Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2019

ΕΡΕΥΝΑ: «Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΕΙΚΟΝΑ» Παγκόσμιος ανταγωνισμός και τεχνολογική πρόοδος θα επιδεινώσουν τη θέση εκατομμυρίων εργαζομένων


Απώλεια θέσεων εργασίας, συμπίεση μισθών και περικοπές σε κοινωνικές δαπάνες προβλέπονται για τις αναπτυγμένες βιομηχανικές χώρες

Οι νέες τεχνολογίες απειλούν την «ευημερία» εκατομμυρίων εργαζομένων, γιατί είναι στην υπηρεσία της καπιταλιστικής κερδοφορίας
Οι νέες τεχνολογίες απειλούν την «ευημερία» εκατομμυρίων εργαζομένων, γιατί είναι στην υπηρεσία της καπιταλιστικής κερδοφορίας
Παγκόσμιος ανταγωνισμός και αλληλεξάρτηση οικονομιών και κρατών, ψηφιοποίηση και δημογραφική αλλαγή. Αναλύοντας τις μακροπρόθεσμες συνέπειες αυτών των τριών βασικών τάσεων για τις καπιταλιστικές οικονομίες παγκόσμια, η έρευνα του γερμανικού ινστιτούτου «Bertelsmann - Stiftung» προβλέπει ότι η ζωή εκατομμυρίων εργαζομένων ή μελλοντικών εργαζομένων - και μάλιστα αναπτυγμένων «δυτικών» κρατών - θα επιδεινωθεί παρά τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας και την ασύλληπτη αύξηση του παραγόμενου πλούτου.
«Τώρα αρχίζει η υπεράσπιση της ευημερίας μας. Η μέχρι τώρα επιτυχημένη γερμανική οικονομία βρίσκεται όλο και περισσότερο υπό πίεση. Χωρίς αντίμετρα, επιφυλάσσονται μαζικές περικοπές». Με αυτά τα λόγια παρουσίασαν γερμανικά ΜΜΕ (π.χ. «Die Welt» κ.ά.) την έρευνα «Η μεγαλύτερη εικόνα».

Οπως γίνεται ξεκάθαρο από την έρευνα, στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία η «τράπουλα» ξαναμοιράζεται και αναμένονται σημαντικές αλλαγές και ανακατατάξεις σε όλο το μήκος και το πλάτος του χάρτη. «Μοχλός» αυτών των ανακατατάξεων - σύμφωνα με τη συγκεκριμένη έρευνα - είναι η τεχνολογική πρόοδος, που συνοψίζεται στην «ψηφιοποίηση» και την τεχνητή νοημοσύνη, ο όλο και εντονότερος ανταγωνισμός στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης και οι δημογραφικές αλλαγές στον πληθυσμό (γήρανση, μείωση των γεννήσεων, μετανάστευση).

«Αυτές είναι οι μακροπρόθεσμες (οικονομικές) τάσεις, που αλληλοενισχύονται, επιβάλλουν μεγάλες αλλαγές», σημειώνει η έρευνα προειδοποιώντας για απώλεια ανταγωνιστικότητας των ισχυρών «δυτικών» καπιταλιστικών κρατών και για «αυξανόμενες κοινωνικές εντάσεις», ενώ επιδιώκει να εξηγήσει πλευρές του σημερινού ανταγωνισμού για σφαίρες επιρροής, ενεργειακούς δρόμους και πρώτες ύλες.

Το βέβαιο είναι, σύμφωνα με τα ερευνητικά ευρήματα, πως η θέση εκατομμυρίων εργαζομένων αναμένεται να χειροτερεύσει, αντί να βελτιώνεται. Και αυτό που φυσικά δεν τολμούν να πουν οι ερευνητές, είναι ότι οφείλεται στα αδιέξοδα και τις αντιφάσεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, που βασίζεται στο κυνήγι του κέρδους, την ανταγωνιστικότητα και την ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, των πραγματικών παραγωγών του κοινωνικού πλούτου.

Αναθεώρηση των μισθών προς τα κάτω
Σε όλη την έρευνα επισημαίνονται οι «ευκαιρίες» και οι «κίνδυνοι» που ενέχονται στο μέλλον της καπιταλιστικής οικονομίας. Ιδιαίτερα η τεχνολογική πρόοδος - μια «ευλογία» που στον καπιταλισμό είναι «πρόκληση», αν όχι «κατάρα» - «είναι μια τάση που πέρα από νέες ευκαιρίες ανάπτυξης εμπεριέχει και κινδύνους, κυρίως για τους εργαζόμενους με χαμηλή ειδίκευση, που ως αποτέλεσμα της ψηφιοποίησης και της παγκοσμιοποίησης διατρέχουν τον κίνδυνο να μείνουν εκτός», προβλέπουν οι συγγραφείς. Παράλληλα, το λεγόμενο «χάσμα εισοδήματος», δηλαδή το χάσμα μεταξύ πλούτου και φτώχειας, κινδυνεύει να αποκλίνει ακόμη περισσότερο.

