Τρίτη 17 Οκτωβρίου 2017

Κάτι από Αυστρία


Κυβέρνηση «φιλική προς τις επιχειρήσεις»
Η Αυστρία είναι μία από τις πιο «επιτυχημένες» καπιταλιστικές οικονομίες στον κόσμο, που έχει από τους μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης στην ΕΕ. Ενδεικτικό της «αξιοπιστίας» της αυστριακής οικονομίας είναι ότι πρόσφατα η κυβέρνηση εξέδωσε 100ετές ομόλογο (κάτι εξαιρετικά σπάνιο), καθώς το μεγάλο ενδιαφέρον των επενδυτών δημιούργησε εμπιστοσύνη ότι θα μπορούσε να πουλήσει έναν τέτοιο τίτλο μέσω κοινοπραξίας τραπεζών. Κι ενώ ο πλούτος αυξάνεται, συγκεντρώνεται σε όλο και λιγότερα χέρια: Το 1% του πληθυσμού κατέχει το 40% της συνολικής ιδιοκτησίας, κάτι που την κατατάσσει στην πρώτη θέση της ευρωπαϊκής λίστας, με τη Γερμανία να ακολουθεί. Οι φτωχοί υπολογίζονται στο 1,5 εκατ. (18% του πληθυσμού) το 2016. Ομως άλλα 2,3 εκατ. άνθρωποι στηρίζονται στις κρατικές προνοιακές παροχές για να τα βγάλουν πέρα, διαφορετικά η φτώχεια θα άγγιζε στατιστικά το 45% του πληθυσμού (3,8 εκατ.), υπογραμμίζει η Οργάνωση Εργαζομένων (ΑΚ) που διεξάγει μελέτες για τα συνδικάτα.
Οι επισημάνσεις του αυστριακού βιομηχανικού κεφαλαίου δεν αφήνουν πολλά στη φαντασία για το τι περιμένει το λαό: «Για ένα σύγχρονο εργατικό δίκαιο χρειάζονται μεταρρυθμίσεις στον πολύ άκαμπτο εργάσιμο χρόνο, στις γραφειοκρατικές υποχρεώσεις και συνολικά στο μη μισθολογικό κόστος. Μια περαιτέρω μείωση του μη μισθολογικού κόστους, τουλάχιστον στο επίπεδο της Γερμανίας, πρέπει να αποτελεί πρωταρχικό στόχο. Η μείωση των εισφορών για τις αυστριακές επιχειρήσεις έχει καθυστερήσει». Στην ίδια κατεύθυνση οι βιομήχανοι ζητούν «αλλαγές στο σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης, δηλαδή στο σύστημα ασφάλισης της Υγείας», με «εξίσωση όλων των παροχών των ασφαλιστικών φορέων», φυσικά προς τα κάτω. «Η Αυστρία δεν έχει πρόβλημα εσόδων, αλλά πρόβλημα (υψηλών) δαπανών. Εδώ χρειάζεται διαρθρωτική, βιώσιμη εξοικονόμηση (σ.σ. περικοπές στις δαπάνες)», συμπληρώνουν.
Ποιοι θα «σφίξουν το ζωνάρι»
Τα αυστριακά κόμματα του κεφαλαίου περιγράφουν με ξεκάθαρα λόγια πού στηρίζεται η καπιταλιστική ανάπτυξη και ποιοι πρέπει να «σφίξουν το ζωνάρι»: «Μείωση του μη μισθολογικού κόστους για τις επιχειρήσεις. Μόνο έτσι θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας», «εκβιάζει» το Λαϊκό Κόμμα. Ολα τα κόμματα υποστηρίζουν μείωση του μη μισθολογικού κόστους της τάξης των 3 - 5 δισ. ευρώ το χρόνο και επίσης περικοπές των κοινωνικών δαπανών (4 - 5 δισ. ευρώ).
Για τις επιχειρήσεις προτείνεται νέα μείωση της φορολόγησης (από το 34% το 2005 έχει πέσει στο 25%). Λαϊκό και Ελεύθερο Κόμμα υποστηρίζουν φοροαπαλλαγή των επιχειρηματικών κερδών που επενδύονται, ενώ το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, πέρα από φοροελαφρύνσεις σε όλες τις επιχειρήσεις, μόνο για τις ντόπιες υπόσχεται αύξηση των επιδοτήσεων (π.χ. για Ερευνα) και μπόνους για κάθε επιπλέον θέση εργασίας που δημιουργείται.
Μαζί με όλα αυτά τα προνόμια για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, τα τρία αυτά κόμματα τάσσονται υπέρ μιας πιο «ελαστικής» αγοράς εργασίας και ρύθμιση των «άτυπων μορφών απασχόλησης», που είναι «αναπόφευκτες». Το 28,7% των Αυστριακών εργαζομένων υποαπασχολείται, ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά στην ΕΕ. Μάλιστα, σχεδόν 1 στις 2 εργαζόμενες υποαπασχολείται, εξαιτίας και της μεγάλης έλλειψης ή υπολειτουργίας των βρεφονηπιακών σταθμών. Γι' αυτό και η φτώχεια είναι πιο έντονη στις γυναίκες. Το Λαϊκό και το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα προτείνουν ο εργαζόμενος να προσαρμόζει το ωράριό του ανάλογα με τις ανάγκες της επιχείρησης (υποτίθεται και τις δικές του) στη λογική ενός «λογαριασμού», όπου θα συνυπολογίζονται οι ώρες εργασίας. Επίσης επιτρέπεται η εργασία έως και 12 ώρες τη μέρα. Το Ελεύθερο Κόμμα ζητά πιο απλό και πιο ευέλικτο εργατικό δίκαιο.
Εξω από το «κάδρο» των δεσμεύσεων των κομμάτων είναι οι 2,5 εκατ. χαμηλόμισθοι (στους συνολικά 4,2 εκατ.) που υποαπασχολούνται και ζουν κυριολεκτικά με μισθούς φτώχειας. Την ώρα που για τους επιχειρηματίες καταστρώνεται σημαντική μείωση του μη μισθολογικού κόστους, οι υποαπασχολούμενοι καλούνται να πληρώσουν 425 ευρώ το μήνα για Κοινωνική Ασφάλιση, δηλαδή σχεδόν το μισό εισόδημά τους.