Οξύνεται ο ανταγωνισμός ΗΠΑ - Ρωσίας στην Ενέργεια
Την ίδια ώρα, εκατομμύρια νοικοκυριά στην ΕΕ είναι αντιμέτωπα με την «ενεργειακή φτώχεια»
Παρά το διακηρυγμένο στόχο της ΕΕ να περιορίσει την ενεργειακή της «εξάρτηση» από τη Ρωσία, οι εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου στις ευρωπαϊκές χώρες το 2017 ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο, όπως δείχνουν τα στοιχεία της ρωσικής εταιρείας φυσικού αερίου «Gazprom». Η διαπάλη για τις εξαγωγές φυσικού αερίου στην Ευρώπη έχει οξυνθεί τα τελευταία χρόνια, καθώς οι ΗΠΑ - με το υγροποιημένο αέριο (LNG) - επιδιώκουν να κερδίσουν το μεγαλύτερο μερίδιο της ευρωπαϊκής αγοράς. Εκεί αποσκοπεί και μεγάλο μέρος των κυρώσεων απέναντι στη Ρωσία, που πλήττουν και ευρωπαϊκούς - κυρίως γερμανικούς - επιχειρηματικούς ομίλους.
Η «Gazprom» εξήγαγε πέρυσι συνολικά 193,9 δισ. κυβικά μέτρα αερίου σε χώρες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης και την Τουρκία, δηλαδή 8,1% περισσότερο απ' ό,τι το 2016, όταν η αύξηση ήταν 12,44% για το τότε ρεκόρ των 178,3 δισ. κυβικών μέτρων. Ετσι, με τα νέα δεδομένα του 2017, αυξάνει το μερίδιο αγοράς της Ρωσίας στην Ευρώπη.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της «Die Welt», και ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής της Ευρώπης, η Νορβηγία, αύξησε τις εξαγωγές της προς την ΕΕ το 2017 και κατέχει σήμερα περίπου το 1/4 του μεριδίου αγοράς.
Την ίδια στιγμή, εκατομμύρια νοικοκυριά στην Ευρώπη είναι αντιμέτωπα με την «ενεργειακή φτώχεια», δηλαδή όλο και περισσότερο δυσκολεύονται να πληρώσουν τους λογαριασμούς φυσικού αερίου και ηλεκτρικού ρεύματος ή έχουν υποστεί διακοπές.
Η Γερμανία ο μεγαλύτερος αγοραστής
Ο μεγαλύτερος αγοραστής ρωσικού φυσικού αερίου παραμένει η Γερμανία, η οποία προμηθεύτηκε πέρυσι 53,4 δισ. κυβικά μέτρα από την «Gazprom» (αύξηση 7,2% από το 2016). Η Τουρκία, ο δεύτερος μεγαλύτερος αγοραστής, εισήγαγε επίσης ποσότητα ρεκόρ από τη Ρωσία και συγκεκριμένα 29 δισ. κυβικά μέτρα. Πάντως, η Αυστρία σημείωσε τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση (39%), εισάγοντας 8,5 δισ. κυβικά μέτρα. Οπως σχολιάζει η «Welt», η μεγάλη ποσότητα που εισήγαγε η Αυστρία δεν εξηγείται μόνο από την ισχυρή φιλορωσική κατεύθυνση του Ράινερ Ζέελε, πρώην επικεφαλής της «Wintershall» και νυν επικεφαλής της αυστριακής εταιρείας Ενέργειας OMV. Εξηγείται επίσης από τη μεγαλύτερη ανάγκη για τοπική υπόγεια αποθήκευση φυσικού αερίου, που είχε αδειάσει σε μεγάλο βαθμό μετά τον προηγούμενο βαρύ χειμώνα και από την οποία εξυπηρετήθηκαν τότε και οι γύρω χώρες, όπως η Γερμανία.
