Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία για τη σύγχρονη καπιταλιστική βαρβαρότητα στην ΕΕ, Χαμηλότεροι μισθοί, μερική απασχόληση, εγκατάλειψη της δουλειάς για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους, εντονότερη η απειλή της φτώχειας, σύνταξη σε μεγαλύτερη ηλικία και εξαθλίωση στα γηρατειά. Αυτή είναι η εικόνα για πολλές γυναίκες στις αναπτυγμένες χώρες της σύγχρονης καπιταλιστικής βαρβαρότητας της Βόρειας Ευρώπης, όπως φανερώνουν στοιχεία που δημοσιεύτηκαν χτες, με αφορμή την Παγκόσμια Μέρα της Γυναίκας.
Ενδεικτικά είναι τα στοιχεία της Eurostat: Η μισθολογική διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών στην ΕΕ έφτασε το 2016 στο 16,2%, «με άλλα λόγια οι γυναίκες κερδίζουν κατά μέσο όρο 84 σεντς για κάθε 1 ευρώ που κερδίζει ένας άνδρας την ώρα», τονίζει η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, με βασικές αιτίες της μισθολογικής διαφοράς την εμπειρία, το επάγγελμα, τη μόρφωση, την προϋπηρεσία, τη μερική απασχόληση κ.ά. Η Γερμανία φιγουράρει στις πρώτες θέσεις της λίστας (21,5%), πίσω από την Εσθονία (25,3%) και την Τσεχία (21,8%).
Αποκαλυπτικά είναι και τα σχετικά στοιχεία για τη μερική απασχόληση στην ΕΕ, όπου προβάλλεται ως δήθεν «επιλογή» της γυναίκας το να εργάζεται λιγότερο και να αμείβεται χαμηλότερα, προκειμένου να «εξισορροπεί την οικογενειακή με την επαγγελματική ζωή». Μόνο που βασική αιτία γι' αυτό είναι η έλλειψη βρεφονηπιακών σταθμών, το κόστος που πέφτει στις πλάτες των εργαζομένων, όπως και το ξεχαρβάλωμα των εργασιακών σχέσεων. Ετσι, το 32% των εργαζόμενων γυναικών στην ΕΕ είναι με μερική απασχόληση, έναντι του 8,8% των εργαζόμενων ανδρών. Πρώτες στη γυναικεία μερική απασχόληση είναι η Ολλανδία (77%), η Αυστρία (47%) και η Γερμανία (46%). Ακολουθούν το Βέλγιο (42%), το Ηνωμένο Βασίλειο (41%), η Δανία (37%) και η Σουηδία (36%).
Το γεγονός ότι η μητρότητα αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την εργασία των γυναικών, καθώς η προστασία της μητρότητας κοστίζει σε εργοδότες και κράτος, φαίνεται και από το εξής: Το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών με δύο παιδιά είναι στο 70%, ενώ για γυναίκες με τρία και περισσότερα παιδιά πέφτει στο 55%.
«Γυναικεία» φτώχεια
Η υποαπασχόληση και η ανεργία των γυναικών έχουν άμεσες αρνητικές επιπτώσεις στο εισόδημά τους και στη σύνταξή τους. Το 18% των γυναικών στην ΕΕ «απειλούνται από τη φτώχεια». Ας δούμε ενδεικτικά τι ισχύει στη Γερμανία, την ισχυρότερη καπιταλιστική οικονομία της Ευρώπης: Το 2016, 7,3 εκατ. γυναίκες βρίσκονταν σε κίνδυνο φτώχειας (17,8%), από 5,4 εκατ. δέκα χρόνια πριν (το 2006). Αυτό αφορά ιδιαίτερα τις ηλικιωμένες και τις συνταξιούχους, όπου 1 στις 5 γυναίκες 65 ετών και πάνω ζουν στα όρια της φτώχειας (με ή χωρίς σύνταξη).
Αντίστοιχη είναι και η εικόνα από την Αυστρία, όπου με αφορμή την Παγκόσμια Μέρα υπήρξαν σχετικά δημοσιεύματα και στοιχεία στα αυστριακά ΜΜΕ. Υπό τον τίτλο «Η φτώχεια είναι θηλυκή», τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας δείχνουν πως το 19% των γυναικών απειλούνται από τη φτώχεια. Ιδιαίτερα υψηλό είναι αυτό το ποσοστό στις μονογονεϊκές οικογένειες (38%), «επειδή οι ευκαιρίες εισοδημάτων είναι συχνά πολύ χαμηλές, ιδίως λόγω των υποχρεώσεων φροντίδας των παιδιών». Ομοίως, οι ηλικιωμένες γυναίκες που ζουν μόνες τους αντιμετωπίζουν πολύ υψηλό κίνδυνο φτώχειας, συγκεκριμένα το 22% των συνταξιούχων και το 33% όσων δεν παίρνουν σύνταξη. Πάνω από το 25% των νοικοκυριών στα οποία το βασικό εισόδημα προέρχεται από γυναίκα ζουν στο όριο της φτώχειας. Επιπλέον, «το ποσοστό κινδύνου φτώχειας ή περιθωριοποίησης μεταξύ των οικογενειών με τουλάχιστον 3 παιδιά είναι ανησυχητικά υψηλό, στο 31%», σημειώνεται.
Αναγκαστική επιλογή
Η Αυστρία είναι από τις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά στη γυναικεία υποαπασχόληση και χαρακτηρίζεται από μεγάλες ελλείψεις στην Προσχολική Αγωγή, με τους βρεφονηπιακούς σταθμούς να μην επαρκούν, ενώ σε ορισμένες περιοχές υπολειτουργούν. Ετσι, η μερική απασχόληση γίνεται αναγκαστική επιλογή των γυναικών. Η Ανίτα Πάλκοβιτς, εκ μέρους του Συνδικάτου Ιδιωτικών Υπαλλήλων (GPA), σημειώνει χαρακτηριστικά:
«Ας πάρουμε π.χ. το Εμπόριο, έναν κλάδο όπου κυριαρχούν οι γυναίκες εργαζόμενες. Εκεί δεν προσφέρονται σχεδόν καθόλου θέσεις πλήρους απασχόλησης. Οι επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου αξιοποιούν προηγμένα συστήματα πληροφορικής για να υπολογίσουν πώς ο εργάσιμος χρόνος μπορεί να προσαρμοστεί ιδανικά στη συχνότητα των πελατών και στις ημερομηνίες παράδοσης των εμπορευμάτων. Ετσι προκύπτουν τα μοντέλα ελαστικής μερικής απασχόλησης». Η ίδια προσθέτει πως συνολικά στον ιδιωτικό τομέα, όταν μια γυναίκα μειώσει τις ώρες εργασίας λόγω παιδιών, στη συνέχεια δεν έχει σχεδόν καμιά πιθανότητα να επιστρέψει στο πλήρες ωράριο.