Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2016

Τάσος Λειβαδίτης " Έτσι γεννήθηκαν οι σημαίες μας"

«Πάνω στα ματωμένα πουκάμισα των σκοτωμένων / εμείς καθόμασταν τα βράδια /και ζωγραφίζαμε σκηνές απ’ την αυριανή ευτυχία του κόσμου / Έτσι γεννήθηκαν οι σημαίες μας». Ο Τάσος Λειβαδίτης είναι ποιητής που έγραψε αυτούς τους στίχους, ο ποιητής που μας θυμίζει ότι πάντα «φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου». Έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα, στις 30 Οκτωβρίου του 1988.
Αιώνας εμπορίου  
H προσφορά κι η ζήτηση ρυθμίζουνε την κοινωνία
έλεγε ο μεγάλος αδερφός μου Mαρξ. Ένα μικρό, ανήθικο
    εμπόριο
κάθε χειρονομία, κάθε λέξη, κι η πιο κρυφή σου σκέψη ακόμα,
μεγάλα λόγια στις γωνιές των δρόμων, οι ρήτορες σαν τους
    λαχειοπώλες
διαφημίζοντας όνειρα για μελλοντικές κληρώσεις
τα αισθήματα στο Xρηματιστήριο, στα λογιστικά βιβλία
    δούναι και λαβείν, πίστωση, χρέωση,
ισολογισμοί, εκπρόθεσμες συναλλαγματικές, μετοχές,
    χρεώγραφα
κι ας κλαίει αυτή η γυναίκα στο δρόμο, τί σημασία έχει;
«ζούμε σε μια μεγάλη εποχή», οι παπαγάλοι δεν κάνουν 
    ποτέ απεργία
μικροί, ανάπηροι μισθοί αγορασμένοι με νεκρές 
    περηφάνειες
γνώση αβέβαιη, πληρωμένη μ’ όλη τη βέβαιη νειότη σου,
βρέχει νομίσματα, οι άνθρωποι τρέχουν σαν τρελλοί να τα 
    μαζέψουν
νομίσματα όλων των εποχών, ελληνικά, ρωμαϊκά, της Bαβυλώνας,
    δολλάρια ασημένια
η βροχή είναι πυκνή, ανελέητη, πολλοί σκοτώνονται
πλανόδιοι έμποροι αγοράζουνε τα πτώματα ― θα χρειαστούν
    μεθαύριο
σαν ανεξόφλητες αποδείξεις της «μεγάλης μας εποχής»,
κι αυτούς τους λίγους στίχους χρειάστηκε ένα ολόκληρο
    θησαυροφυλάκιο πόνου, για να τους αποσπάσω
απ’ τη φιλάργυρη αιωνιότητα, σαν τοκογλύφοι οι μέρες μας
μάς κλέβουν τη ζωή, τί ζέστη, θε μου, κι όμως βρέχει,
τί καιρός, μα δε θα μου τη σκάσετε εμένα, κύριοι,
είμαι ιδιοφυία στο είδος σας, πίστωση, χρέωση,
    ο Pοκφέλλερ άρχισε
πουλώντας καρφίτσες. Θα χτίσω, λοιπόν, κι εγώ ένα μεγάλο
    προστατευτικό σπίτι
με τις πέτρες που μου ρίξατε
σ’ όλη τη ζωή μου.