Το γεγονός ότι η Ρωσία διαθέτει επίπεδα ρεκόρ αερίου στην Ευρώπη - πέρα από τις καιρικές συνθήκες κάθε χρονιάς - έχει να κάνει βασικά με τις χαμηλότερες τιμές του φυσικού αερίου που μεταφέρεται με αγωγούς σε σύγκριση με το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), ένας από τους βασικούς εξαγωγέας του οποίου είναι οι ΗΠΑ. Μάλιστα, οι πιο «ευέλικτες» τιμές που προσφέρει η «Gazprom» στις ευρωπαϊκές χώρες και την Τουρκία, έχουν να κάνουν και με τους υπό κατασκευή αγωγούς «Turkish Stream» (Μαύρη Θάλασσα) και «Nord Stream 2» (καταλήγει στη βόρεια Γερμανία), θέλοντας ο ρωσικός κολοσσός να «εξαγοράσει» τη στήριξη των χωρών αυτών.
Οι αντιθέσεις για το «Nord Stream 2»
Θυμίζουμε πως ο «Nord Stream 2» συγχρηματοδοτείται από ευρωπαϊκούς ενεργειακούς κολοσσούς όπως η (γερμανική) «Wintershall» και η (αυστριακή) OMV και θα καλύπτει τις ετήσιες γερμανικές εισαγωγές αερίου. Στο πλαίσιο των ανταγωνισμών μεταξύ των ευρωπαϊκών μονοπωλιακών ομίλων, αλλά και μεταξύ ευρωπαϊκών και αμερικανικών, η ΕΕ προσπαθεί να μπλοκάρει την κατασκευή του με διάφορα προσχήματα (περιβαλλοντικοί παράγοντες, απεξάρτηση από τη Ρωσία, πολυμερές εμπόριο κ.λπ.). Η ΕΕ - λόγω οικονομικών και γεωστρατηγικών αντιθέσεων - θέλει να εμποδίσει τις νέες δυνατότητες που προσφέρει ο ρωσικός αγωγός και παράλληλα να διατηρηθεί η διαμετακόμιση φυσικού αερίου μέσω της Ουκρανίας, κάτι που η «Gazprom» υπολογίζει πως θα σταματήσει ή θα μειωθεί στο ελάχιστο από το 2019.
Ιδιαίτερα η Πολωνία και οι Βαλτικές χώρες ασκούν πιέσεις κατά της κατασκευής του «Nord Stream 2», αξιοποιώντας το ζήτημα για τις αντιθέσεις τους με τη Ρωσία και την πρόσδεση των επιχειρηματικών τους ομίλων με τις ΗΠΑ. Ενδεικτικά, η Πολωνία, τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2017, έχει μειώσει τις εισαγωγές φυσικού αερίου από τη Ρωσία, ενώ το 2017 εισήγαγε LNG από τις ΗΠΑ για πρώτη φορά.
Οι ΗΠΑ δεν κρύβουν την αντίθεσή τους στην κατασκευή του «Nord Stream 2», που θα μειώσει κατά πολύ τις αμερικανικές εξαγωγές LNG και απειλούν τους συμμετέχοντες στο έργο ομίλους με κυρώσεις. «Είναι ακατανόητο ότι ξαφνικά κάποια τρίτα κράτη απαγορεύουν κάτι που είναι ευεργετικό για την Ευρώπη», είχε δηλώσει το φθινόπωρο στη «Welt» ο Ρώσος υπουργός Ενέργειας, Αλεξάντερ Νόβακ. «Αυτά τα περιοριστικά μέτρα στοχεύουν στην αποτροπή του ανταγωνισμού. Δεν στρέφονται κατά της Ρωσίας, αλλά κατά της Ευρώπης, που χάνει την κυριαρχία της και τη δυνατότητα επιλογής για ενεργειακά έργα», πρόσθεσε.
