Το αίτημα για μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους στα νοσοκομεία αφορά εργαζόμενους και ασθενείς
Η «ευελιξία», ως επιλογή του κράτους για νοσοκομεία - επιχειρήσεις, επιδεινώνει τις συνθήκες δουλειάς και τις παρεχόμενες υπηρεσίες Υγείας
Πανελλαδικά, στα δημόσια νοσοκομεία, περίπου το 20 - 25% των εργαζομένων δουλεύουν σήμερα με ελαστικές σχέσεις εργασίας. Ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί σε τουλάχιστον 15.000 εργαζόμενους. Από αυτούς, περίπου 8.000 είναι εργολαβικοί, που απασχολούνται στην καθαριότητα, στη σίτιση, στη φύλαξη και στις τεχνικές υπηρεσίες. Σχεδόν 2.500 είναι οι επικουρικοί γιατροί, νοσηλευτές, διοικητικοί και υπάλληλοι τεχνολογίας.
Αλλοι 3.000 εργαζόμενοι προσλήφθηκαν διαδοχικά από τον Φλεβάρη του 2017 με ετήσια σύμβαση μέσω ΟΑΕΔ στα νοσοκομεία και σύμφωνα με τις εξαγγελίες της κυβέρνησης αναμένεται να προσληφθούν το επόμενο διάστημα άλλοι 1.000, κατά κύριο λόγο τραυματιοφορείς και βοηθοί θαλάμων. Δίπλα στους παραπάνω είναι και όσοι έχουν προσληφθεί μέσω ΚΕΕΛΠΝΟ ή με άλλες σχέσεις εργασίας.
Οι συνέπειες από την επέκταση των ελαστικών σχέσεων εργασίας στα κρατικά νοσοκομεία είναι πολυεπίπεδες, παίρνοντας υπόψη και το γεγονός ότι οι κενές θέσεις σε προσωπικό είναι τουλάχιστον 25.000 σε ό,τι αφορά τους νοσηλευτές και 6.000 σε ό,τι αφορά τους γιατρούς, χωρίς κι αυτά τα νούμερα να αντιστοιχούν στις σύγχρονες ανάγκες.
Πρόκειται για εργαζόμενους με πετσοκομμένα ή και χωρίς δικαιώματα, που προσφέρουν υπηρεσίες ζωτικής σημασίας, σε εξοντωτικούς ρυθμούς και από θέση ευθύνης, μαζί με το μόνιμο προσωπικό. Με μισθούς πείνας, τους οποίους σε πολλές περιπτώσεις κάνουν μήνες να τους πάρουν, με απλήρωτες δεδουλευμένες ώρες, όπως αργίες, εφημερίες, νυχτερινά, ανύπαρκτες άδειες και επιδόματα, κ.ο.κ., ενώ είναι ο εύκολος στόχος της εργοδοτικής τρομοκρατίας.
Ομως, ακόμη και μέχρι να αναλάβουν καθήκοντα, δεν υπήρξε κανένας σχεδιασμός για την εκπαίδευση και την ομαλή προσαρμογή τους,καθώς πρόκειται για ανθρώπους που είτε παρέμειναν για χρόνια μακριά από το γνωστικό τους αντικείμενο είτε ήταν η πρώτη τους φορά που ήρθαν σ' επαφή με το χώρο της Υγείας. Επομένως, είναι συνηθισμένο το φαινόμενο να παίζουν οι μόνιμοι εργαζόμενοι το ρόλο του εκπαιδευτή, κάτω από πραγματικά αντίξοες συνθήκες, ενώ μόλις ο συμβασιούχος αποκτήσει κάποια εμπειρία, του δείχνουν την πόρτα της απόλυσης και αντικαθίσταται από τον επόμενο, με την ίδια άθλια σχέση εργασίας.
Μάλιστα, το αμέσως επόμενο διάστημα, η κυβέρνηση ετοιμάζεται να κάνει χιλιάδες απολύσεις, παρά το γεγονός ότι αυξάνονται οι ανάγκες των ασθενών και της κοινωνίας σε υπηρεσίες πρόληψης, θεραπείας και αποκατάστασης.
Συγκεκριμένα, πολλοί εργολαβικοί εργαζόμενοι πρόκειται να απολυθούν τους ερχόμενους μήνες (μόνο στο Νοσοκομείο «Αγιος Σάββας» θα απολυθούν 28). Από τον Αύγουστο και μετά, απολύονται συμβασιούχοι του ΚΕΕΛΠΝΟ, ενώ από το Φλεβάρη του 2018 θα απολυθούν διαδοχικά περίπου 4.000 εργαζόμενοι που απασχολούνται μέσω προγραμμάτων του ΟΑΕΔ.
Σε ότι αφορά τους 1.030 επικουρικούς (που δουλεύουν στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας και στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών), ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι «δρομολογείται η παράταση της θητείας τους» για έναν ακόμα χρόνο, υπό το φόβο της κατάρρευσης των νοσοκομείων αν απολυθούν, όπως προβλέπεται. Η εξαγγελία αυτή έγινε κάτω από την πίεση των αγώνων των υγειονομικών και σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να προκαλέσει εφησυχασμό.
Συνέπεια όλης αυτής της «ευελιξίας» και της διαρκούς ανακύκλωσης του προσωπικού, είναι ότι πάνε στράφι η πολύτιμη επιστημονική πείρα και ωρίμανση, το εργατικό δυναμικό απαξιώνεται. Την ίδια ώρα, τα νοσοκομεία κινδυνεύουν με παράλυση. Για παράδειγμα, μόνο στο Νοσοκομείο «Χατζηκώστα», στα Γιάννενα, οι συμβασιούχοι είναι πάνω από 50 (10 άτομα επικουρικό νοσηλευτικό και βοηθητικό προσωπικό, 12 συμβασιούχοι του ΚΕΕΛΠΝΟ, 20 του ΟΑΕΔ και 10 επικουρικοί γιατροί), που αν φύγουν, το νοσοκομείο θα «βουλιάξει» κυριολεκτικά.
Εξανδραποδισμός εργαζομένων και νοσοκομεία - επιχειρήσεις
Γνωρίζοντας την αγανάκτηση που προκαλούν σε υγειονομικούς και ασθενείς η υποστελέχωση, η εντατικοποίηση και η ανακύκλωση του προσωπικού στα νοσοκομεία, αποτέλεσμα της υποχρηματοδότησης του τομέα της Υγείας από το κράτος, στο πλαίσιο της γενικότερης πολιτικής ιδιωτικοποίησης και εμπορευματοποίησης των υπηρεσιών Υγείας, η κυβέρνηση διαφημίζει κάθε τρεις και λίγο έναν αριθμό προσλήψεων.
Ακόμα κι αυτές οι προσλήψεις, όμως, όχι μόνο δεν καλύπτουν τις συνταξιοδοτήσεις των τελευταίων χρόνων (μόνο σ' ένα χρόνο, το 2015, αποχώρησαν 2.075 μόνιμοι εργαζόμενοι από τα νοσοκομεία), αλλά αποτελούν σταγόνα στον ωκεανό, σε σύγκριση με τις μεγάλες ελλείψεις που σημειώσαμε και εισαγωγικά, ακόμα και με τα πετσοκομμένα οργανογράμματα του 2012.
Στην συντριπτική τους πλειοψηφία, οι θέσεις που εξαγγέλλονται αφορούν συμβασιούχους με ημερομηνία λήξης, που προσλαμβάνονται προκειμένου να αντικαταστήσουν κάποιους άλλους συμβασιούχους που απολύονται.
Με αυτόν τον τρόπο, η κυβέρνηση επιδίδεται στην ανακύκλωση της ανεργίας και συγχρόνως σκιαγραφεί το μοντέλο του νέου εργαζόμενου και τον εξανδραποδισμό του, που προωθείται μέσω της «αξιολόγησης» προσωπικού και μονάδων Υγείας, με μοναδικό και απαρέγκλιτο κριτήριο το επιχειρηματικό κέρδος. Η ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας όχι μόνο στα δημόσια νοσοκομεία, αλλά συνολικά στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα στοχεύει στη μείωση του κόστους εργασίας.
Ειδικά για τα νοσοκομεία, ένας από τους βασικούς στόχους του αστικού κράτους και των κυβερνήσεών του είναι να αποδεσμευτεί η μισθοδοσία του προσωπικού από τον κρατικό προϋπολογισμό και οι εργαζόμενοι να υπάρχουν (εφόσον υπάρχουν...) από τα έσοδα του νοσοκομείου.
Αυτό σηματοδοτεί περαιτέρω μείωση των δαπανών για την Υγεία και τη σταδιακή και τάχιστη μετατροπή των νοσοκομείων σε αμιγείς επιχειρήσεις, ώστε το 2020 και μετά - σε εναρμόνιση με τους στόχους της ΕΕ - τα νοσοκομεία να είναι αυτοχρηματοδοτούμενα με την ελάχιστη δυνατότητα επιχορήγησης από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Καταργείται ο κοινωνικός χαρακτήρας της Ασφάλισης, συγκεντρώνεται χρήμα από την απλήρωτη δουλειά, ώστε να δοθεί στις επενδύσεις, στα χρέη και τα δάνεια του κεφαλαίου, για να πιαστούν τα ματωμένα πλεονάσματα και στόχοι των επιχειρηματικών ομίλων, που κάνουν πάρτι μέσα και έξω από τα νοσοκομεία εις βάρος ασθενών και εργαζομένων.
Καθόλου τυχαία, ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) έχει εκφράσει την αξίωση το ποσοστό των εργαζομένων με ελαστικές σχέσεις εργασίας να φτάσει στο 33% του συνόλου των εργαζομένων στα νοσοκομεία...
Με δεδομένα τα παραπάνω, ο αγώνας για μόνιμη και σταθερή δουλειά είναι αγώνας που αφορά ασθενείς και υγειονομικούς, συνολικά την εργατική τάξη και το λαό, άρρηκτα συνδεδεμένος με τον αγώνα για αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν Υγεία, υψηλού επιπέδου, χωρίς καμία επιχειρηματική δράση.