Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2020

Για το ζήτημα του εμβολιασμού και την ανάγκη θωράκισης του δημόσιου συστήματος Υγείας



Οι τυμπανοκρουσίες για την άφιξη στη χώρα μας του εμβολίου που προμηθεύτηκε και η Ελλάδα (ενός από τα 7 διαθέσιμα που έχουν, ή αναμένεται να πάρουν έγκριση για κυκλοφορία από τους αρμόδιους φορείς), δεν μπορούν να σκεπάσουν τις εγκληματικές ευθύνες της κυβέρνησης για τη διαχείριση της πανδημίας.

Η κυβέρνηση άφησε το λαό μας εκτεθειμένο, χωρίς μέτρα προστασίας της ζωής και της υγείας του στα νοσοκομεία, στους εργασιακούς χώρους, στα σχολεία, στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, απέναντι σε έναν «εχθρό» κάθε άλλο παρά αόρατο.

Ακόμα και τώρα, που οι ρυθμοί των εμβολιασμών δεν θα είναι αυτοί που είχαν αρχικά υπολογιστεί, που γεννιούνται και πρόσθετες ανάγκες για τη σταθερή παρακολούθηση όσων θα εμβολιάζονται, η κυβέρνηση επιμένει να αγνοεί τα αιτήματα των υγειονομικών για ενίσχυση και θωράκιση του δημόσιου συστήματος Υγείας, όταν ακόμα και ο ίδιος ο πρωθυπουργός μιλάει πλέον ανοιχτά για το ενδεχόμενο ενός τρίτου κύματος της πανδημίας.

Σε κάθε περίπτωση, η ανάλυση του γενετικού κώδικα του ιού ήδη από το Γενάρη του 2020, που είναι άλλωστε ένας από τους βασικούς λόγους που έχουμε μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο διαθέσιμα εμβόλια έναντι του SARS-COV-2, αποκαλύπτει ότι το παραμύθι της κυβέρνησης και των αστικών επιτελείων για την «αόρατη απειλή» τελικά δεν είχε δράκο!

Γι' αυτό και το εμβόλιο που η κυβέρνηση παρουσιάζει ως «από μηχανής θεό» δεν μπορεί να κρύψει τα χάλια του δημόσιου συστήματος Υγείας, με τις τραγικές ελλείψεις σε προσωπικό, υποδομές, εξοπλισμό. Δεν μπορεί να κρύψει ότι ήταν και παραμένει ανοχύρωτο, εξαιτίας της δραστικής μείωσης της κρατικής χρηματοδότησης και της ενίσχυσης της εμπορευματικής λειτουργίας των δημόσιων μονάδων Υγείας, διαχρονική πολιτική όλων των κυβερνήσεων που εναλλάσσονται στο τιμόνι της διακυβέρνησης.

Υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη για τις εγκληματικές ευθύνες της κυβέρνησης από το γεγονός ότι αντί να ενισχύσει, μειώνει την κρατική χρηματοδότηση για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας που έχει στρατηγικό ρόλο - κλειδί για την πρόληψη πριν, πολύ περισσότερο τώρα, κατά τη διάρκεια της πανδημίας;

Τι επιτάχυνε την παρασκευή του εμβολίου;

Η ταχύτητα με την οποία αναπτύχθηκαν τα εμβόλια, συγκριτικά με παλιότερα, που προϋπέθεταν 3, 8 ή και περισσότερα χρόνια κλινικών μελετών, επιβεβαιώνει αυτό που από την πρώτη στιγμή υποστηρίζουμε. Ότι δηλαδή σήμερα υπάρχουν τεράστιες αντικειμενικές δυνατότητες για την πρόληψη, την αντιμετώπιση και τη θεραπεία, όχι μόνο της λοίμωξης Covid-19, αλλά και άλλων ασθενειών που μαστίζουν την ανθρωπότητα.

Δυνατότητες που όμως μένουν αναξιοποίητες, όταν οι καπιταλιστές δεν επιλέγουν να επενδύσουν σε αυτές, επειδή το κέρδος, κινητήρια δύναμη της παραγωγής και της επιστημονικής έρευνας, δεν είναι το προσδοκώμενο.

Ποιοι είναι όμως οι παράγοντες που οδήγησαν στην επιτάχυνση της ανάπτυξης και της έγκρισης των διαθέσιμων εμβολίων;

Οι απαρχές του εμβολιασμού χρονολογούνται από τον 11ο αιώνα, όταν η παρατήρηση που έκανε μία Κινέζα βουδίστρια ότι όσοι επιβίωναν από τη θανατηφόρα ευλογιά δεν νοσούσαν ξανά (ανοσία), την ώθησε να παίρνει ξύσματα από τις κρούστες ευλογιάς, να τα τοποθετεί σε σκόνη και να τα φυσά στη μύτη υγιών ατόμων. Τα πρώτα εμβόλια, χάρη στα οποία αποδεδειγμένα εκριζώθηκαν λοιμώδη νοσήματα που προκαλούσαν σοβαρές αναπηρίες, ακόμα και θάνατο, χρονολογούνται από την αυγή του καπιταλισμού.