Η «ενεργειακή φτώχεια» στα νοικοκυριά της Ευρώπης
Την ώρα που τα μονοπώλια «σφάζονται» για τους ενεργειακούς δρόμους και για την κερδοφορία τους, η θέρμανση και το ρεύμα για τα λαϊκά νοικοκυριά γίνονται όλο και ακριβότερα και πλέον η «ενεργειακή φτώχεια» εξελίσσεται σε έναν σημαντικό «δείκτη φτώχειας». Οπως δείχνουν στοιχεία της Eurostat (2016), το 8,7% των κατοίκων και το 21% των χαμηλόμισθων της ΕΕ δεν είχαν επαρκή θέρμανση.
Τα στοιχεία σε ορισμένες χώρες της ΕΕ φανερώνουν μια δραματική κατάσταση. Τα πιο υψηλά ποσοστά εμφανίζονται σε Βουλγαρία (39,2% του συνολικού πληθυσμού), Λιθουανία (29,3%), Ελλάδα (29,1%), Κύπρο (24,3%), Πορτογαλία (22,5%), Ιταλία (16,1%).
Στην «ευημερούσα» καπιταλιστική Γερμανία, μειώθηκε ελαφρά ο αριθμός των ανθρώπων που δεν μπορούν να ζεστάνουν επαρκώς το σπίτι τους, από 5,3% το 2013 σε 3,7% του συνολικού πληθυσμού και 12,4% των χαμηλόμισθων το 2016. Την ίδια χρονιά, όμως η σύνδεση φυσικού αερίου κόπηκε σε 38.576 γερμανικά νοικοκυριά λόγω απλήρωτων λογαριασμών.
Παρά τη μικρή βελτίωση, τα στοιχεία δεν μπορούν να κρύψουν το γεγονός ότι η «ενεργειακή φτώχεια» είναι και παραμένει ένα «σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα», υπογραμμίζει ο Γιοχάνες Τέμα, από το Ινστιτούτο για το Κλίμα, το Περιβάλλον και την Ενέργεια του Βούπερταλ. «Μια διακοπή ρεύματος ή φυσικού αερίου, που για τις επιχειρήσεις Ενέργειας είναι η "έσχατη λύση", για μια οικογένεια - ιδιαίτερα αν έχει μικρά παιδιά - είναι απόλυτη καταστροφή», σημειώνει και προσθέτει: «Εξάλλου η "ενεργειακή φτώχεια" δεν ξεκινάει με τη διακοπή του ρεύματος ή του αερίου», αλλά με την αδυναμία μιας οικογένειας να ζεσταθεί επαρκώς, να πληρώσει έγκαιρα το ρεύμα κ.λπ. Αυτό αφορά στη Γερμανία 6,6 εκατ. νοικοκυριά, τα οποία οι επιχειρήσεις Ενέργειας απειλούσαν το 2016 με διακοπή της παροχής.
Χειρότερη είναι η κατάσταση σε σχέση με το ηλεκτρικό ρεύμα των νοικοκυριών, που έχει ακριβύνει πολύ τα τελευταία χρόνια. Ενας λόγος είναι η χρηματοδότηση της επέκτασης και εξασφάλισης του δικτύου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (αιολική και ηλιακή ενέργεια), αλλά και η μείωση της τιμής του ρεύματος για τις βιομηχανίες, προκειμένου να γίνουν πιο ανταγωνιστικές. Ενδεικτικά, στη Γερμανία, η χρηματοδότηση των ΑΠΕ ανέρχεται σε δισεκατομμύρια ευρώ και η τάση είναι αυξητική. Τη λεγόμενη «ενεργειακή μετάβαση» πληρώνουν τα νοικοκυριά μέσω των φουσκωμένων λογαριασμών ρεύματος, το οποίο έχει ακριβύνει κατά 40% τα τελευταία 10 χρόνια, σύμφωνα με το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών. Ετσι, το 2016 κόπηκε το ρεύμα σε 328.000 γερμανικά νοικοκυριά εξαιτίας απλήρωτων λογαριασμών.