Στις ανεπτυγμένες βιομηχανικές χώρες, όπως η Γερμανία, «αναμένεται μια αύξηση της ανισότητας, επειδή τα εισοδήματα κεφαλαίου αποκτούν μεγαλύτερη σημασία και οι άνθρωποι με χαμηλή ειδίκευση θα συνεχίσουν να έχουν λίγες ευκαιρίες απασχόλησης στο μέλλον».

«Ως θετικό μπορεί γενικά να αναφερθεί ότι η οικονομική παγκοσμιοποίηση και η τεχνολογική πρόοδος έχουν μέχρι στιγμής αυξήσει τον πλούτο που μετράται από το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) σε όλες τις οικονομίες», όμως «ο διεθνής καταμερισμός της εργασίας και η τεχνολογική πρόοδος σε μια οικονομία οδηγούν επίσης σε επιδείνωση της απασχόλησης, των ευκαιριών εισοδήματος και κοινωνικής ενσωμάτωσης ορισμένων ομάδων».

Μάλιστα ο κίνδυνος εντοπίζεται στις ανεπτυγμένες οικονομίες, όπως οι ΗΠΑ και η Γερμανία, όπου «το εργατικό δυναμικό με χαμηλή ειδίκευση, ιδίως, μπορεί να εκτοπιστεί από τον ανταγωνισμό από χώρες με χαμηλό μισθολογικό κόστος» και να μην έχει πρόσβαση σε άλλες παροχές και «ευκαιρίες» (Υγεία, Εκπαίδευση, πολιτισμός, συμμετοχή σε μαζικές οργανώσεις κ.ά.). Οι συνέπειες είναι «κοινωνικές εντάσεις» και «πολιτική πόλωση».

Οι παγκόσμιες δημογραφικές εξελίξεις οδηγούν σε μια αναδιανομή του «εισοδήματος» που προκύπτει από εργασία, ισχυρίζονται οι ερευνητές, διευκρινίζοντας ότι «οι μισθοί αναμένεται να προσεγγίσουν έναν παγκόσμιο μέσο όρο». Ενώ όμως οι αναδυόμενες καπιταλιστικές οικονομίες - ειδικά στην Ασία - αναμένουν μια αύξηση των σημερινών εξευτελιστικών μισθών και εισοδημάτων, «στις ανεπτυγμένες βιομηχανικές χώρες δεν αποκλείεται η πτώση των πραγματικών εισοδημάτων».

Επιπλέον, «η υπάρχουσα οικονομική ανάπτυξη της Αφρικής κινδυνεύει να ανασταλεί εάν δεν δημιουργηθούν επαρκείς θέσεις εργασίας για τον ταχέως αυξανόμενο πληθυσμό», οξύνοντας τις μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη (κυρίως) και συμπιέζοντας περαιτέρω τους μισθούς.

Η ανταγωνιστικότητα των βιομηχανικών χωρών υπό πίεση
Επί του παρόντος, οι ανεπτυγμένες οικονομίες έχουν αποφασιστικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα στην παραγωγή προϊόντων υψηλής έντασης κεφαλαίου και τεχνολογίας, υπογραμμίζεται. Από την άλλη, σε μια προοπτική, αντιμετωπίζουν την απειλή να χάσουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητά τους. Η έρευνα εντοπίζει δύο βασικές αιτίες: Τη ραγδαία τεχνολογική ανάκαμψη των αναδυόμενων οικονομιών (ιδίως στην Ασία) και τις δημογραφικές τάσεις στον πληθυσμό.

«Ενώ η γήρανση του πληθυσμού στις βιομηχανικές χώρες επιδεινώνει την έλλειψη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού, ο αριθμός των νέων ατόμων σε παραγωγικές ηλικίες θα συνεχίσει να αυξάνει σε πολλές αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες χώρες τα επόμενα χρόνια», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Για τις βιομηχανικές χώρες με τη μεγαλύτερη πληθυσμιακή γήρανση (Ιαπωνία και Γερμανία), «η πίεση του παγκόσμιου ανταγωνισμού αυξάνει, καθώς η έλλειψη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού είναι μεγαλύτερη σε αυτές». Αλλά και «η ικανότητα καινοτομίας κινδυνεύει να μειωθεί σε μια ραγδαία γηράσκουσα κοινωνία, με τον κίνδυνο να μειωθεί η παραγόμενη υπεραξία από θέσεις υψηλής ειδίκευσης. Η Γερμανία απειλείται με απώλεια της διεθνούς ανταγωνιστικότητάς της και αυτό να συνοδευτεί με αύξηση της ανεργίας και μείωση μισθών», τονίζει η έρευνα.

