Σενάρια «σημαντικής» αύξησης του κατώτατου μισθού μέσα στο 2023 διακινεί η κυβέρνηση, καλλιεργώντας φρούδες προσδοκίες για τους επόμενους προεκλογικούς μήνες, την ώρα που οι εργατικοί μισθοί συνεχίζουν να εξανεμίζονται, εξαιτίας και της μεγάλης ακρίβειας. Η προπαγάνδα τους «μπάζει από παντού», αφού ο κατώτατος μισθός βρίσκεται ακόμα και σήμερα 38 ευρώ χαμηλότερα απ' αυτόν που ίσχυε στις αρχές του 2012. Αλλά και ο μέσος μισθός ήταν κατά 21,7% χαμηλότερος τον Δεκέμβρη του 2021, σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα του 2011. Η εκτίναξη του πληθωρισμού τον προηγούμενο χρόνο έδωσε νέο χτύπημα στους μισθούς και εξανέμισε «εν ριπή οφθαλμού» τις όποιες ονομαστικές αυξήσεις. Στην πράξη, τόσο ο κατώτερος όσο και το σύνολο των μισθών έχασαν, αντί να αυξήσουν, την αγοραστική τους δύναμη μέσα στο 2022. Γι' αυτό, η κουβέντα περί «σημαντικής αύξησης» είναι ύπουλη και προκλητική ταυτόχρονα. Ενίσχυση του λαϊκού εισοδήματος σημαίνει ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς και υπογραφή ΣΣΕ. Σημαίνει επαναφορά των τριετιών, που στερούν από τους εργαζόμενους από 10% έως και 30% του μισθού τους. Σημαίνει κατάργηση των ελαστικών μορφών εργασίας και συνολικά του αντεργατικού πλαισίου. Για όλα αυτά, κυβέρνηση, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ «κάνουν την πάπια» και την ίδια ώρα ο υπουργός Εργασίας διαβεβαιώνει ότι η διαμόρφωση του κατώτερου μισθού θα γίνει με τρόπο που «θα λαμβάνει υπόψη και τις ανάγκες των επιχειρήσεων»! Φροντίζει άλλωστε γι' αυτό ο νόμος Βρούτση - Αχτσιόγλου, που εφαρμόζουν συναινετικά ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ.