Από atexnos.gr
Γράφει ο Πάνος Αλεπλιώτης //
O δομικός ορθολογισμός στη Σουηδική γεωργία, μετά την ένταξη στην ΕΕ το 1994, εξαπλώνεται με μεγάλη ταχύτητα. Στις πεδιάδες της Νότιας Σουηδίας τα 10 αγροκτήματα έγιναν ένα, σε μόλις 25 χρόνια. Η μετατροπή έχει συνέπειες, τόσο στην διαμόρφωση του τοπίου όσο και για τη βιοποικιλότητα και για τους αγρότες που επέζησαν στον ανταγωνισμό.
Σύμφωνα με την στατιστική του υπουργείου Γεωργίας μειώθηκε ο αριθμός των γεωργικών εκμεταλλεύσεων στη Σουηδία κατά την περίοδο της 25ετιας, δηλαδή από τότε που μπήκε η Σουηδία στην ΕΕ, από 100.000 στις 67.000.
Η πραγματική αλλαγή, όμως, είναι πολύ μεγαλύτερη. «Μόνο 16.000 είναι οι γεωργοί πλήρους απασχόλησης στη Σουηδία», λέει ο Anders Wästfelt ερευνητής στην αγροτική ιστορία στο Σουηδικό Πανεπιστήμιο Γεωργικών Επιστημών που όμως αντιπροσωπεύουν το 85 % της αξίας της γεωργικής παραγωγής, σύμφωνα με το υπουργείο.
Οι 16. 000 πλήρους απασχόλησης, αντιπροσωπεύουν το 24% του συνολικού αριθμού των αγροτικών εκμεταλλεύσεων στη Σουηδία και ταυτόχρονα το λίγο πάνω από το 1% του συνόλου των οικονομικά απασχολουμένων.
Οι υπόλοιποι 50 και χιλιάδες έχουν την γεωργία σαν συμπληρωματική απασχόληση. Αυτό σημαίνει ότι όλοι οι επιχειρηματίες πλήρους απασχόλησης θα μπορούσαν να χωρέσουν σε ένα ποδοσφαιρικό στάδιο. Πάνω από το μισό αυτών των επιχειρήσεων βρίσκονται σε τρεις νομούς της Ν. Σουηδίας. Το 2013 δημιούργησαν οι πλήρους απασχόλησης επιχειρήσεις τζίρο αξίας 42 δισεκατομμυρίων κορωνών ( 4,2 δις ευρώ) ποσό που αντιστοιχεί στο 85% της αξίας του συνόλου της γεωργικής παραγωγής.
Η έκταση που χρησιμοποιείται για τις εταιρείες πλήρης απασχόλησης είναι 1,8 εκατομμύρια εκτάρια αρόσιμης γης, που αντιπροσωπεύει το 70 % όλων των αρόσιμων γαιών και 283. 000 εκτάρια, ή το 64% όλων των βοσκοτόπων.
Οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις δεν έχουν μειωθεί. «Η αλήθεια είναι ότι «αγρότες τρώνε αγρότες» επινοικιάζοντας η αγοράζοντας αγροκτήματα που εγκαταλείπουν τον αγώνα. Την ίδια στιγμή όμως καταλαβαίνουν πως είναι απαραίτητο να μπορούν να μισθώσουν η να αγοράσουν πιο μεγάλες εκτάσεις για να μπορούν να επιβιώσουν. Έχουν επίγνωση ότι θα ήταν οι ίδιοι στην θέση να εγκαταλείψουν αν δεν έχουν μεγαλύτερες εκτάσεις» λέει Camilla Eriksson του Σουηδικού Πανεπιστήμιου Γεωργικών Επιστημών.
Οι Εταιρείες παραγωγής γάλακτος, μεγάλα χοιροστάσια και πτηνοτροφεία είναι οι επιχειρήσεις εντατικής κτηνοτροφίας με μεγάλο αριθμό ζώων, τόσο ώστε σχεδόν όλες να είναι πλήρους απασχόλησης επιχειρήσεις.
Οι κτηνοτροφικές επιχειρήσεις προβάτων είναι πιο μικρές και μόνο οι μισές είναι πλήρους απασχόλησης. Στα δημητριακά, οι μεγάλοι καλλιεργητές έχουν οι ίδιοι αρχίσει να μπαίνουν στα διεθνή χρηματιστήρια πρώτων υλών προκειμένου να είναι σε θέση να πουλήσουν στο σωστό χρόνο και να πάρουν μια υψηλότερη τιμή. Ορισμένοι μεγαλοαγρότες έχουν σαν στρατηγική τους να καλλιεργούν είδη όπου η τιμή δεν καθορίζεται στην παγκόσμια αγορά.
Μπορεί να υπάρχουν διάφορες ειδικές καλλιέργειες, όπως πχ βρόμη χωρίς γλουτένη, που μπορεί να πωληθεί στην παγκόσμια αγορά με απευθείας παραγγελίες.
ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ
ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ
Δείτε την τεράστια διαφορά επιδοτήσεων της ΕΕ μεταξύ Ελλήνων και των υπόλοιπων Ευρωπαίων και αντίστοιχα των Σουηδών αγροτών που είναι πρώτοι μαζί με τους Φιλανδούς. Ποιοι αγρότες όμως; Ο Fredrik Erixon στο βιβλίο του “Τι έχει κάνει η ΕΕ για την Σουηδία”, αναφέρει ότι «η αγροτική πολιτική της ΕΕ εχει δημιουργήσει μεγαλύτερα αγροκτήματα με λιγότερους αγρότες. Τις επιδοτήσεις τις παίρνουν επιχειρηματίες που ήδη έχουν τεράστιες περιουσίες και σε άλλους κλάδους της οικονομίας και δεν θα είχαν ανάγκη να ασχοληθούν με την γεωργία».
