Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2019

Νέες αντιδραστικές αλλαγές στο συνδικαλιστικό νόμο


Διατάξεις με στόχο τον ασφυκτικό έλεγχο των συνδικάτων από την εργοδοσία και το κράτος
Βαδίζοντας πάνω στο χαλί που της έστρωσε ο ΣΥΡΙΖΑ, με την απεργοκτόνα διάταξη που ψήφισε το 2018 και τους περιορισμούς που επέβαλε στη δυνατότητα των πρωτοβάθμιων σωματείων να κηρύσσουν απεργία, η κυβέρνηση της ΝΔ εντάσσει στο «αναπτυξιακό» πολυνομοσχέδιο νέες αντιδραστικές αλλαγές στο συνδικαλιστικό νόμο, κλιμακώνοντας την επίθεση, που στοχεύει στον ίδιο τον πυρήνα της συλλογικής οργάνωσης και δράσης των εργαζομένων.
Με διατάξεις του πολυνομοσχεδίου προωθείται η ακόμα μεγαλύτερη παρέμβαση του αστικού κράτους στις διαδικασίες των συνδικάτων και στις ίδιες τις Γενικές τους Συνελεύσεις, ενώ παράλληλα ανοίγει ο δρόμος για ενίσχυση του φακελώματος των εργαζομένων.
Συγκεκριμένα:
-- Προωθεί την ηλεκτρονική ψηφοφορία για τις «αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων και λοιπών οργάνων διοίκησης» των συνδικάτων, «συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων κήρυξης απεργίας», αφήνοντας μάλιστα σε δεύτερο χρόνο τον ορισμό «κάθε λεπτομέρειας για την εφαρμογή της παρούσης διάταξης» με απόφαση του υπουργού Εργασίας.
Η προωθούμενη επέμβαση στις διαδικασίες των συνδικάτων δεν είναι ούτε «εκδημοκρατισμός» ούτε «διευκόλυνση», όπως επιχειρεί να την παρουσιάσει η κυβέρνηση. Πέρα από τα ζητήματα που τίθενται για το αδιάβλητο τέτοιων διαδικασιών, το κύριο είναι ότι επιβάλλοντας στους εργαζόμενους ψηφοφορίες μακριά από οποιαδήποτε συλλογική διαδικασία, επιχειρούν να διευκολύνουν τον έλεγχό τους απευθείας από την εργοδοσία και τους ανθρώπους της, να υποσκάψουν τον ίδιο τον πυρήνα της συλλογικής δράσης ενός συνδικάτου, τη ζωντανή συμμετοχή των ίδιων των εργαζομένων στις δημοκρατικές λειτουργίες του, όπως είναι η Γενική Συνέλευση, η οποία αποτελεί και το πιο γνήσιο και αντιπροσωπευτικό του όργανο. Επιχειρούν να κόψουν τους δεσμούς των ίδιων των εργαζομένων μεταξύ τους, το αναφαίρετο δικαίωμά τους να ενημερώνονται και να συζητούν συλλογικά, να συνδιαμορφώνουν τα αιτήματά τους και το σχέδιο δράσης τους, να οργανώνουν τις απεργιακές και τις άλλες κινητοποιήσεις τους.
-- Αντίστοιχα, συνεχίζοντας την υλοποίηση μνημονιακών προαπαιτούμενων που ψήφισαν μαζί ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ, με το νομοσχέδιο προωθείται η δημιουργία «Γενικού Μητρώου Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων» στο υπουργείο Εργασίας.
Υπό το πρόσχημα της «αντιμετώπισης του κατακερματισμένου οργανωτικού συνδικαλιστικού συστήματος της χώρας μας» και των «σωματείων-σφραγίδων» - στη δημιουργία των οποίων βέβαια πρωτοστατούν οι ίδιοι οι εργοδότες και οι εργατοπατέρες όλων των μνημονιακών κομμάτων - ο πραγματικός στόχος της κυβέρνησης είναι να ανοίξει ο δρόμος για ενίσχυση του φακελώματος των εργαζομένων και του ασφυκτικού ελέγχου των πραγματικών συνδικάτων από το αστικό κράτος και την εργοδοσία.
Και εδώ, μάλιστα, με τη γνωστή μέθοδο της «σαλαμοποίησης», το νομοσχέδιο παραπέμπει σε απόφαση του υπουργού Εργασίας «κάθε θέμα σχετικά με τη δημιουργία του Μητρώου Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων και Οργανώσεων Εργοδοτών, τη δημοσιότητα των στοιχείων του και κάθε αναγκαία τεχνική λεπτομέρεια καθώς και τη χορήγηση πληροφοριών σε σχέση με τα στοιχεία του μητρώου και με την τήρηση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων...».
Η όλη διατύπωση της διάταξης δείχνει πως πρόκειται για μεθόδευση, αφού πρώτα επιδιώκει να δημιουργήσει το ηλεκτρονικό μητρώο, να ανοίξει δηλαδή ο δρόμος για το φακέλωμα και μετά όλα τα υπόλοιπα - που μόνο «λεπτομέρειες» δεν είναι - να καθορίζονται με Υπουργικές Αποφάσεις...
Αλλες διατάξεις
Επιχειρώντας να «χρυσώσει το χάπι» των νέων αντεργατικών ανατροπών, η κυβέρνηση με άλλες διατάξεις του πολυνομοσχεδίου επιχειρεί να φορέσει ένα «φιλεργατικό» προσωπείο.
Στο πλαίσιο αυτό σχεδιάζει την αύξηση του κόστους της «πρόσθετης εργασίας» στη μερική απασχόληση, ως μέσο μείωσης της αδήλωτης εργασίας, καθώς και τη δημιουργία «ηλεκτρονικής κάρτας εργαζομένων» όπου θα καταγράφεται ο χρόνος προσέλευσης και αποχώρησης από την εργασία. Προστίθεται επίσης διάταξη ότι καθυστέρηση μισθοδοσίας μεγαλύτερη των δύο μηνών θεωρείται βλαπτική μεταβολή στους όρους εργασίας του εργαζόμενου, ενώ επανέρχεται επίσης διάταξη που προέβλεπε ότι οι ΑΠΔ σε ηλεκτρονική μορφή δεν γίνονταν δεκτές από τον ασφαλιστικό φορέα (π.χ. πρώην ΙΚΑ, νυν ΕΦΚΑ) για τις περιόδους εκείνες που οι εργοδότες δεν είχαν καταβάλει ασφαλιστικές εισφορές. Ακόμα σχεδιάζεται αναβάθμιση των δυνατοτήτων του πληροφοριακού συστήματος «Εργάνη», με θεσμοθέτηση της υποχρέωσης των εργοδοτών να δηλώνουν και όσους εργαζόμενους ασφαλίζουν και πληρώνουν με εργόσημο.
Οι εν λόγω παρεμβάσεις βέβαια - ορισμένες από τις οποίες μάλιστα δεν αποκλείεται να κρύβουν κινδύνους για τους εργαζόμενους, ανάλογα με την τελική διατύπωση των διατάξεων - δεν αλλάζουν σε καμία περίπτωση το καθεστώς εργασιακής ζούγκλας, το οποίο βασίζεται σε ένα τεράστιο αντεργατικό νομοθετικό πλαίσιο που ενισχύεται και με το παρόν πολυνομοσχέδιο.
«ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ» ΠΟΛΥΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΝΔ
Με «πόρισμα» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ συμπληρώνει την αντεργατική νομοθεσία
Στο πολυνομοσχέδιο προβλέπονται εξαιρέσεις στις κλαδικές συμβάσεις υπέρ των επιχειρησιακών και υπερίσχυση των τοπικών κλαδικών έναντι των εθνικών
Με το σκέλος του «αναπτυξιακού» νομοσχεδίου που αφορά στα Εργασιακά, το ενδιαφέρον κυβέρνησης και επιχειρηματικών ομίλων επικεντρώνεται στο παραπέρα χτύπημα των κλαδικών συμβάσεων, με την πρόβλεψη για «ρήτρα εξαίρεσης» από την εφαρμογή τους και άλλα μέτρα.
Ως πρόσχημα για να εξαιρούνται επιχειρήσεις από την εφαρμογή μιας κλαδικής σύμβασης τίθεται η «οικονομική κατάσταση», την οποία θα μπορούν οι ίδιες να επικαλούνται. Με τον τρόπο αυτό ανοίγει κερκόπορτα για τη μη εφαρμογή των Συλλογικών Συμβάσεων και κατρακύλα όλων των μισθών στο όριο του κατώτερου.
Ειδικότερα, η σχετική διάταξη προβλέπει «να γίνονται εξαιρέσεις κατά την εφαρμογή των όρων των συλλογικών συμβάσεων προκειμένου να διευκολυνθούν για να ορθοποδήσουν».
Τέτοιες επιχειρήσεις, μεταξύ άλλων, είναι αυτές «που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα, δηλαδή επιχειρήσεις σε καθεστώς προπτωχευτικής διαδικασίας, ή πτώχευσης ή εξωδικαστικού συμβιβασμού ή εξυγίανσης, επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας και νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού σκοπού». Πρόκειται για μια μεγάλη γκάμα περιπτώσεων, που δίνει τη δυνατότητα στην εργοδοσία να παρακάμπτει ακόμα και τις ελάχιστες κλαδικές συμβάσεις που βρίσκονται σήμερα σε ισχύ.
