Το νέο κύκλο της αντιλαϊκής επίθεσης σε βάρος των εργαζομένων και των συνταξιούχων σηματοδοτεί η σημερινή επιστροφή των κλιμακίων του κουαρτέτου στην Αθήνα, μετά και τη «συμφωνία επί της αρχής» στο πρόσφατο Γιούρογκρουπ.
Σύμφωνα με τις κυβερνητικές πηγές οι νέες περικοπές στο Ασφαλιστικό υπολογίζονται στο 0,75% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου 1,4 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Στην πρώτη γραμμή του τσεκουρώματος μπαίνει η λεγόμενη «προσωπική διαφορά», δηλαδή το ποσό που σύμφωνα με την κυβέρνηση θα συνεχιζόταν να καταβάλλεται σε όσους είναι ήδη συνταξιούχοι, για να καλύψει τη διαφορά ανάμεσα στη σύνταξή τους και τη νέα χαμηλότερη σύνταξη που προκύπτει από τον επανυπολογισμό με βάση το νέο νόμο. Από αυτήν τη νέα αντιασφαλιστική παρέμβαση, υπολογίζεται ότι πλήττονται περίπου 1,4 εκατομμύρια συνταξιούχοι, την ίδια ώρα που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, νομοθετώντας την «προσωπική διαφορά», «έσκιζε τα ρούχα της» ότι δεν πρόκειται να την αγγίξει και ότι οι κύριες συντάξεις δεν πρόκειται να μειωθούν.
Οι εκπρόσωποι των πιστωτών είχαν θέσει με ένταση το ζήτημα της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς ακριβώς και πριν από έναν χρόνο κατά τη διάρκεια της πρώτης αξιολόγησης, αλλά πέρυσι η αξιολόγηση είχε κλείσει χωρίς το αίτημα αυτό να γίνει αποδεκτό. Όμως, φέτος το ΔΝΤ επανήλθε ακριβώς με το ίδιο αίτημα, καθώς εκτιμά ότι από την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς θα προκύψει σταδιακά και σε βάθος περίπου 5 ετών ένα δημοσιονομικό όφελος που κυμαίνεται περίπου στο 0,75% - 1% του ΑΕΠ.
Να σημειωθεί, μάλιστα, ότι τον περασμένο Μάη, τη στιγμή δηλαδή που ψήφιζε την άμεση περικοπή επικουρικών συντάξεων σε πάνω από 250.000 συνταξιούχους, τη σταδιακή περικοπή μέχρι την πλήρη κατάργηση του ΕΚΑΣ, αντίστοιχες περικοπές στα εφάπαξ και στα μερίσματα των δημοσίων υπαλλήλων, η κυβέρνηση παρουσίαζε ως... «αντιστάθμισμα» τον ισχυρισμό ότι «έσωσε τις κύριες συντάξεις»! Έτσι και τώρα, ενόψει των νέων περικοπών στις κύριες συντάξεις που... «έσωσε» τον περασμένο Μάη, η κυβέρνηση υπόσχεται ως «αντιστάθμισμα» μειώσεις στον ΕΝΦΙΑ ή σε άλλα χαράτσια.
Οι νέες μειώσεις δεν είναι αποτέλεσμα των παράλογων αξιώσεων των δανειστών, αλλά ένα συγκεκριμένο σχέδιο που υπακούει στη στρατηγική του κεφαλαίου και της ΕΕ, που θεωρεί την Κοινωνική Ασφάλιση «κόστος» για την κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων και τα δημοσιονομικά του αστικού κράτους, βαρίδι για τη δυνατότητα ακόμα μεγαλύτερης κρατικής στήριξης των κερδών και της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων.