Παρασκευή 18 Μαΐου 2018

ΓΕΡΜΑΝΙΑ Στόχος η φθηνότερη και πιο «ευέλικτη» εργασία για να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα


Την ώρα που ήδη εκατομμύρια εργαζόμενοι και άνεργοι ζουν στην αβεβαιότητα και στα όρια της φτώχειας


«Το 44% όλων των νέων προσλήψεων στη Γερμανία είναι μόνο με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Για χρόνια ή και δεκαετίες, οι εργαζόμενοι δεν μπορούν ποτέ να είναι σίγουροι για πόσο καιρό θα έχουν δουλειά. Περισσότερο από το 60% των εργαζομένων ηλικίας κάτω των 35 ετών ζουν με αυτήν την αβεβαιότητα. Μάλιστα, αυτός είναι ο κανόνας όχι μόνο στον καθαρά ιδιωτικό επιχειρηματικό τομέα, αλλά και στη δημόσια διοίκηση, στους ακαδημαϊκούς κ.λπ.».
«Μίνι τζομπς», μερική απασχόληση, προσωρινή και ορισμένου χρόνου εργασία, φτωχοί - κακοπληρωμένοι εργαζόμενοι. Αυτή είναι η εικόνα για εκατομμύρια εργαζόμενους στη Γερμανία σύμφωνα με τον «Ατλαντα της Εργασίας 2018», που δημοσιεύτηκε στις αρχές Μάη από το ερευνητικό ίδρυμα «Χανς Μπέκλερ» και τη Γερμανική Συνομοσπονδία Συνδικάτων (DGB). Με αυτές τις εργασιακές σχέσεις, που επεκτείνονται διαρκώς τις τελευταίες δεκαετίες, «ανθεί» η γερμανική καπιταλιστική οικονομία, ενώ η καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ απαίτησε ακόμη μεγαλύτερη «ευελιξία», μιλώντας την περασμένη Τρίτη στο συνέδριο της DGB. Κάλεσε τα συνδικάτα να «μην αποκλείουν νέες απαντήσεις για έναν ψηφιοποιημένο εργασιακό κόσμο» και «οι σχέσεις εργασίας στις νέες ψηφιακές επιχειρήσεις να μην εμποδίζονται από υπερβολικά πολλούς κανονισμούς».
Αναφέρθηκε στον νέο νόμο για τη «διευθέτηση» του χρόνου εργασίας, που καταργεί το 8ωρο και μειώνει την 11ωρη ξεκούραση μεταξύ δύο βαρδιών, λέγοντας πως δεν είναι «αποφασιστικής σημασίας» για τους εργαζόμενους να αντιταχθούν. «Σε τελευταία ανάλυση, τίποτα δεν θα κερδηθεί εάν οι νεοσύστατες επιχειρήσεις (start up) προσλαμβάνουν φαινομενικά αυτοαπασχολούμενους (δελτίο παροχής υπηρεσιών) για να παρακάμψουν τους ελέγχους του χρόνου εργασίας», είπε, τονίζοντας έμμεσα ότι υπάρχει «πλούσιο» αντεργατικό οπλοστάσιο στη διάθεση των επιχειρηματιών. Η Γερμανία πρέπει να παραμείνει διεθνώς ανταγωνιστική και στον ψηφιακό κόσμο, σημείωσε η καγκελάριος. «Πρόκειται για σημαντικά ζητήματα, όπως π.χ. πώς θα διατηρηθεί στην ψηφιακή εποχή η προστιθέμενη αξία στη βιομηχανία, που κάνει τη χώρα ισχυρή, ή η φορολόγηση των ψηφιακών επιχειρηματικών μοντέλων», εξήγησε.
«Πρέπει όλα να τα σκεφτούμε από την αρχή. Από το φορολογικό σύστημα μέχρι τα κοινωνικά ασφαλιστικά συστήματα», υπογράμμισε ακόμη η Μέρκελ, μιλώντας την Τετάρτη στη Βουλή.
Το βέβαιο είναι πως οι τεράστιες δυνατότητες που προσφέρει η τεχνολογική επανάσταση - που ονομάζεται «ψηφιοποίηση», «τεχνητή νοημοσύνη» κ.λπ. - δεν θα αξιοποιηθούν για να βελτιωθούν οι όροι δουλειάς και ζωής του γερμανικού λαού. Αντίθετα, η ακόμη μεγαλύτερη «ευελιξία» της εργασίας και οι λιγότερες ώρες δουλειάς και πληρωμής θα μειώσουν κι άλλο το εργασιακό «κόστος», ενώ θα εκτοξευθούν η παραγωγικότητα από τις νέες τεχνολογίες και η κερδοφορία των επιχειρήσεων. Εξάλλου, ήδη όλα τα προηγούμενα χρόνια το «γερμανικό θαύμα» στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό σε τέτοια αντεργατικά μέτρα (δημιουργώντας εκατομμύρια «προσωρινούς», κακοπληρωμένους εργαζόμενους), σε εργαζόμενους - λάστιχο και σε φτωχούς συνταξιούχους.