Μία σύντομη αναφορά στους σταθμούς του ταξιδιού ενός εμβολίου ή ενός φαρμάκου πριν φτάσει στον τελικό προορισμό βοηθάει για να απαντηθούν εύλογα ερωτήματα.

Μετά την προκλινική δοκιμή (στο εργαστήριο, σε ζώα) ακολουθούν οι κλινικές δοκιμές. Διακρίνονται στη «φάση Ι», με μικρό αριθμό εθελοντών (20 έως 80), κατά την οποία εξετάζονται το προφίλ ασφάλειας και η ασφαλής δόση, στη «φάση ΙΙ» με 100 - 300 εθελοντές, κατά την οποία εξετάζεται η αποτελεσματικότητα, και στη «φάση ΙΙΙ» με 1.000 έως 3.000 εθελοντές συνήθως, κατά την οποία επίσης εξετάζεται η αποτελεσματικότητα, αλλά και η εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών.

Ενας από τους λόγους της γρήγορης ανάπτυξης εμβολίων για τον νέο κορονοϊό είναι ότι στη «φάση ΙΙΙ» συμμετέχει πολλαπλάσιος αριθμός εθελοντών, περίπου 40.000. Αρα τα δεδομένα για την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια έχουν εξαχθεί από την παρακολούθηση χιλιάδων εθελοντών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι πρόκειται για πολυκεντρική διπλή τυφλή μελέτη, που θεωρείται ακρογωνιαίος λίθος της σύγχρονης ιατρικής έρευνας και εξασφαλίζει μεγάλη εγκυρότητα στην εξαγωγή συμπερασμάτων (διεξάγεται ταυτόχρονα από διαφορετικές ομάδες ερευνητών γιατρών, το υπό μελέτη φάρμακο δίνεται σε μία ομάδα ασθενών και σε μία άλλη δίνεται εικονικό φάρμακο [placebo], ούτε οι ασθενείς, ούτε οι γιατροί γνωρίζουν αν η ουσία που λαμβάνουν οι ασθενείς είναι η δραστική ή το placebo).

Μια κερδοφόρα παγκόσμια αγορά

Το πιο σημαντικό είναι βεβαίως ότι δημιουργήθηκε μια μεγάλη παγκόσμια αγορά για μοίρασμα ανάμεσα σε μονοπωλιακούς ομίλους που διεκδικούν ο καθένας το δικό του μεγαλύτερο κομμάτι.

Από την άλλη, για να μπορέσει αυτή η αγορά να αξιοποιηθεί, ήταν υποχρεωμένοι να αναπτύξουν μια ορισμένη ανταλλαγή πληροφοριών και ορισμένες συμφωνίες μεταξύ τους (π.χ. η συμφωνία της «AstraZeneca», βρετανικών συμφερόντων, με το Ινστιτούτο Γκαμαλέγια και το Ρωσικό Ταμείο Αμεσων Επενδύσεων).

Οι αστικές κυβερνήσεις των καπιταλιστικών χωρών έδωσαν εγγυήσεις και χρηματοδότησαν αφειδώς τις φαρμακοβιομηχανίες, προαγοράζοντας τα εμβόλια σε μεγάλες ποσότητες, γεγονός που επιτάχυνε την παρασκευή τους. Με άλλα λόγια, η πανδημία δημιούργησε για τις φαρμακευτικές εταιρείες, που έχουν στα χέρια τους και την έρευνα, μια εξασφαλισμένη παγκόσμια αγορά με τεράστια κερδοφορία.

Αυτό δεν αναιρεί, αντίθετα οξύνει τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς.

Ολους τους προηγούμενους μήνες ο λαός παρακολούθησε μια ανελέητη κούρσα ανάμεσα σε φαρμακοβιομηχανίες και κράτη για το ποιος θα έχει πρώτος το εμβόλιο, ποιος θα πάρει το μεγαλύτερο κομμάτι της παγκόσμιας αγοράς, με ποιες διακρατικές συμφωνίες θα το διαθέσει στον υπόλοιπο κόσμο.

Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και σήμερα, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού ανάμεσα σε κράτη και πολυεθνικές, η Κομισιόν αρνείται να δώσει τις συμβάσεις που έχει υπογράψει για την προμήθεια των εμβολίων που θα φτάσουν και στην Ελλάδα.

Η αντιμετώπιση της πανδημίας συνδέεται άμεσα με την «ομαλή» λειτουργία της καπιταλιστικής οικονομίας, ιδιαίτερα σήμερα στη φάση της κρίσης της.

Ο λόγος επομένως που από την πρώτη στιγμή δόθηκε βάρος στην έρευνα για το εμβόλιο δεν είναι ότι οι κυβερνήσεις, το κεφάλαιο και το κράτος του συγκινήθηκαν αντικρίζοντας τις εκατόμβες νεκρών για τις οποίες ευθύνονται και έδειξαν «μεταμέλεια» για το έγκλημα σε βάρος της ζωής και της υγείας μας. Η πανδημία μπορεί να μην είναι η αιτία, όπως θέλουν να την παρουσιάζουν, της νέας βαθιάς συγχρονισμένης κρίσης, επιδρά όμως καταλυτικά στην επιδείνωση της οικονομίας. Η αντιμετώπισή της είναι προϋπόθεση για την επιστροφή στην «κανονικότητα», που όμως δεν προμηνύει τίποτα καλό για τους εργαζόμενους, απεναντίας θα φέρει νέα δεινά.


Η αναγκαιότητα του εμβολιασμού δεν κρύβει τις ευθύνες της κυβέρνησης

Ο μαζικός εμβολιασμός είναι αναγκαιότητα για την προστασία της υγείας του λαού. Ταυτόχρονα πρέπει με ευθύνη της κυβέρνησης να αξιοποιηθούν οι ανεξάντλητες δυνατότητες που αντικειμενικά υπάρχουν ώστε να εξασφαλιστούν το συντομότερο δυνατό όλα τα διαθέσιμα, ασφαλή και αποτελεσματικά με βάση τα επιστημονικά κριτήρια και τις προδιαγραφές φάρμακα και εμβόλια για την προστασία της ζωής και της υγείας του λαού μας. Και πρέπει να απαντήσει η κυβέρνηση στα καίρια ερωτήματα γιατί δεν παίρνει τα μέτρα σε αυτήν την κατεύθυνση.


Το γεγονός ότι τα φάρμακα, τα εμβόλια στον καπιταλισμό είναι εμπορεύματα, δεν σημαίνει ότι δεν διεκδικούμε να αξιοποιούνται καθολικά και δωρεάν για όλους με αυστηρά επιστημονικά κριτήρια. Το γεγονός ότι στον καπιταλισμό το ποιο φάρμακο, ποιο εμβόλιο θα παραχθεί και ποιο όχι, καθορίζεται με γνώμονα το κέρδος, δεν σημαίνει κατ' ανάγκη ότι δεν είναι ασφαλές και αποτελεσματικό, αλλά σίγουρα είναι πανάκριβο για το λαό και πολλές φορές απρόσιτο.


Ο καπιταλισμός φταίει και όχι αυτό που παράγεται από τη δουλειά, χειρωνακτική και πνευματική, χιλιάδων εργαζομένων στον τομέα των φαρμάκων και εμβολίων. «Μαζί με τα νερά... δεν πετάμε και το παιδί...».


Πολλά φάρμακα που ήταν υποσχόμενα στην αρχή της πανδημίας, δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Ταυτόχρονα, νέα ελπιδοφόρα φάρμακα (π.χ. μονοκλωνικά αντισώματα) μελετώνται. Συνεχώς εμπλουτίζονται οι γνώσεις μας, ανοίγονται νέα μονοπάτια, αναθεωρούνται κάποια δεδομένα, συγκεντρώνονται νέα. Ετσι προχωράνε η έρευνα και η επιστήμη.


Η διάρκεια της προστασίας που παρέχει το σημερινό εμβόλιο, το αν η αποτελεσματικότητα είναι ίδια σε όλες τις ηλικιακές ομάδες και σε ασθενείς με βεβαρημένο ιστορικό, αν αναχαιτίζει τη μετάδοση σε άλλους, αν όσοι δεν προστατευτούν πλήρως εμφανίσουν ηπιότερη νόσο, είναι ερωτήματα που μένει να απαντηθούν.


Σε καμιά περίπτωση όμως δεν μπορεί η κυβέρνηση να τσουβαλιάζει όσους θέτουν τέτοια αντικειμενικά ερωτήματα με τις αερολογίες των κάθε λογής «αρνητών», οι οποίοι αποτελούν αμελητέα ποσότητα και δικό της «βολικό» αντίπαλο.


