Ασφάλεια για τους εργοδότες, αγώνας επιβίωσης για τους εργαζόμενους
Εργασιακή περιπλάνηση, υποαπασχόληση, περικοπές στις παροχές ανεργίας και εξαναγκασμός σε τσάμπα εργασία πλήττουν ακόμη περισσότερο τους νέους
«Οταν η τράπεζα έκανε περικοπές προσωπικού, ένα πρωί όλοι οι διευθυντές περίμεναν τους εργαζόμενους στην είσοδο. Οδήγησαν την πλειοψηφία των εργαζομένων στον πάνω όροφο, σε μια μεγάλη αίθουσα συνεδριάσεων και τους υπόλοιπους σε ένα δωμάτιο στο ισόγειο. Εκείνοι που πήγαν στη μεγάλη αίθουσα απολύθηκαν επιτόπου και έπρεπε να μαζέψουν τα πράγματά τους την ίδια μέρα».
«Σε μια άλλη τράπεζα επενδύσεων, μια μέρα κάθε εργαζόμενος έλαβε από ένα φάκελο. Οσοι βρήκαν μέσα το γράμμα Α, παρέμειναν. Οσοι είχαν το γράμμα C, βγήκαν έξω από το κτίριο συνοδευόμενοι από τους άντρες της ασφάλειας. Εκείνοι που είχαν το γράμμα Β, πήραν ένα χρηματικό ποσό για να φύγουν».
Αυτό σημαίνει στην πράξη για τους Δανούς εργαζόμενους η πολυδιαφημισμένη «ευελφάλεια» (ευελιξία και ασφάλεια). Η απειλή της απόλυσης και η «πρόκληση» της αναζήτησης νέας δουλειάς είναι στην ημερήσια διάταξη και κανένας δεν πηγαίνει στη δουλειά το πρωί «ήσυχος» πως δεν θα του ζητηθεί να φύγει. Με την «ευελφάλεια» είναι εντελώς απελευθερωμένες οι απολύσεις, κυριαρχεί η εργασιακή εναλλαγή και περιπλάνηση, οι εργαζόμενοι είναι στην «τσίτα». Αυτό το «δανέζικο μοντέλο» θαυμάζει και ο Γάλλος Πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, όπως εξέφρασε και κατά την επίσκεψή του στη Δανία, δίνοντας μια «γεύση» των μεταρρυθμίσεων που εφαρμόζει και προωθεί η κυβέρνησή του.
Ο μύθος της «ασφάλειας»
Η απελευθέρωση των απολύσεων στη Δανία υποτίθεται ότι «αντισταθμίζεται» από τις υψηλές παροχές ανεργίας και κοινωνικής ασφάλισης. Στην πραγματικότητα, αυτό το «μοντέλο» παρέχει στον εργοδότη πλήρη «ευελιξία» της εργασίας και στους εργαζόμενους την ...«ασφάλεια» του επιδόματος ανεργίας και της εργασιακής περιπλάνησης από δουλειά σε δουλειά.
Ας δούμε τι ισχύει στη Δανία για την «προστασία» των ανέργων:
Η ασφάλιση της ανεργίας είναι ατομική υπόθεση του εργαζόμενου, οι εργοδότες όχι μόνο απολύουν ανά πάσα στιγμή, είναι και πλήρως απαλλαγμένοι από εισφορές υπέρ ανέργων. Προϋπόθεση, για να πάρει κανείς το επίδομα ανεργίας είναι, να είναι μέλος στο Ταμείο Ανεργίας του κλάδου, πληρώνοντας υψηλές εισφορές και να έχει συμπληρώσει τις απαιτούμενες εργατοώρες. Χιλιάδες υποαπασχολούμενοι δεν καταφέρνουν να συμπληρώσουν τις απαιτούμενες ώρες ασφάλισης, καθώς η ζωή τους είναι μια διαρκής περιπλάνηση από σύμβαση σε σύμβαση και από δουλειά σε δουλειά.
Ιδιαίτερα πλήττονται οι νέοι εργαζόμενοι, καθώς το 58% των νέων 18 - 29 ετών απασχολείται μερικώς, ενώ το 32% του συνολικού εργατικού δυναμικού απασχολείται με διάφορες μορφές εκ περιτροπής και προσωρινής απασχόλησης (λίγες μέρες τη βδομάδα ή λίγες βδομάδες το μήνα ή με συμβάσεις ορισμένου χρόνου). Η μόνιμη δουλειά και η πλήρης απασχόληση τείνουν να θεωρούνται πια ξεπερασμένες έννοιες και αφορούν κυρίως μεγαλύτερης ηλικίας άτομα που καλύπτονται από Συλλογικές Συμβάσεις περασμένων χρόνων. Σύμφωνα με τη νέα νομοθεσία, τέτοιου είδους συμβάσεις εργασίας εκτός του ότι εξασφαλίζουν πολύ χαμηλότερους μισθούς στον εργοδότη, τον απαλλάσσουν και από μια σειρά επιδομάτων και εισφορών, όπως ασθένειας, τοκετού, σύνταξης κ.λπ.
Το επίδομα ανεργίας δεν ανταποκρίνεται στο υψηλό κόστος ζωής. Ανέρχεται στο 90% του βασικού (κατώτατου) μισθού του κάθε κλάδου και όχι των τελευταίων μισθών, που είναι υψηλότεροι. Με δυο λόγια, το επίδομα ανεργίας ανέρχεται περίπου στο μισό του τελευταίου μισθού, για την πλειοψηφία των δικαιούχων.