Υπερδιπλασιασμός της «άτυπης» εργασίας
Οπως τονίζεται στην πολυσέλιδη μελέτη, από τα μέσα της δεκαετίας του '80 η νομοθεσία στη Γερμανία διαρκώς «απελευθερώνει» την αγορά εργασίας για τους επιχειρηματικούς ομίλους και προωθεί τις όλο και πιο «ευέλικτες» μορφές απασχόλησης, τη συμπίεση των μισθών και άλλα μέτρα μείωσης του εργασιακού «κόστους». Ετσι, σήμερα, σε σχέση με τη δεκαετία του '90 οι λεγόμενες «άτυπες μορφές απασχόλησης» («μίνι τζομπς», προσωρινή εργασία, συμβάσεις ορισμένου χρόνου, συμβάσεις έργου, μερική απασχόληση έως 20 ώρες τη βδομάδα κ.ά.) έχουν υπερδιπλασιαστεί, όπως επίσης η μερική απασχόληση.
Ορισμένα στοιχεία για το εργατικό δυναμικό της Γερμανίας που δημοσιεύονται στον «Ατλαντα»:
Η γερμανική κυβέρνηση διαφημίζει συχνά το υψηλό ποσοστό απασχόλησης (το 75% του πληθυσμού ηλικίας 15 - 65 ετών) και τη χαμηλή ανεργία στη χώρα. Οι επίσημα άνεργοι ανέρχονται στα 2,5 εκατομμύρια,ωστόσο «άλλο 1 εκατ. ψάχνουν για δουλειά αλλά δεν καταμετρώνται ως άνεργοι, επειδή κάνουν κατάρτιση, συμμετέχουν σε κυβερνητικά προγράμματα απασχόλησης ή είναι εγγεγραμμένοι σε ιδιωτικά γραφεία ευρέσεως εργασίας».
Στο μεταξύ, ιδιαίτερα μεγάλος είναι ο αριθμός των ημιαπασχολούμενων: «Το 2016, από τους 31,5 εκατ.ασφαλισμένους εργαζόμενους τα 8,5 εκατ. ήταν με μερική απασχόληση. Πρόκειται για αύξηση μεγαλύτερη του 70% σε σχέση με το 2006». Σε αυτούς «θα πρέπει να προστεθούν και οι περίπου 5,1 εκατ. εργαζόμενοι με μίνι τζομπς (σ.σ. λίγες ώρες εργασίας, συχνά ανασφάλιστοι, μισθός έως 450 ευρώ), ως αποκλειστική πηγή εισοδήματος». Συνολικά οι εργαζόμενοι με «μίνι τζομπς» ανέρχονται σε 7,8 εκατ. και από αυτούς περίπου 2,7 εκατ. την έχουν σαν «δεύτερη δουλειά» για να συμπληρώσουν το εισόδημά τους, επειδή δεν μπορούν να ζήσουν με τον χαμηλό μισθό τους.
«Γκρίνια» για το «υψηλό εργασιακό κόστος»
Το ποσοστό των χαμηλόμισθων στη Γερμανία είναι το μεγαλύτερο από όλες τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, εξαιτίας και της αυξανόμενης «άτυπης» εργασίας. Πέρα από αυτούς που κάνουν δυο και τρεις δουλειές για να τα «φέρουν βόλτα», 1,2 εκατ. φτωχοί εργαζόμενοι εξαρτώνται από προνοιακά επιδόματα («Hartz IV»). Στη Γερμανία, οι φτωχοί εργαζόμενοι διπλασιάστηκαν από το 2004 έως το 2014. Ως παράδειγμα αναφέρονται οι εργαζόμενοι στα ξενοδοχεία και τον τουρισμό, που κερδίζουν κατά μέσο όρο μόλις 9,63 ευρώ την ώρα μεικτά, ποσό που δεν αρκεί για να αντεπεξέλθει κανείς στο υψηλό κόστος ζωής της χώρας.
