Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2016

Πληροφοριακά... για τα εργασιακά των λαών της Ευρώπης!

Τι ισχύει στα άλλα κράτη - μέλη της ΕΕ
Αυτό είναι και το «ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο» και οι «βέλτιστες πρακτικές» στην ΕΕ. Ας ρίξουμε, όμως, μια ματιά σε αυτό το «μοντέλο», όπως το βιώνει η εργατική τάξη στις ισχυρότερες καπιταλιστικές χώρες στην ΕΕ:
Στο Βέλγιο: Ψηφίστηκε νόμος που προβλέπει τη λεγόμενη «Συμφωνία για ανάπτυξη της απασχόλησης». Πρόκειται για νέο μέτρο, που δίνει τη δυνατότητα σε μια επιχείρηση να κλείνει συμφωνία για ρύθμιση του χρόνου εργασίας και αποζημίωσης των μισθωτών προκειμένου να κατακτηθούν νέες αγορές. Η συμφωνία αυτή μπορεί να κρατήσει δύο χρόνια. Μέχρι τώρα η μείωση του μισθού ή η απαίτηση για περισσότερη εργασία με τον ίδιο μισθό μπορούσαν να ισχύσουν μόνο για τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν δυσκολίες. Πρόκειται για τις συμφωνίες διατήρησης στην εργασία, που ονομάζονται «αμυντικές». Με το νέο νόμο αυτές οι συμφωνίες γίνονται «επιθετικές»...
Στη Γερμανία: Η πλήρης απασχόληση μειώνεται διαρκώς, δίνοντας τη θέση στις ελαστικές σχέσεις εργασίας. Οι θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης το 1997 ανέρχονταν στο 82,5% του συνόλου των θέσεων εργασίας και σήμερα έχουν πέσει στο 57%. Κατά την ίδια περίοδο αυξήθηκαν οι «ευέλικτες» μορφές απασχόλησης (συμβάσεις ορισμένου χρόνου, μερική απασχόληση, προσωρινή εργασία κ.ά.), φτάνοντας στο 43%, από 17,5% που ήταν το 1997.
Διαδεδομένη μορφή ελαστικής απασχόλησης αποτελούν οι λεγόμενες «mini jobs» ή «οριακή απασχόληση», που αμείβονται έως 450 ευρώ το μήνα. Με αυτή τη μορφή απασχολούνται περίπου 7 εκατομμύρια άνθρωποι (κυρίως σε χονδρικό και λιανικό εμπόριο, συντήρηση και επισκευή μηχανοκίνητων οχημάτων και μοτοσυκλετών, ξενοδοχεία και υπηρεσίες εστίασης, υγειονομική περίθαλψη και κοινωνική μέριμνα).
Μια ακόμη διαδεδομένη μορφή εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης είναι η εργασία μετά από κλήση - τηλεφώνημα (Arbeit auf Abruf). Ο εργαζόμενος δεν ξέρει πότε και για πόση ώρα θα εργαστεί και δεν έχει κανένα εργασιακό και κοινωνικό δικαίωμα (Υγεία, Ασφάλιση). Οι μηνιαίες απολαβές κυμαίνονται από 100 έως 300 ευρώ. Η πλειονότητά τους έχει μηνιαίες απολαβές περίπου 150 ευρώ, τις οποίες συμπληρώνει το κράτος με κάποιο επίδομα ανεργίας.
Επίσης, κάνει θραύση η λεγόμενη ενοικιαζόμενη εργασία, μέσω εργολαβικών και δουλεμπορικών γραφείων, που είναι ήδη 12.000 σε όλη τη χώρα. Επεκτείνεται και η λεγόμενη δουλειά με το «μπλοκάκι», υποτίθεται ως «αυτοαπασχολούμενοι», στην ουσία απαλλάσσοντας τους εργοδότες από ασφαλιστικές εισφορές.
Η έννοια του κατώτατου μισθού δεν υπάρχει, ενώ από φέτος υποτίθεται ότι ισχύει το κατώτατο ωρομίσθιο, των 8,50 ευρώ ανά ώρα, όχι όμως για όλους. Εξαιρούνται οι νέοι κάτω από 18 ετών, οι εκπαιδευόμενοι, οι μακροχρόνια άνεργοι κατά τους πρώτους 6 μήνες μετά την πρόσληψή τους, όσοι κάνουν πρακτική έως 3 μήνες. Εξαιρούνται ακόμα κλάδοι στους οποίους οι συλλογικές συμβάσεις προβλέπουν κατώτατο ωρομίσθιο χαμηλότερο από τα 8,50 ευρώ.