Μεγάλες γαλακτοβιομηχανίες, δυνατοί οικονομικά κτηματίες και μεγάλα αγροκτήματα παίρνουν τις επιδοτήσεις. Στη λίστα των δέκα πρώτων επιχειρήσεων που έχουν πάρει τις μεγαλύτερες επιδοτήσεις είναι μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις όπως η βιομηχανία ζάχαρης Nordic Sugar , η γαλακτοβιομηχανία Arla Food Ingredients και άλλα μεγαθήρια που έχουν την δύναμη της μεγάλης έκτασης και τον αριθμό των ζώων που απαιτείται για να συμμετέχουν σε όλα τα προγράμματα της ΕΕ και στις επιδοτήσεις του Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.
Ενδεικτικά η βιομηχανία ζάχαρης Nordic Sugar και η γαλακτοβιομηχανία Arla τα τελευταία 5 χρόνια (2012-2017) έχουν πάρει επιδοτήσεις και συμμετοχές ύψους 15 εκατομμυρίων ευρω. Αντίστοιχα επιδοτούνται απευθείας τα αγροκτήματα των ίδιων επιχειρήσεων με ποσά των 2 και 3 εκατομμυρίων ( στοιχεία στατιστικής του υπουργείου Γεωργίας), ποσά άπιαστα για τις μικρότερες επιχειρήσεις, πόσο μάλλον για μικρούς και μεσαίους αγρότες
«Μελλοντική επισιτιστική ασφάλεια»
Η εξειδίκευση έχει συνέπειες. Δεν εξαφανίζει μονο τους μικρούς αγρότες αλλά παρεμβαίνει βίαια και στο περιβάλλον και στην βιοποικιλότητα. Το τοπίο αλλάζει, από τη μικρή κλίμακα σε μεγάλη κλίμακα, με σαφή όρια μεταξύ πυκνού δάσους και τις μεγάλες γεωργικές εκτάσεις χωρίς ενδιάμεσο περιβάλλον. Πολλά άγρια φυτά και ζώα εξαφανίζονται, και ένα μεγάλο μέρος από τα Σουηδικά είδη που απειλούνται με εξαφάνιση έχει μειωθεί λόγω των σημαντικών μεταβολών στην εντατικοποίηση της γεωργίας.
«Μια βασική πτυχή της γεωργίας είναι ότι διαμορφώνει την μελλοντική γεωργική γη», λέει ο Anders Wästfelt.
«Για να είμαστε σε θέση να τροφοδοτήσουμε με τρόφιμα έναν πληθυσμό σε προοπτική 50-100 ετών πρέπει να έχουμε πρόσβαση σε γεωργική γη. Γνωρίζουμε επίσης ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα του κλίματος.
Ορισμένα μέρη του κόσμου θα είναι πολύ δύσκολο να καλλιεργηθούν στο μέλλον, ενώ οι συνθήκες στη Σουηδία, θα είναι, εν μέρει, καλύτερες με την ετήσια αύξηση της θερμοκρασίας. Ως εκ τούτου, οι μακροπρόθεσμες στρατηγικές είναι απαραίτητες όταν πρόκειται για την γεωργία», συνεχιζει ο Anders Wästfelt.
«Η Σουηδία εισάγει όλο και περισσότερα τρόφιμα, και η σουηδική αυτάρκεια είναι τώρα από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη.
Αυτό σημαίνει ότι χάνουμε τον έλεγχο στο φαγητό που βάζουμε μέσα μας, παράδειγμα ο τύπος των χρησιμοποιουμένων φυτοφαρμάκων. Έχουμε μια παράδοξη κατάσταση όπου στην Σουηδία τοποθετούμε υψηλές απαιτήσεις για τη γεωργία από περιβαλλοντικές και ηθικές παραμέτρους, αλλά εισάγουμε τρόφιμα που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις αυτές .Οι αγρότες διαμορφώνουν το τοπίο. Δεν μπορούμε να το υποκαταστήσουμε έχοντας την παραγωγή αλλού στον κόσμο. Χωρίς γεωργία, θα έχουμε ένα μονότονο και βαρετό τοπίο» λέει η Camilla Eriksson.
Η αστική τάξη της ΕΕ συρρικνώνει την αγροτική παραγωγή και τους απασχολουμένους στην αγροτική παραγωγή με την δημιουργία μεγάλων μονοπωλιακών αγροτικών μονάδων και λύνει με εισαγωγές και μεγάλα κέρδη για τους εμπόρους και μεσάζοντες τα επισιτιστικά προβλήματα ακόμη και με προϊόντα που δεν έχουν την ανάλογη ποιότητα και έλεγχο. Τα διατροφικά σκάνδαλα είναι όλο και πιο συνηθισμένα. Ταυτόχρονα δεν μειώνονται οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις αλλά συγκεντρώνεται η παραγωγή σε όλο και λιγότερα και πλουσιότερα χέρια. Αυτό το μέλλον, που για τους Σουηδούς είναι μια σκληρή πραγματικότητα, αντιπαλεύουν οι Έλληνες αγρότες που βρίσκονται πάλι στους δρόμους.