Στο μεταξύ, η συζήτηση για το «υψηλό εργασιακό κόστος» στη Γερμανία - για ορισμένους κλάδους και ορισμένους εργαζόμενους - που αποτελεί τροχοπέδη για την ανταγωνιστικότητα της γερμανικής καπιταλιστικής οικονομίας πυροδοτήθηκε και από τα στοιχεία που ανακοίνωσε την Τετάρτη η Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία. Το 2017 οι Γερμανοί εργοδότες στους κλάδους της βιομηχανίας και των οικονομικών υπηρεσιών πλήρωσαν κατά μέσο όρο 34,50 ευρώ (μεικτά) για μία ώρα εργασίας, δηλαδή κατά 31% περισσότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ (26,30 ευρώ). Στη μεταποίηση, όπου ο διεθνής ανταγωνισμός είναι ιδιαίτερα έντονος, μία ώρα εργασίας στη Γερμανία κοστίζει κατά μέσο όρο 40,20 ευρώ, δηλαδή κατά 49% περισσότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ (27 ευρώ) και κατά 6% περισσότερο από ό,τι στη Γαλλία (38,10 ευρώ), «η οποία είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρωζώνη μετά τη Γερμανία και ισχυρός ανταγωνιστής της σε πολλούς κλάδους, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία», σημειώνουν γερμανικά ΜΜΕ.
«Οργανωμένη αδήλωτη εργασία»
Ενα ακόμη στοιχείο της έντασης της εκμετάλλευσης, τόσο των ξένων όσο και των ντόπιων εργαζομένων, είναι και το φαινόμενο της «οργανωμένης αδήλωτης εργασίας» μεταναστών και προσφύγων, κυρίως στα εργοτάξια και τις βιοτεχνίες. Σε αυτό αναφέρεται ρεπορτάζ της «Welt» (19/4/2018), φιλοξενώντας και συνέντευξη του γνωστού Γερμανού καθηγητή Οικονομικών, Φρίντριχ Σνάιντερ. Ο ίδιος τονίζει πως τόσο στα δημόσια όσο και στα ιδιωτικά έργα, κατασκευαστικές εταιρείες απασχολούν παράνομα εργαζόμενους από διάφορες χώρες.
«Οργανωμένες εγκληματικές συμμορίες πλαστογραφούν έγγραφα και τιμολόγια προς τις φορολογικές αρχές και τα ασφαλιστικά ταμεία. Στέλνουν φτηνούς εργαζόμενους από άλλες χώρες - συχνά από τη νοτιοανατολική Ευρώπη ή την Τουρκία - στη Γερμανία, κατευθείαν στην εμπορία ανθρώπων», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Οι «αδήλωτοι εργαζόμενοι» είναι πολύ πιο φθηνοί, εξηγεί ο καθηγητής Οικονομικών: «Στον τομέα των κατασκευών και του εμπορίου, η διαφορά κόστους μεταξύ νόμιμης απασχόλησης και αδήλωτης εργασίας είναι ιδιαίτερα μεγάλη. Επιπλέον: Η μαύρη εργασία μπορεί εύκολα να οργανωθεί και επειδή υπάρχουν λίγοι έλεγχοι». Στο μεταξύ, «η ραγδαία ανάπτυξη του κατασκευαστικού τομέα οδηγεί σε περισσότερη αδήλωτη εργασία. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα δίκτυα παράνομης απασχόλησης είναι πολύ πιο ευέλικτα από τα νόμιμα. Οταν ένας κατασκευαστής πρέπει να πραγματοποιήσει γρήγορα ένα έργο, δυσκολεύεται να βρει μια αναγνωρισμένη εταιρεία, σε αυτήν την περίοδο της "έκρηξης" των κατασκευών, όπου τα "βιβλία των παραγγελιών" είναι γεμάτα. Φυσικά, είναι πολύ πιο εύκολο να προσληφθεί ένας μεσάζων για να πάρει ένα λεωφορείο γεμάτο εργαζόμενους από τη Μολδαβία ή τη Βουλγαρία, και μάλιστα, αν είναι δυνατόν, με έγγραφα που το κάνουν να μοιάζει με νόμιμη απόσπαση», εξηγεί.
Πρόκειται για άλλη μια πλευρά της έντασης της εκμετάλλευσης από το κεφάλαιο που έχει την στήριξη του αστικού κράτους, ενώ ευθύνες έχει και ο εργοδοτικός συνδικαλισμός, που στη Γερμανία είναι κυρίαρχος και βασικός παράγοντας για την εμπέδωση κλίματος ταξικής συνεργασίας. Οι εργαζόμενοι και οι μετανάστες βιώνουν στις πλάτες τους τι σημαίνει να είσαι «ατμομηχανή» της ΕΕ, βλέποντας να χάνουν δικαιώματα για να θησαυρίζουν οι κεφαλαιοκράτες.

Ε. Μ.