Στη Γαλλία: Η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση, σύμμαχος της συγκυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, κλιμακώνει την αντεργατική επίθεση. Προχώρησε στην περικοπή των δημόσιων δαπανών κατά 50 δισ. ευρώ (10 δισ. από τις παροχές ασθενείας του συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης, 10 δισ. από τις τοπικές κοινότητες και τα υπόλοιπα από το κράτος και τις υπηρεσίες του). Διευρύνεται η μερική απασχόληση, νέες μορφές ενοικίασης εργαζομένων σε όλους τους τομείς (πρόσφατο παράδειγμα η απελευθέρωση στους σιδηρόδρομους). Πρόσφατα, η κυβέρνηση πέρασε μέτρα για τη διευκόλυνση των απολύσεων και το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές.
Η μερική απασχόληση φτάνει το 18%, ενώ πολύ λιγότερες από τις μισές προσλήψεις είναι μόνιμες θέσεις εργασίας. Με πρόσχημα την αντιμετώπιση της ανεργίας, εφαρμόζονται μέτρα που επιτρέπουν στους εργοδότες να απασχολούν μέχρι τρία χρόνια, με συμβάσεις μαθητείας, νέους 16 έως 25 ετών, οι οποίοι αμείβονται με μόλις το 25% έως και το 78% του κατώτατου μισθού! Ακόμα, επιτρέπεται να απασχολούν μέσω συμβολαίων επαγγελματικής κατάρτισης νέους 16 έως 25 ετών που δεν έχουν προσόντα ή και άνω των 25, για 6 έως 21 μήνες, δίνοντάς τους το 55% έως 85% του κατώτατου μισθού.
Η κυβέρνηση Ολάντ προώθησε τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, ώστε ο εργοδότης να μπορεί να απασχολεί τον εργαζόμενο μέχρι 10 ώρες τη μέρα και κατόπιν συμφωνίας με την επιχείρηση μέχρι και 12 ώρες. Ο εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας παραμένει τυπικά στις 35 ώρες, όμως ορίζονται ως μέγιστο όριο οι 48 ώρες τη βδομάδα, που μπορούν να γίνουν 60 μετά από έγκριση της διοίκησης και να υπολογίζονται στο τρίμηνο. Η προσαύξηση του μισθού για τις υπερωρίες μειώνεται.
Με το λεγόμενο νόμο «Ελ Κομρί», που έβγαλε στο δρόμο δεκάδες χιλιάδες εργάτες, στο εξής με μια επιχειρησιακή συμφωνία οι κανόνες της κλαδικής σύμβασης θα μπορούν να αλλάξουν και να προσαρμοστούν στις ανάγκες της επιχείρησης. Παράλληλα, εισάγονται νέοι, ελαστικότεροι όροι για τις απολύσεις. Η εταιρεία θα μπορεί να επικαλεστεί «σημαντική έλλειψη ρευστότητας» ή «εταιρική αναδιοργάνωση, αναγκαία για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας», ενώ για εργαζόμενους πάνω από 20 χρόνια, οι αποζημιώσεις δεν θα ξεπερνούν τους 15 μισθούς.
Στη Βρετανία: Η κατάσταση της εργατικής τάξης είναι το ίδιο αρνητική, χωρίς η χώρα να έχει μνημόνια ή να είναι στην Ευρωζώνη, και θα συνεχίσει με την ίδια ένταση και μετά το Brexit. Τα τελευταία χρόνια, οι επίσημες στατιστικές εμφανίζουν τους αυτοαπασχολούμενους στα 4,5 εκατομμύρια, αλλά τα 2/3 απ' αυτούς είναι ουσιαστικά εργαζόμενοι με μπλοκάκι. Πάνω από 8 εκατομμύρια δουλεύουν με ελαστικές μορφές απασχόλησης. Τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί οι άνεργοι, φτωχοί εργαζόμενοι και χαμηλοσυνταξιούχοι, που αναγκάζονται να προστρέχουν στις λεγόμενες τράπεζες τροφίμων και τα συσσίτια.
Σύνηθες φαινόμενο αποτελούν οι λεγόμενες συμβάσεις «μηδενικών ωρών» (zero hour contracts) στις οποίες δεν καθορίζεται το ωράριο εργασίας! Η εργασία δίνεται όποτε αυτό απαιτείται από τις ανάγκες της επιχείρησης και οι εργαζόμενοι πληρώνονται μόνο για τις ώρες που εργάστηκαν. Με άλλα λόγια, οι εργαζόμενοι είναι ανά πάσα στιγμή διαθέσιμοι στον εργοδότη, δεν ξέρουν ούτε πότε, ούτε πόσες ώρες θα δουλέψουν και αμείβονται με ψίχουλα.
Οι συμβάσεις μηδενικών ωρών τριπλασιάστηκαν το 2015 και ανέρχονται στα 1,4 εκατομμύρια, ενώ τα συνδικάτα εκτιμούν ότι αφορούν σε 5 εκατομμύρια εργαζόμενους. Ετσι δουλεύουν οι εργαζόμενοι στις αλυσίδες λιανικής πώλησης και ταχυφαγείων.