Το επίδομα ανεργίας διαρκεί 2 χρόνια, όμως οι προϋποθέσεις είναι τόσο αυστηρές και ο εξαναγκασμός για δουλειά τόσο μεγάλος, που όλο και λιγότεροι τελικά το λαμβάνουν για όλο αυτό το διάστημα. Υπάρχουν άνεργοι που «ψευτοδουλεύουν» και φυτοζωούν για χρόνια, παίρνοντας το επίδομα ανεργίας, το οποίο συμπληρώνουν με σποραδικά μεροκάματα. Δουλεύουν για λίγες μέρες, για λίγες ώρες τη βδομάδα και οι εργάσιμες ώρες τους επιμηκύνουν αντίστοιχα την περίοδο καταβολής του επιδόματος.
Επιπλέον, σταδιακά ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες αναλαμβάνουν να ασφαλίζουν τους εργαζόμενους σε περίπτωση ανεργίας, με πολύ υψηλότερα ασφάλιστρα, κάτι που προωθείται από τον εργοδοτικό και κυβερνητικό συνδικαλισμό.
Υποχρεωτική ακόμη και η τσάμπα εργασία
Σε άρθρο του στην ειδησεογραφική ιστοσελίδα «Politico» με τίτλο «Οι μεταρρυθμίσεις Μακρόν: Μαθήματα από τη Δανία», ο πρωθυπουργός της Δανίας, Λαρς Λέκε Ράσμουσεν, αναφέρει πως για να πετύχει το μοντέλο της «ευελφάλειας» είναι απαραίτητη η αύξηση των «κινήτρων» για εργασία, δηλαδή η μείωση ή και κατάργηση των παροχών ανεργίας, ώστε ο άνεργος να δεχτεί οποιαδήποτε δουλειά τού προσφερθεί:
«Αν η εξεύρεση δουλειάς δεν είναι αρκετά ελκυστική για τον άνεργο, το σύστημα θα καταρρεύσει από το βάρος του ίδιου του κόστους, που χρηματοδοτείται από αρκετά υψηλή φορολογία. Ετσι, τόσο οι κεντροαριστερές όσο και οι κεντροδεξιές κυβερνήσεις μείωσαν την περίοδο των επιδομάτων ανεργίας (από επτά σε δύο χρόνια από το 1993) και αύξησαν την απαίτηση οι άνεργοι δικαιούχοι να είναι πρόθυμοι να δεχτούν μια δουλειά ή να συμμετέχουν σε ένα πρόγραμμα κατάρτισης».
Ο άνεργος που παίρνει επίδομα πρέπει να κάνει τουλάχιστον δυο αιτήσεις για δουλειά τη βδομάδα, διαφορετικά έχει κυρώσεις, δηλαδή διακόπτεται το επίδομα. Αναγκαστικά στέλνει βιογραφικά και σε δουλειές που δεν τον ενδιαφέρουν, που είναι κακοπληρωμένες, για λίγες ώρες, μακριά από το σπίτι του κ.λπ. Αν όμως τις απορρίψει, θα του κοπεί το επίδομα και δεν θα έχει πώς να ζήσει. Για τους εξειδικευμένους εργαζόμενους υπάρχει κάποια ανοχή, όμως για όσους έχουν χαμηλά προσόντα δεν υπάρχει έλεος.
Οι άνεργοι κάτω των 25 ή άνω των 50 ετών υποχρεούνται, όχι μόνο να δεχτούν κάθε δουλειά, αλλά και να δουλέψουν τσάμπα για ένα μήνα σε κάποια επιχείρηση. Στη συνέχεια, ο εργοδότης έχει τη δυνατότητα να τους απασχολήσει για 4 μήνες, συμπληρώνοντας το επίδομα ανεργίας με ένα μικρό ποσό. Δηλαδή, το ίδιο το κράτος τροφοδοτεί τις επιχειρήσεις με τσάμπα ή πάμφθηνο εργατικό δυναμικό και μετά καλεί τον άνεργο να λογοδοτήσει γιατί δεν έχει δουλειά!
Καθόλου τυχαία, λοιπόν, ο Δανός πρωθυπουργός κάνει ιδιαίτερη αναφορά στο άρθρο του στην κοινωνική συναίνεση που χρειάζεται και τον ιδιαίτερο ρόλο του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού: «Το λεγόμενο μοντέλο της "ευελφάλειας" έχει ευρεία πολιτική και λαϊκή υποστήριξη στη Δανία και έχει αναπτυχθεί εδώ και πολλά χρόνια με στενή συνεργασία μεταξύ διαδοχικών κυβερνήσεων της Δανίας - τόσο των κεντροδεξιών, όσο και των κεντροαριστερών - των συνδικάτων, των εργοδοτών και των επιχειρήσεων».
Μπορεί η αφετηρία των περικοπών στη Δανία να είναι διαφορετική από άλλες λιγότερο αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, η τάση όμως είναι η μείωση των δικαιωμάτων, η εντατικοποίηση της δουλειάς, οι περικοπές στις όποιες προνοιακές παροχές και μάλιστα με όλο και μεγαλύτερη ένταση τις τελευταίες δεκαετίες. Κοινός παρονομαστής για τη μείωση του εργασιακού «κόστους» είναι πάντα η κερδοφορία και η ανταγωνιστικότητα των επιχειρηματικών ομίλων και αυτό μπορεί να το σταματήσει μόνο η οργανωμένη λαϊκή δράση, το ταξικό εργατικό κίνημα, η αμφισβήτηση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Ε. Μ.