Το να καταδικάσεις ένα φαινόμενο είναι η μία πλευρά. Η άλλη είναι να καθορίσεις τι χρειάζεται για να το εξαλείψεις. Όμως για να εξαλείψεις ένα κοινωνικό φαινόμενο, πρέπει πρώτα να αποκαλύψεις τις αιτίες του, κι αυτό προϋποθέτει ερμηνευτική προσέγγιση που στοχεύει στην κοινωνική μήτρα, από όπου αυτό αναδύεται.
Κι αυτή η μήτρα, δεν είναι παρά το σύστημα της καπιταλιστικής βαρβαρότητας. Είναι αυτό που δεν βλέπουν -ή παριστάνουν πως δεν βλέπουν- όλοι εκείνοι που «καταδικάζουν απερίφραστα τη βία». Μόνο που πίσω από την αφηρημένη βία τους, κρύβεται η χειρότερη απο όλες τις μορφές βίας, και που είναι πολύ συγκεκριμένη. Είναι η βία των αφεντικών, που ασκείται πότε περισσότερο πότε λιγότερο καλυμμένα πάνω στον εργαζόμενο λαό, την εργατική τάξη και τα φτωχά στρώματα.
Και αυτή η βία, χρειάζεται τους οπαδικούς στρατούς. Χρειάζεται εκείνα τα νέα παιδιά που χαμένα μέσα στην αλλοτρίωση της κοινωνίας τους, βρίσκουν χώρο να διοχετεύσουν την επίκτητη επιθετικότητά τους στα αδιέξοδα κανάλια που τους φτιάχνουν οι επιχειρηματίες-ιδιοκτήτες των διαφόρων ΠΑΕ. Νέους που σαπίζουν μέσα στη σαπίλα ενός συστήματος που εμπορευματοποιεί οτιδήποτε παράγεται και καταναλώνεται, ασχέτως αν αυτό είναι το φαγητό και το νερό, το ρεύμα, η μόρφωση, η υγεία, ο αθλητισμός. Αυτοί οι νέοι, που έμαθαν να βλέπουν σαν αντίπαλό τους όποιον φοράει μπλούζα άλλης ομάδας και όχι αυτόν που τους καταδικάζει στη φτώχεια και τη μιζέρια, αποτελούν εξαιρετικά βολικό εργαλείο στα χέρια της κυρίαρχης τάξης.
Από τα φυτώρια των συνδέσμων ξεπηδάνε οι αυριανοί απεργοσπάστες, που για να ευχαριστήσουν τον «πρόεδρο» επειδή τους βόλεψε και σε μια από τις εταιρείες του ομίλου του ή επειδή τους χαρτζιλικώνει με διάφορους τρόπους, δεν θα διστάσουν αύριο να μαχαιρώσουν τους συνδικαλιστές συναδέλφους τους, όταν πάνε να διεκδικήσουν καλύτερες συνθήκες εργασίας και ζωής συνολικότερα. Από τα ίδια φυτώρια ξεπηδάνε ασφαλώς και φασίστες, τα πιστά μαντρόσκυλα που όποτε ανάλογα με τη συγκυρία τα χρειάζεται το σύστημα για να κάνουν τη βρώμικη δουλειά του, τα αμολάει ενάντια στους εργάτες και το κίνημά τους.
Αξίζει επίσης να αναδειχθεί το γεγονός, πως αυτοί οι στρατοί εργαλειοποιούνται και στα πλαίσια των ενδοαστικών ανταγωνισμών. Η στήριξή τους προς τον έναν ή τον άλλον επιχειρηματία, μεταβάλλεται ανάλογα με το ποιός θα τους κάνει τις περισσότερες εξυπηρετήσεις, ποιός έχει να διαθέσει τα περισσότερα στην «ομάδα», κλπ. Ο επιχειρηματίας-ιδιοκτήτης αξιοποιεί πολλές φορές τους οπαδούς ώστε να ασκεί πίεση σε άλλους επιχειρηματίες, ως ένα ακόμα όπλο για τη γενικότερη προώθηση των συμφερόντων του.
Ταυτόχρονα οι οπαδοί συνιστούν και σημαντικό καταναλωτικό κοινό. Είναι ευρέως γνωστό ότι μέσα στους κύκλους τους διακινούνται τεράστιες ποσότητες ναρκωτικών, από αυτά δηλαδή που φέρνουν για να κρατούν τον λαό απονευρωμένο κι απονεκρωμένο οι επιχειρηματικές ελίτ που κατέχουν και τις αθλητικές ομάδες. Τί πιο βολικό για το σύστημα;
Πώς λοιπόν τα αστικά κόμματα και οι αστοί δημοσιολόγοι να τα πούνε αυτά; Και κυριότερα, πώς είναι δυνατόν να ελπίζει ο λαός ότι η λύση στο πρόβλημα του χουλιγκανισμού όπως και οποιασδήποτε άλλης κοινωνικής παθογένειας θα έρθει από τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που τις συντηρούν και αναπαράγουν;
Μόνο ο λαός μπορεί να δώσει τέλος στα σάπια φαινόμενα που πάνε χέρι-χέρι με τον καπιταλισμό που τα γεννάει. Απαραίτητος όρος ο οργανωμένος, συλλογικός αγώνας που προσβλέπει στην ανατροπή και την εγκαθίδρυση μιας ανώτερης κοινωνίας στην οποία δεν έχουν θέση τα επιχειρηματικά συμφέροντα και το κέρδος, αλλά ο άνθρωπος και η ικανοποίηση των διευρυνόμενων αναγκών του.