Παρόλο που η Γερμανία, «ως ισχυρό εξαγωγικό έθνος, έχει ωφεληθεί πολύ από τον διεθνή καταμερισμό μέχρι στιγμής, υπάρχουν πάντα χαμένοι στην παγκοσμιοποίηση (σ.σ. στον ανταγωνισμό), εκτός από τους νικητές». Οπως εξηγούν οι ερευνητές, «ο ανταγωνισμός από χώρες με χαμηλό μισθολογικό κόστος ασκεί πιέσεις στους μισθούς της Γερμανίας» και άλλων αναπτυγμένων χωρών, οι δουλειές είτε θα υποστούν «εξορθολογισμό», είτε θα μεταφερθούν στο εξωτερικό.

Ως προς τη γήρανση του πληθυσμού, σημειώνεται ότι αυξάνει το κόστος της Κοινωνικής Ασφάλισης - για τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις και το κράτος - ενώ μελλοντικά τα κρατικά έσοδα μειώνονται. Ετσι το «κόστος» του εργαζόμενου «αυξάνει την πίεση στις επιχειρήσεις για εξοικονόμηση εργασίας (σ.σ. κατάργηση θέσεων εργασίας), η οποία οδηγεί σε ακόμα υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές», σε αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, περικοπές στις κρατικές δομές και υπηρεσίες φροντίδας των ηλικιωμένων.

Η ψηφιοποίηση ως «απειλή» για τους εργαζόμενους
Κι ενώ η ψηφιοποίηση της παραγωγής έχει αποτέλεσμα τη φτηνότερη και γρηγορότερη παραγωγή προϊόντων, η μονοπώληση των κλάδων «εμποδίζει την ευημερία» και τα μονοπώλια «εκμεταλλεύονται την ισχύ τους σε βάρος των καταναλωτών και των εργαζομένων».

Η μεγαλύτερη επίπτωση, όμως, της ψηφιοποίησης και της τεχνολογικής προόδου θα είναι μακροπρόθεσμα η απώλεια θέσεων εργασίας, αφού η καπιταλιστική κερδοφορία δεν μπορεί να «σηκώσει» οι εργαζόμενοι να δουλεύουν λιγότερο και να απολαμβάνουν περισσότερα. Μακροπρόθεσμα, από τα έτη 2040 - 2050 θα υπάρξουν «σημαντικές απώλειες θέσεων εργασίας - τόσο στον τομέα της μεταποίησης, όσο και στον τομέα των υπηρεσιών», σημειώνεται. Δηλαδή θα καταργούνται πολύ περισσότερες θέσεις σε σχέση με αυτές που θα δημιουργούνται.

Καθώς η Γερμανία αντιμετωπίζει ήδη μια αυξανόμενη έλλειψη ειδικευμένων εργαζομένων, υπάρχει μεγαλύτερο κίνητρο για τις εταιρείες να μειώσουν τις θέσεις εργασίας μέσω της αυξημένης χρήσης ρομπότ και τεχνητής νοημοσύνης, επομένως η εξέλιξη αυτή της απώλειας θέσεων εργασίας επιταχύνεται.

«Ιδιαίτερο κοινωνικό ενδιαφέρον για τη σημασία της ψηφιοποίησης έχει το ερώτημα εάν τα ρομπότ, οι υπολογιστές και η τεχνητή νοημοσύνη θα καταργήσουν το έργο των ανθρώπων - και επομένως την κύρια πηγή εισοδήματός τους», αφού στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής οι εργαζόμενοι πουλούν στους καπιταλιστές την εργατική τους δύναμη για να ζήσουν.

Εξάλλου, «με την ψηφιοποίηση και τις νέες τεχνολογίες γίνεται όλο και πιο εύκολη και φτηνότερη η λειτουργία των επιχειρήσεων από το εξωτερικό».

Οι ερευνητές φτάνουν στο συμπέρασμα ότι «οι ιδιοκτήτες κεφαλαίων επωφελούνται από αυτή την εξέλιξη, ενώ όσοι ζουν αποκλειστικά στηριγμένοι στην εργατική τους δύναμη βρίσκονται σε μειονεκτική θέση» και συνεχίζουν ότι «οι πολιτικοί αντιμετωπίζουν τη δύσκολη πρόκληση, από τη μια να δημιουργήσουν ένα δίχτυ ασφαλείας για τους εργαζόμενους και από την άλλη να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα».

Ομως όσο κυριαρχεί η εξουσία του κεφαλαίου, δεν μπορούν να βγουν κερδισμένοι οι εργαζόμενοι. Οι αντιφάσεις του καπιταλισμού δεν έχουν... γιατριά. Είναι ανειρήνευτη η ταξική πάλη, η αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας. Για να μπορούν να ικανοποιηθούν οι σύγχρονες λαϊκές ανάγκες, βασική προϋπόθεση είναι η ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι να πάρουν την εξουσία και τα κλειδιά της οικονομίας στα χέρια τους και να την σχεδιάσουν με στόχο όχι το κέρδος των λίγων, αλλά την ευημερία των πολλών.