Τρίτη 3 Απριλίου 2018

Το πρόβλημα με το νερό δεν ήρθε από το πουθενά


Η πολυήμερη διακοπή της υδροδότησης στη Θεσσαλονίκη, που προκάλεσε μεγάλα προβλήματα στους εργαζόμενους, σε επαγγελματίες, στη λειτουργία σχολείων, νοσοκομείων κ.α., αναδεικνύει την έλλειψη υποδομών και συντήρησης, που είναι αναγκαία ακόμα και για την κάλυψη στοιχειωδών λαϊκών αναγκών, αλλά προσκρούει στη λογική της ανταποδοτικότητας και του καπιταλιστικού κέρδους. Το πρόβλημα παρουσιάστηκε εξαιτίας μεγάλης βλάβης (θραύσης) στον κεντρικό αγωγό υδροδότησης της πόλης από τις πηγές της Αραβησσού, που τροφοδοτεί με νερό (μαζί με τον Αλιάκμονα) το Πολεοδομικό Συγκρότημα Θεσσαλονίκης. Ο συγκεκριμένος αγωγός λειτουργεί από το 1977 και στη διάρκεια αυτών των 40 χρόνων έχουν εκδηλωθεί πέντε μεγάλες βλάβες, που οδήγησαν σε πολυήμερες διακοπές. Ποτέ δεν έγινε συντήρηση του αγωγού, με την ΕΥΑΘ να δικαιολογείται ότι «κανένας αγωγός ύδρευσης δεν συντηρείται όταν βρίσκεται σε λειτουργία, θα πρέπει να διακοπεί η παροχή. Αρα δεν υπήρχε θέμα προληπτικής συντήρησης». Το επιχείρημα είναι αστείο. Εδώ και 40 χρόνια, καμιά σχεδιασμένη προσπάθεια δεν έχει γίνει, ώστε να διασφαλίζεται η τακτική συντήρηση του δικτύου, χωρίς να απαιτείται η διακοπή της υδροδότησης.
***
Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να είχε κατασκευαστεί και ένας δεύτερος «εφεδρικός» αγωγός από το υδραγωγείο της Αραβησσού. Η διοίκηση της ΕΥΑΘ, όμως, και όλες οι κυβερνήσεις έκριναν ένα τέτοιο έργο ιδιαίτερα κοστοβόρο. Δεν φρόντισαν, όμως, ούτε για την κατασκευή ενός αγωγού μήκους περίπου 500 μέτρων, που να συνδέει τα δύο χωριστά υδραγωγεία, το ένα από την Αραβησσό και το άλλο από τον Αλιάκμονα, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα εναλλακτικής υδροδότησης σε περιπτώσεις αντίστοιχων βλαβών. Αυτό που καθορίζει την ανάπτυξη του δικτύου είναι η λογική «κόστους - οφέλους», όπως συμβαίνει και με άλλες υποδομές που αφορούν τις λαϊκές ανάγκες (αντιπλημμυρική, αντισεισμική, αντιπυρική προστασία κ.ά.). Το ζήσαμε στις πλημμύρες της Μάνδρας, το ζούμε κάθε χρόνο με τις πυρκαγιές, το ζουν και οι κάτοικοι στις πιο σεισμογενείς περιοχές της Ελλάδας. Με άλλα λόγια, ο όποιος σχεδιασμός δεν γίνεται με κριτήριο τις λαϊκές ανάγκες, αλλά υπακούει στη διασφάλιση και στην αύξηση της κερδοφορίας της επιχείρησης, που στην περίπτωση της ΕΥΑΘ παρέμεινε «ανθηρή» σε όλη τη διάρκεια της κρίσης, ενώ μόλις προχτές ανακοινώθηκε ότι και το 2017 η εταιρεία παρουσίασε αύξηση καθαρών κερδών κατά 32%. Και, βέβαια, ο προσανατολισμός αυτός της επιχείρησης καθόλου δεν αλλάζει από το γεγονός ότι η ΕΥΑΘ παραμένει κατά 51% στο κράτος, αφού συνεχίζει να λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και με βάση την ελληνική και την κοινοτική νομοθεσία για τη διαχείριση του νερού, που γίνεται σε βάρος των πραγματικών λαϊκών αναγκών.
***
Απ' αυτήν τη σκοπιά, είναι πρόκληση να κομπάζει η κυβέρνηση ότι θα δώσει το δικαίωμα στην Τοπική Διοίκηση να μπει στο μετοχολόγιο εταιρειών που πέρασαν στο ΤΑΙΠΕΔ, όπως είναι και η ΕΥΑΘ. Θυμίζουμε ότι το 74% των μετοχών της επιχείρησης έχει μεταβιβαστεί στο λεγόμενο «υπερταμείο» και πριν δύο μήνες αποφασίστηκε η πώληση του 24% των μετοχών της, ενώ ήδη το 26% είναι στο χρηματιστήριο. Ανεξάρτητα από το μελλοντικό ιδιοκτησιακό καθεστώς και την παραπέρα πορεία της ιδιωτικοποίησης, το βέβαιο είναι ότι το νερό θα γίνεται ακριβότερο για το λαό, ενώ οι επενδύσεις στο δίκτυο θα συνεχίσουν να υπηρετούν την κερδοφορία της επιχειρήσεις και τη διεύρυνση του πελατολογίου της, όπως γίνεται άλλωστε με το επενδυτικό σχέδιο ύψους 165 εκατ. ευρώ, με ορίζοντα το 2023. Την ίδια ώρα, οι ελλείψεις σε προσωπικό τσακίζουν κόκαλα, το ίδιο και η εντατικοποίηση της δουλειάς, ενώ ραγδαία εξαπλώνονται οι εργολαβίες, με ακόμα χειρότερες συνθήκες για τους εργαζόμενους σ' αυτές. Είναι βέβαιο ότι τα προβλήματα θα συνεχιστούν και θα ενταθούν, κι ας πανηγυρίζει η κυβέρνηση ότι διατηρεί το 50%+1 στον έλεγχο του Δημοσίου. Οσο για τον περιφερειάρχη και τους δημάρχους, που με αφορμή το πρόβλημα υδροδότησης ζητούν να αποδοθούν ευθύνες, ας τις ψάξουν στην πολιτική που στηρίζουν και οι ίδιοι: Την πολιτική της εμπορευματοποίησης του νερού και της ιδιωτικοποίησης της ΕΥΑΘ, για την οποία μάλιστα, ως Τοπική Διοίκηση, διεκδικούν να έχουν αυτοί το «μάνατζμεντ» και όχι το κεντρικό κράτος...

Α. Α.