Αντεργατική επίθεση στο εσωτερικό
Την ώρα που η τουρκική κυβέρνηση και η αστική τάξη κλιμακώνουν την επιθετικότητά τους σε όλα τα επίπεδα, με στόχο την αναβάθμιση του ντόπιου κεφαλαίου στην περιφέρεια αλλά και γενικότερα, ο τουρκικός λαός παραμένει αντιμέτωπος με όλο και πιο αμείλικτη επίθεση, καταρχήν στο δικαίωμά του να έχει ένα σταθερό μεροκάματο και να δουλεύει με αξιοπρέπεια.
Ενδεικτικές είναι μερικές μόνο από τις πιο πρόσφατες εξελίξεις σε μεγάλους χώρους δουλειάς, όπως τις καταγράφει και η ενημερωτική ιστοσελίδα «Sol» του ΚΚ Τουρκίας:
-- Στο εργοστάσιο του ομίλου «Kale» στο Τσανάκαλε (φτιάχνει κεραμικά, πλακάκια κ.τ.λ.) η εργοδοσία αποφάσισε πρόσφατα να απολύσει 450 από τους συνολικά 3.000 εργαζόμενους, προσπαθώντας να εμποδίσει την οργάνωση του προσωπικού στο συνδικάτο. Στη συγκεκριμένη μονάδα ουσιαστικά δεν λειτουργούσε σωματείο τα τελευταία 17 χρόνια. Τον τελευταίο καιρό, πάνω από 1.000 άτομα δήλωσαν συμμετοχή για τη δημιουργία συνδικαλιστικής οργάνωσης, προκαλώντας την ανησυχία της διοίκησης, που στοχοποίησε πρωτοπόρους εργάτες και άρχισε απολύσεις. Μεταξύ άλλων χρησιμοποίησε και το επιχείρημα της «ανήθικης συμπεριφοράς». Είχαν προηγηθεί μειώσεις σε μισθούς, αλλά και μείωση των διαλειμμάτων για το μεσημεριανό γεύμα.
-- Στον όμιλο της «Turk Telecom» (τηλεπικοινωνίες) δρομολογούνται επίσης εκατοντάδες απολύσεις, μετά από ανακοίνωση της διοίκησης ότι θα «απομακρυνθεί» το 25% του προσωπικού, με βάση εκτιμήσεις περί «χαμηλής απόδοσης». Οι εργαζόμενοι καλούνται στην πραγματικότητα να πληρώσουν τη νύφη του ανταγωνισμού για την κυριαρχία στον κλάδο, αφού την εργοδοσία προβληματίζει η μη έγκαιρη αποπληρωμή χρεών από την εταιρεία «Oger Group», που είναι ο βασικός μέτοχος της «Turk Telecom».
-- Αντιμέτωποι με την εργοδοτική επίθεση είναι και οι χιλιάδες εργαζόμενοι στα κρατικά εργοστάσια ζάχαρης, των οποίων την ιδιωτικοποίηση επιταχύνει η κυβέρνηση του ΑΚΡ. Στις 25 Μάρτη έγιναν αγωνιστικές κινητοποιήσεις σε μονάδες όπως αυτή στην περιοχή Λιουλεμπουργκάζ, ενάντια στην παράδοση της βιομηχανίας ζάχαρης στο κεφάλαιο. Συνδικαλιστές κατήγγειλαν, μεταξύ άλλων, ότι σε μονάδες που παλιότερα δούλευαν 1.110 άτομα, πλέον έχουν απομείνει μόλις 180.
Ολα τα παραπάνω είναι μερικά μόνο παραδείγματα από όσα βεβαιώνουν ότι η ενίσχυση του κεφαλαίου στην Τουρκία, για την οποία πασχίζει με κάθε μέσο η κυβέρνηση Ερντογάν, όχι μόνο δεν βελτιώνει τη ζωή των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων, αλλά αντίθετα είναι συνώνυμη με την επιδείνωσή της, σχετική και απόλυτη. Μόνος δρόμος για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων και αναγκών και του τουρκικού λαού είναι η οργάνωσή του ενάντια στην πολιτική που τον θέλει να στρατεύεται πίσω από τη στρατηγική του κεφαλαίου, ενάντια στους άλλους λαούς της περιοχής, η ενίσχυση του συντονισμένου αγώνα και της διεθνιστικής αλληλεγγύης με τους εργαζόμενους όλης της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.
Στοιχεία για την τουρκική οικονομία
Στο μεταξύ, την Πέμπτη η Τουρκική Στατιστική Υπηρεσία (TurkStat) έδωσε στη δημοσιότητα στοιχεία για την πορεία ανάπτυξης της τουρκικής οικονομίας. Σύμφωνα με αυτά, ο ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ για το 2017 διαμορφώθηκε στο 7,4% (το 2016 ήταν 3,2%).
Να σημειωθεί, πάντως, ότι στην τελευταία του έκθεση για την τουρκική οικονομία, ο Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ) εκτιμούσε (τον περασμένο Δεκέμβρη) ότι ο ρυθμός ανάπτυξης το 2017 θα ξεπερνούσε το 6% «με οδηγό ισχυρά χρηματοπιστωτικά κίνητρα και μια ανάκαμψη των εξαγωγών», αλλά το 2018 θα υποχωρήσει στο 4,5%. Ακόμα, ο Οργανισμός εντόπιζε μεγάλη αύξηση χρεών επιχειρήσεων και πολλές δυσκολίες για πρόσθετο δανεισμό και επενδύσεις.
Τέλος, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι τα τελευταία χρόνια η τουρκική κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε απανωτές υποτιμήσεις της τουρκικής λίρας έναντι των άλλων νομισμάτων, προσδοκώντας ότι μέσα από μια αύξηση των εξαγωγών (εξαιτίας του πιο ανταγωνιστικού νομίσματος) θα κάνει ισχυρές ενέσεις στο ΑΕΠ, «αντιμετωπίζοντας» έτσι άλλα προβλήματα, που όμως εκφράζουν ανισομετρίες και νομοτέλειες του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και αργά ή γρήγορα εκδηλώνονται.