Το είχαν προβλέψει οι ...εμπειρογνώμονες
Είναι εξάλλου χαρακτηριστικό ότι η νέα αντεργατική παρέμβαση στηρίζεται εξολοκλήρου στο πόρισμα της Επιτροπής Ειδικών Εμπειρογνωμόνων που για τον ίδιο σκοπό είχε συστήσει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Στο πόρισμα αυτό, το οποίο είχε δημοσιοποιηθεί το Σεπτέμβρη του 2016 και η τότε κυβέρνηση το είχε αξιολογήσει θετικά, προβλεπόταν ήδη ρήτρα εξαίρεσης.
Ειδικότερα για το ζήτημα της «ευνοϊκότερης σύμβασης», αν δηλαδή η σύμβαση με τους καλύτερους όρους για έναν εργαζόμενο θα υπερισχύει έναντι όλων των άλλων, η Επιτροπή πρότεινε τα εξής: «Μισθολογικές συμφωνίες με μικρότερο επίπεδο μισθών δεν μπορεί να είναι χαμηλότερες από τις εθνικές/κλαδικές συμφωνίες που έγιναν σε υψηλότερο επίπεδο. Οι κοινωνικοί εταίροι, ωστόσο, θα πρέπει να συμφωνήσουν σε "ανοιχτές ρήτρες" πάνω σε συγκεκριμένα θέματα, τα οποία θα επιτρέπουν προσωρινές παρεκκλίσεις από τις κλαδικές ή ομοιοεπαγγελματικές συμφωνίες (αλλά όχι από νομικές προδιαγραφές) στην περίπτωση επειγουσών οικονομικών αναγκών της εταιρείας. Οι παρεκκλίσεις μπορούν να συμφωνούνται μόνο από τους κοινωνικούς εταίρους που υπέγραψαν την αντίστοιχη συμφωνία».
Μάλιστα, ένα μέρος της Επιτροπής πήγαινε παραπέρα, καθώς θεωρούσε πως «η μισθολογική ευελιξία στο μικρο-επίπεδο είναι σημαντική» και ότι «η ιεραρχία των συλλογικών διαπραγματεύσεων πρέπει να διέπεται από την αρχή της επικουρικότητας, όπου συμβάσεις που συνάπτονται σε επιχειρησιακό επίπεδο, εγγύτερα των εμπλεκόμενων εργαζομένων και επιχειρήσεων, υπερισχύουν συμβάσεων που συνάπτονται σε κλαδικό/ομοιοεπαγγελματικό/εθνικό επίπεδο». Δηλαδή, οι επιχειρησιακές συμβάσεις να υπερισχύουν ντε φάκτο των κλαδικών!
Αλλες δύο ρυθμίσεις - φωτιά
Κι όχι μόνο αυτό, αλλά με άλλη διάταξη ορίζεται ντε φάκτο ότι «η εθνική κλαδική ή ομοιοεπαγγελματική συλλογική σύμβαση δεν υπερισχύει αντίστοιχης τοπικής», που σημαίνει ότι μια κλαδική θα μπορεί να ξηλώνεται προς όφελος της εργοδοσίας και με την υπογραφή μιας αντίστοιχης τοπικής!
Πάνω σ' αυτό το έδαφος πατάει σήμερα η κυβέρνηση για να πάει ένα βήμα παραπέρα την αντεργατική επίθεση, παρουσιάζοντας ως «κανονικότητα» για την ανάπτυξη και τα κέρδη του κεφαλαίου την απάλειψη ακόμα και των ελάχιστων περιορισμών στην τήρηση των κλαδικών συμβάσεων, οδηγώντας βήμα βήμα στην πλήρη κατάργησή τους.
Ζήτημα τίθεται, τέλος, και με την επεκτασιμότητα των κλαδικών συμβάσεων, που αποσπασματικά νομοθέτησε ο ΣΥΡΙΖΑ, καθώς στο πολυνομοσχέδιο τίθενται επιπλέον όροι, πέρα από το να εκπροσωπούν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις το 50%+1 των εργαζομένων του κλάδου.
Ο όρος που προστίθεται είναι να υπάρχει «τεκμηρίωση των επιπτώσεων της επέκτασης στην ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση και κοινοποίηση αυτής στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας», που σημαίνει ότι μια κλαδική σύμβαση θα παραμένει ανενεργή και επί της ουσίας άκυρη, αν υπάρχει εκτίμηση από τα «δεσμευόμενα μέρη» ότι η υποχρεωτική επέκτασή της μπορεί να πλήξει την ανταγωνιστικότητα του κλάδου.