Αντίθετα, με δεδομένο ότι πολλά από τα παραπάνω ερωτήματα θα απαντηθούν στην πράξη, προκύπτει η ανάγκη της μεγαλύτερης θωράκισης εδώ και τώρα του δημόσιου συστήματος Υγείας, ώστε μεταξύ άλλων να παρακολουθεί με επάρκεια την πορεία του νέου εμβολίου, ακόμα κι όταν εμβολιαστεί ένα ικανό μέρος του πληθυσμού.


Παλεύουμε με όλα τα μέσα για την υγεία του λαού

Οι αγωνιζόμενοι υγειονομικοί δεν αντιμετωπίζουμε κανένα δίλημμα. Θα κάνουμε το εμβόλιο. Είναι πράξη ατομικής αλλά και συλλογικής ευθύνης.


Η δική μας αγωνία είναι ότι για να εμβολιαστεί το 50% - 75% του πληθυσμού, για να δημιουργηθεί το τείχος ανοσίας που απαιτείται, θα περάσουν μήνες. Μέχρι τότε και ενόψει του τρίτου κύματος που δεν είναι απλώς πιθανό αλλά σχεδόν βέβαιο, οι εργαζόμενοι, ο λαός μας παραμένουν εκτεθειμένοι. Γιατί όσο και να σκίζει τα ρούχα της η κυβέρνηση πως έκανε ό,τι μπορούσε, η πραγματικότητα βοά για το αντίθετο.


Θα πάρει μέτρα η κυβέρνηση έστω και τώρα; Θα προσλάβει όλο το αναγκαίο μόνιμο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό ή θα συνεχίζει να στέλνει ηλεκτρονικά ραβασάκια στους νοσοκομειακούς γιατρούς στην Αθήνα, στην Αρτα και τα Γιάννενα, στην Κέρκυρα και αλλού, τη μέρα της εφημερίας τους να ετοιμάσουν τις αποσκευές τους και να παρουσιαστούν το επόμενο πρωί στις Σέρρες, στη Βέροια, στην Κατερίνη, αδιάφορο ακόμα και αν έχουν αναρρωτική άδεια, αν ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες.


Θα εξοπλίσει τα νοσοκομεία με τον αναγκαίο αριθμό συσκευών παροχής υψηλής ροής οξυγόνου για να αποφεύγεται η διασωλήνωση ασθενών που μπορούν να υποστηριχθούν μη επεμβατικά; Είναι έγκλημα που δεν το έχει κάνει, ενώ προβλέπεται στα θεραπευτικά πρωτόκολλα του ΕΟΔΥ.


Θα στελεχώσει έστω και τώρα με όλο το αναγκαίο μόνιμο προσωπικό τα Κέντρα Υγείας ώστε να καταγραφεί άμεσα όλος ο πληθυσμός, οι χρονίως πάσχοντες, ομάδες υψηλού κινδύνου να εμφανίσουν σοβαρή νόσο Covid-19, τα ΑμεΑ;


Είναι εξαιρετικά κρίσιμο ζήτημα όχι μόνο για τους εμβολιασμούς αλλά και για τη στενή παρακολούθηση με σκοπό να προληφθεί η επιδείνωση. Δεν είμαστε στο πρώτο κύμα. Τώρα ξέρουμε ότι έχουμε τα θεραπευτικά μέσα ώστε έγκαιρα να παρέμβουμε και να αποτρέψουμε μία πιθανή επιδείνωση. Και η κυβέρνηση το ξέρει, αλλά συνεχίζει να τζογάρει την υγεία και τη ζωή μας.


Εμείς, οι αγωνιζόμενοι υγειονομικοί, δεν θα την τζογάρουμε. Συνεχίζουμε να παλεύουμε για ουσιαστικά μέτρα προστασίας για μας και το λαό και θα είμαστε ανάμεσα στους πρώτους στο «Θριάσιο», στο «Αττικόν», στον «Ευαγγελισμό», στο «Σωτηρία», στη Θεσσαλονίκη, παντού, που θα κάνουμε το εμβόλιο. Για να είμαστε όρθιοι, υγιείς και δυνατοί στο πόστο μας, στο πλευρό των ασθενών μας, να τους προσφέρουμε τις υπηρεσίες μας, στο πλευρό του λαού μας στον αγώνα του για μέτρα προστασίας της υγείας και της ζωής του.


Ανοσοι απέναντι στον κορονοϊό, με συλλογική οργάνωση και πάλη που θα δημιουργεί αποτελεσματικά αντισώματα απέναντι στην πανδημία της πολιτικής της εκμετάλλευσης. Μέχρι να τη βάλει στο χρονοντούλαπο της κοινωνικής ιστορίας, όπως τις λοιμώδεις νόσους των περασμένων αιώνων.


Αφροδίτη Ρέτζιου


Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ)