ιδιωτικά Γραφεία Ευρέσεως Εργασίας, επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών «ανθρώπινου δυναμικού». Πίσω από τα παραπάνω ονόματα μπορεί κανείς να βρει τις επιχειρήσεις που «ενοικιάζουν» εργαζόμενους σε άλλες εταιρείες, τα σύγχρονα «δουλεμπορικά», όπως εύστοχα τις αποκαλούν εργαζόμενοι και σωματεία.
Πρόκειται για εταιρείες που διαφημίζουν τον «υψηλό βαθμό ευελιξίας» που παρέχουν στις επιχειρήσεις - πελάτες τους, μειώνοντας το «κόστος» τους. Τη δράση τους διευκολύνουν οι νόμοι που έχουν ψηφίσει οι κυβερνήσεις του κεφαλαίου και οι κατευθύνσεις της ΕΕ.
«Η επένδυση σε ανθρώπινο κεφάλαιο είναι η πιο δαπανηρή, μα και η πιο αποδοτική», αναφέρει χαρακτηριστικά μια από αυτές στην ιστοσελίδα της, διαβεβαιώνοντας πως διασφαλίζει «τις καλύτερες προϋποθέσεις απόσβεσης του κεφαλαίου»...
Στη μεγάλη δεξαμενή των «ενοικιαζόμενων» περιλαμβάνονται εργαζόμενοι που δουλεύουν κάτω από συνεχή αβεβαιότητα, άλλοτε μια μέρα το μήνα και άλλοτε επτά μέρες τη βδομάδα, με τα δικαιώματά τους να βρίσκονται στο στόχαστρο της εργοδοσίας και την ανεργία να τους περιμένει στη γωνία.
Εμπόριο: Κακοπληρωμένη δουλειά, «ευελιξία» και ομηρία
Εργαζόμενος πρόσφατα βρέθηκε στην ανεργία, μετά από επτά χρόνια δουλειάς με συμβάσεις στην εταιρεία «In Group», με την τελευταία διετία να δουλεύει στο κατάστημα «The Mart» (ιδιοκτησίας «Σκλαβενίτη»).
Οπως έχει επισημάνει το σωματείο, αυτό που «ενόχλησε» την εργοδοσία είναι η φωνή που καλεί τους εργαζόμενους να παλέψουν για μόνιμη και σταθερή δουλειά με δικαιώματα, ενάντια στις συνθήκες ομηρίας εκατοντάδων εμποροϋπαλλήλων που παρέχονται ως φτηνό και «ευέλικτο» προσωπικό, με συνεχώς ανανεούμενες συμβάσεις εργασίας σε εργοδότες του κλάδου.
Η δραστηριότητα του σωματείου, με κινητοποιήσεις στους άμεσους («In Group») και έμμεσους («The Mart») εργοδότες, αλλά και παρεμβάσεις στην Επιθεώρηση Εργασίας, έχει γίνει αφορμή για να βρεθούν στο επίκεντρο μια σειρά πλευρές της πραγματικότητας που αντιμετωπίζουν χιλιάδες εργαζόμενοι.
Οι εταιρείες που «ενοικιάζουν» εργαζόμενους σε επιχειρήσεις του κλάδου ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια, ενώ ανάμεσά τους υπάρχουν και μεγάλοι όμιλοι, που αναλαμβάνουν να βρουν, να εκπαιδεύσουν και να προμηθεύσουν στις επιχειρήσεις το προσωπικό που χρειάζονται.
Οι «ενοικιαζόμενοι» εργαζόμενοι έχουν από πάνω τους ταυτόχρονα δύο μεγαλοεργοδότες: Το «δουλεμπορικό» με το οποίο υπογράφουν σύμβαση, αλλά και την εργοδοσία του καταστήματος στο οποίο κάθε φορά καλούνται να δουλέψουν στην πραγματικότητα, με πλήρη «ευελιξία».
Σε αυτό το πλαίσιο, οι εμποροϋπάλληλοι που δουλεύουν μέσω των εταιρειών αυτών βλέπουν τις ώρες δουλειάς τους να αυξομειώνονται συνεχώς με βάση τις ανάγκες της επιχείρησης. Ενδεικτικά, σε μια από τις «συμβάσεις» με σχετική εταιρεία, ορίζεται πως «οι ημέρες εργασίας του εργαζόμενου καθορίζονται ανά μήνα και δεν θα υπολείπονται από μία (1) μηνιαίως, οι δε ώρες δεν θα υπολείπονται τις δύο (2) ημερησίως». Στην πράξη ο εργαζόμενος μπορεί να δουλεύει καθημερινά για 8 ώρες ή ακόμα περισσότερες, τίποτα όμως δεν εμποδίζει την εργοδοσία να εναλλάσσει τις υπερωρίες με την ακραία υποαπασχόληση, εφόσον αυτό εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντά της. Με τον τρόπο αυτό, γίνεται αδύνατον οι εργαζόμενοι να γνωρίζουν τις μέρες και τις ώρες εργασίας τους, αλλά και τις μηνιαίες αποδοχές τους, που αυξομειώνονται ανάλογα με τις ώρες εργασίας.
Οσον αφορά το ωρομίσθιο, αυτό κυμαίνεται γύρω στα 3 ευρώ την ώρα, ενώ δεν λείπουν φαινόμενα ανασφάλιστης ή υποδηλωμένης εργασίας. Στο Σύλλογο έχουν φτάσει καταγγελίες από εργαζόμενες σε πολυκαταστήματα που δουλεύουν ως «ενοικιαζόμενες» κατά την περίοδο των εκπτώσεων ή του εορταστικού ωραρίου και αμείβονται με «μισθό» 180 ευρώ, παρότι το πραγματικό τους ωράριο φτάνει ή και υπερβαίνει το 8ωρο.
Οι εργαζόμενοι βρίσκονται «όμηροι», δουλεύοντας με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Ανάμεσα στις ανανεώσεις συχνά μεσολαβούν διαστήματα ανεργίας για ενάμιση περίπου μήνα, είτε εμφανίζεται κάθε φορά διαφορετικός εργοδότης. Ετσι, ακόμα κι αν ο εργαζόμενος δουλεύει στην ίδια επιχείρηση και κάνει την ίδια δουλειά για χρόνια, στερείται το δικαίωμα να μετατραπεί η σύμβασή του σε αορίστου χρόνου.
Στα παραπάνω προστίθεται και η «εκπαίδευση» στις επιταγές των εργοδοτών, την οποία αναλαμβάνουν να παρέχουν οι εν λόγω εταιρείες. Οπως επισημαίνει ο εκπρόσωπος του σωματείου, πρόκειται για κανονικά «σεμινάρια» ενάντια στην οργάνωση στα σωματεία, τη συλλογική διεκδίκηση, τη συμμετοχή στην απεργία. Τα μαθήματα υποταγής συνοδεύονται από το ανάλογο «τυράκι»: Αν ένας εργαζόμενος έχει τρίμηνη σύμβαση του τάζουν εξάμηνη, αν έχει εξάμηνη του τάζουν δωδεκάμηνη και πάει λέγοντας, χωρίς να μπαίνει ποτέ τέλος στο καθεστώς της ανασφάλειας και της ομηρίας.
«Εκπαιδεύουν τους εργαζόμενους στα "θέλω" των εργοδοτών, προκειμένου να εξασφαλίζουν "ησυχία, τάξη και ασφάλεια" στους χώρους δουλειάς, προκειμένου οι εργαζόμενοι να μην έχουν απαιτήσεις, να μην διεκδικούν το δικαίωμα σε σταθερή δουλειά, Συλλογική Σύμβαση, αυξήσεις στους μισθούς», σχολιάζει.
Προσθέτει όμως πως όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι αγανακτούν, προβληματίζονται, απευθύνονται στο κλαδικό τους σωματείο και συζητούν πως «δεν μπορεί να είναι αυτό το παρόν και το μέλλον μας».
Τηλεπικοινωνίες: Εργαλείο για τη «συμπίεση» μισθών και δικαιωμάτων
Η «ενοικιαζόμενη» εργασία αποτελεί γενικευμένο φαινόμενο και στις επιχειρήσεις και τις ειδικότητες του κλάδου των Τηλεπικοινωνιών και της Πληροφορικής. Την εξάπλωση αυτής της άθλιας εργασιακής σχέσης και τα προβλήματα που συνεπάγεται για τους εργαζόμενους περιγράφει η Γιάννα Παπαδημητρίου, ταμίας του Συνδικάτου Εργατοϋπαλλήλων Τηλεπικοινωνιών και Πληροφορικής Αττικής (ΣΕΤΗΠ).
Οι «ενοικιαζόμενοι» αποτελούν ένα πολύ μεγάλο μέρος του συνόλου των εργαζομένων του κλάδου. Μια ενδεικτική εικόνα από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις έχει ως εξής: Στον όμιλο ΟΤΕ, στα τηλεφωνικά κέντρα αλλά και σε άλλα τμήματα όπως οι τεχνικοί πεδίου, φτάνουν τις 3,5 χιλιάδες εργαζόμενους. Στα τηλεφωνικά κέντρα της «Vodafone» αποτελούν το 92% του προσωπικού και στο τμήμα πληροφορικής το 40%. Σε «Forthnet» και «Cyta» υπολογίζονται σε 10% και 15% με 20% αντίστοιχα.
Με «όχημα» το εργασιακό αυτό καθεστώς, οι εργοδότες συμπιέζουν μισθούς και δικαιώματα προς τα κάτω. Οι μισθοί των «ενοικιαζόμενων» κινούνται στο ύψος του κατώτερου μισθού της ΕΓΣΣΕ, γεγονός που αντικειμενικά χτυπά τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας σε όποιες επιχειρήσεις υπάρχουν, ενώ εντείνεται με αυτόν τον τρόπο ο διαχωρισμός που οι εργοδότες επιβάλλουν μέσα στους χώρους δουλειάς. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα του ΟΤΕ: Η επιχειρησιακή ΣΣΕ που βρισκόταν σε ισχύ μέχρι τον περασμένο Δεκέμβρη δεν περιλαμβάνει τους χιλιάδες «ενοικιαζόμενους». Μεγάλη ευθύνη για το γεγονός αυτό έχουν οι δυνάμεις που πλειοψηφούν στα σωματεία και την Ομοσπονδία εργαζομένων του ομίλου, οι οποίες άλλωστε αρνούνται να εγγράψουν τους «ενοικιαζόμενους» ως μέλη τους.
Μια σειρά... παρενέργειες έχουν οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου, διάρκειας από ένα μήνα έως ένα χρόνο, αφού στερούν από τους εργαζόμενους βασικά δικαιώματα, όπως η προσαύξηση της κανονικής άδειας και η αποζημίωση στην περίπτωση απόλυσης. Καθώς μεταβάλλεται ανά τακτά διαστήματα ο εργολάβος με τον οποίο υπογράφουν σύμβαση, εμφανίζονται συνεχώς ως... νεοπροσληφθέντες, ακόμα κι αν έχουν στην πλάτη τους χρόνια στην ίδια δουλειά. «Κάθε χρόνο ξεκινάνε από την αρχή», σαν να είναι ο πρώτος τους χρόνος στη δουλειά, επισημαίνει το μέλος του ΔΣ του ΣΕΤΗΠ. Ιδιαίτερα ζητήματα προκύπτουν με εγκυμονούσες εργαζόμενες, οι οποίες βλέπουν συχνά τις συμβάσεις τους να μην ανανεώνονται. Μάλιστα, το ΣΕΤΗΠ και οι Σωματειακές Επιτροπές του έχουν οργανώσει παρεμβάσεις και κινητοποιήσεις καταγγέλλοντας απολύσεις εγκύων, κάτω από το πρόσχημα της σύμβασης που «έληξε», ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν μετρήσει και θετικά αποτελέσματα, με την επιστροφή των εργαζομένων στις θέσεις τους.
«Το ΣΕΤΗΠ από την ίδρυσή του έχει ξεκαθαρίσει ότι όλοι οι εργαζόμενοι που δουλεύουν στις εταιρείες του κλάδου μπορούν να γίνονται μέλη του», τονίζει η Γ. Παπαδημητρίου. Υπενθυμίζει πως αντίστοιχες αποφάσεις έχουν πάρει επιχειρησιακά σωματεία που έχουν κοινό βηματισμό με το κλαδικό («Forthnet» και «360 Connect»), ενώ σε παρόμοια κατεύθυνση έχει κινηθεί, με καθοριστική συμβολή των δυνάμεων που συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ, το σωματείο στη «Cyta».
Η κατάργηση της «ενοικιαζόμενης» εργασίας και η μετατροπή όλων των συμβάσεων σε συμβάσεις πλήρους ωραρίου και αορίστου χρόνου περιλαμβάνονται ανάμεσα στα βασικά αιτήματα του Συνδικάτου. Το αίτημα αυτό αντανακλάται στην πάλη του για επιχειρησιακές συμβάσεις που θα αποτελούν ασπίδα για τα εργασιακά δικαιώματα, θα συμβάλλουν στην ανάκτηση των απωλειών και θα ισχύουν για όλους τους εργαζόμενους. Αντανακλάται στο σχέδιο κλαδικής Συλλογικής Σύμβασης που έχει επεξεργαστεί το ΣΕΤΗΠ, καλώντας τους εργαζόμενους να οργανώσουν τον αγώνα και τη διεκδίκηση για την υπογραφή της.
Ευ. Χ